Η πιο διαδεδομένη άποψη για την προέλευση της λέξης ρομβία είναι, σύμφωνα με τα λεξικά (π.χ. εδώ από το ΛΚΝ), ότι προέρχεται από την επωνυμία ενός Ιταλού κατασκευαστή τέτοιων μηχανικών πιάνων. Ο κατασκευαστής υποτίθεται ότι ονομαζόταν Πόμπια. Ο κόσμος, που δεν ήξερε, έβλεπε τη φίρμα γραμμένη με κεφαλαία ΡΟΜΒΙΑ και διάβαζε ρομβία.
Τέτοιον Ιταλό κατασκευαστή δεν είχε εντοπίσει κανείς ως τώρα. Αντίθετα, η συμφορουμίτισσα Αόρατη Μελάνη, ανακάλυψε σήμερα έναν, φημισμένο κατά τα φαινόμενα, Καταλανό κατασκευαστή τέτοιων πιάνων μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα με το όνομα Pombia (δείτε εδώ και τα επόμενα). Βρέθηκε και ενδιαφέρον φωτογραφικό αποδεικτικό υλικό (όπως η φωτογραφία στην αρχή).
Στο ψάξιμο για εμφανίσεις της λέξης ρομβία στο διαδίκτυο, βρίσκονται αρκετά (όχι πολλά, όμως) αποσπάσματα από λογοτεχνικά κείμενα όπου φιλοξενούνται ρομβίες. Ψάχνοντας π.χ. στα γκουγκλοβιβλία, βρήκα και διάλεξα μερικά:
Το άλογο έσερνε το κάρρο μέ τούς χαμηλούς τροχούς. Σαπισμένο ξύλο, σκουριασμένο σίδερο. Πάνω στο κάρρο ήταν τό παλιό όργανο, κάτι σα ρομβία που την κούρντιζες και δούλευε μονάχη. Ηλίας Βενέζης, Ωκεανός
Πίσω απ' τη ρομβία, στο κάρο, η φουφού, το φαγί του ανθρώπου. Και με τα πόδια ν' ακολουθούνε τ' άλογο, και το όργανο, και τη φουφού... Ηλίας Βενέζης, Φθινόπωρο στην Ιταλία
Το απομεσήμερο ήρθε και το γαϊτανάκι με τη λατέρνα : μια ρομβία παμπάλαιη, που έπαιζε κάποιο ξεχασμένο μάγκικο τραγουδάκι, βέρο πειραιώτικο : «Αχ, παραπονιάρα, αχ, καμωματού μου και ναζιάρα, πώς νά λησμονήσω τό γλυκό σου στόμα...» Μ. Καραγάτσης, ο Γιούγκερμαν και τα στερνά του
..πικρό το Σαββατόβραδο τής γειτονιάς, όταν στρίβει στη γωνιά η ρομβία και μένουν κάτι νότες στο δρόμο με τα λασπόνερα σαν τα μουσκεμένα ξυλοπάπουτσα στον κοινό διάδρομο της προσφυγικής παράγκας... Γιάννης Ρίτσος, Κλειδωμένη πόρτα, Ποιήματα Β΄τόμος
Πίσω απ' τη ρομβία, στο κάρο, η φουφού, το φαγί του ανθρώπου. Και με τα πόδια ν' ακολουθούνε τ' άλογο, και το όργανο, και τη φουφού... Ηλίας Βενέζης, Φθινόπωρο στην Ιταλία
Το απομεσήμερο ήρθε και το γαϊτανάκι με τη λατέρνα : μια ρομβία παμπάλαιη, που έπαιζε κάποιο ξεχασμένο μάγκικο τραγουδάκι, βέρο πειραιώτικο : «Αχ, παραπονιάρα, αχ, καμωματού μου και ναζιάρα, πώς νά λησμονήσω τό γλυκό σου στόμα...» Μ. Καραγάτσης, ο Γιούγκερμαν και τα στερνά του
..πικρό το Σαββατόβραδο τής γειτονιάς, όταν στρίβει στη γωνιά η ρομβία και μένουν κάτι νότες στο δρόμο με τα λασπόνερα σαν τα μουσκεμένα ξυλοπάπουτσα στον κοινό διάδρομο της προσφυγικής παράγκας... Γιάννης Ρίτσος, Κλειδωμένη πόρτα, Ποιήματα Β΄τόμος
Τα γκουγκλοβιβλία εντοπίζουν ρομβίες και σε λεξικά των αρχαίων ελληνικών· πρόκειται όμως για παρανάγνωση στην ψηφιοποίηση. Ρομβίες, στο LSJ τουλάχιστον, δεν εντόπισα.
Από τα αποσπάσματα των γκουγκλοβιβλίων εντόπισα όμως και ένα σύγχρονο, το επόμενο, όπου η χρήση της ρομβίας με δυσκολεύει (από το βιβλίο Η ελληνική ποίηση: Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, των Μ. Μερακλή και Αλ. Αργυρίου):
Θυμάμαι κάποιον που η όρεξή του ζήτησε, κάποτε, μια ρομβία και κάθησε και την έφαγε, εκεί, στη γωνιά φτύνοντας μόνο το δεκανίκι του στρατιώτη, κι η χοντρή, άσχημη γυναίκα είχε κρεμάσει τα βυζιά της στο μπαλκόνι «μη με λυπόσαστε, έλεγε, ...
Τι μπορεί να σημαίνει εδώ αυτή η ρομβία;
Last edited: