Από πού το "κόφ' το" και το "κούρευ' το";

nickel

Administrator
Staff member
Διαφωνώ σε διάφορα σημεία, είπα την άποψή μου στο #9 (του Μάκριτζ φαίνεται να μοιάζει με τη δική σου). Αλλά αυτό για το κούρεψε είναι ηχητικά παιχνίδια και μας παρασύρουν. Δεν είναι κούρεπσε το κούρεψε, αλλά κούρευσε. Και αυτό το -υ- στα ρήματα δεν το γράφουμε διαφορετικά όταν έρχεται να κάνει παρέα με το -τ-. Υπάρχει ένα διαδεδομένο λάθος. Κοίτα τα κλαύτηκα, κλαυτεί στο ΛΚΝ ή στο Lexiscope. Δεν υπάρχει κλάφτε. Και όμως, στο διαδίκτυο:
κλαύτε : 17
κλάφτε : 355

Όταν, λοιπόν, λέμε και γράφουμε κουρεύτε, κουρεύτηκα, κουρευτεί, γιατί θα πρέπει στο κούρευ(σ)' το (αν ισχύει η θεωρία σου) να αλλάξει το -υ- σε -φ-;
 
Κοίτα, είναι λογική η ερώτησή σου. Χρειάζεται όμως ιστορική αναδρομή για το πότε συντελέστηκαν οι διάφορες μεταβολές.

Δηλαδή: το κλαίω είχε κάποτε θέματα κλαι- κλαυ- όμως κάποια στιγμή το /φ/ στο δεύτερο θέμα άλλαξε σε /π/ και το να κλαύσω έγινε να κλάψω. Από την στιγμή που έγινε αυτή η μεταβολή έχουμε πια π (μέσα στο ψ) και ορθογραφικά δε υπάρχει γυρισμός πίσω στο ύψιλον εάν ξαναπροκύψει /φ/. Οπότε, είναι σημαντικό να βρεθεί πότε ξεκινάν τύποι προστακτικής όπως τα κλάφ’τα, κούρεφ’το κτλ. Σε καιρό χρήσης τού κλαύσε ή σε καιρό χρήσης τού κλάψε;

Πάντως, ο λαϊκός χαρακτήρας τής σχετικής χρήσης (κλάφ’τα, Χαραλάμπε, Πιάσ’ τ’ αβγό και κούρεφ’το) παραπέμπει σε καθομιλουμένη αν και ποτέ δεν μπορείς να αποκλείσεις επίδραση τής καθαρεύουσας.

Εάν όμως δεχτούμε πως το κλάφ’τα προήρθε από το κλαύσε τα τότε θα έχουμε πρόβλημα να εξηγήσουμε το ρίχ’τα. Διότι αν αντίστοιχα πάρουμε τον παλιό τύπο ρίψε αντί για ρίξε τότε δεν θα μας βγει η τροπή τού χειλικού π σε λαρυγγικό χ κι αν πάλι υποθέσουμε πως προήρθε από το ρίχνε τα τότε έχουμε ασυνέπεια ως προς τον τύπο προστακτικής (χώρια που πρέπει να εξηγήσεις και πού πήγε το νι).

Εάν όμως δεχτούμε την εξήγησή που έδωσα πιο πάνω, όλα στέκουν και εξηγούνται μέσα στο σύστημα μεταβολών τής γλώσσας. Είναι μια λογική υπόθεση λοιπόν ότι οι τύποι κλάφ’τα, κούρεφ’το, διατάχτε και ρίχ’το προέκυψαν σε καιρό που ήδη λέγαμε κλάψε και ρίξε. Χάρη ευφωνίας σιγήθηκε το /σ/και τα πτ και κτ γίναν φτ και χτ, αντίστοιχα. Ένας τύπος προστακτικής (αορίστου) δίχως μεταβολή. Μόνη μεταβολή η σίγαση του σίγμα και η συνεπής μεταβολή των στιγμιαίων άφωνων σε εξακολουθητικά άφωνα όπως γίνεται στην γλώσσα μας. Και τα καλύπτει όλα, όπως τα διατάχτε ( < διατάξτε ) και κοιτάχτε ( < κοιτάξτε ).

Μπορεί και να κάνω λάθος βέβαια. Μια αναδρομή σε πηγές ίσως φωτίσει περισσότερο το θέμα.
 
Πιστεύω πως το κσ (ξ) πριν από τ+φωνήεν τρέπεται σε χ (διατάξτε > διατάχτε) και ομοίως το πσ (ψ) γίνεται φ (κούρεψ’το > κούρεφ’το). Είναι σαν το άφωνο στιγμιαίο (κ ή π) να απορροφά το σίγμα για να δώσει το αντίστοιχο άφωνο εξακολουθητικό (χ ή φ).
Δεν ξέρω αν είναι σωστό αυτό, αλλά μου ακούγεται πειστικό. Εγώ το σκεφτόμουν πιο απλοϊκά: άμα πας να πεις "κούρεψτο" ο συνδυασμός "ΨΤ" σε ενοχλεί γιατί εκφέρεται δύσκολα και δεν υπάρχει γενικά σε ελληνικές λέξεις, οπότε αναζητάς αυθόρμητα να πεις κάτι πιο βατό, και το γυρίζεις σε ΦΤ.
 
Όμως πράγματι, στον ισχυρισμό μου κάτι που απομένει να εξηγηθεί είναι το γιατί σιγήθηκε το σίγμα. Μπορεί να δικαιολογηθεί εάν φανεί πως στην γλώσσα μας το σίγμα απαντά σποραδικά ή καθόλου, στριμωγμένο ανάμεσα σε δύο σύμφωνα.
 

nickel

Administrator
Staff member
Τα δικά μου τα ελάχιστα σχετικά κιτάπια πρέπει να είναι οριζόντια σε στοίβες — πάντως, δεν τα είδα στα κάθετα. Κάνω μια αναδιάταξη της βιβλιοθήκης αυτόν τον καιρό.

Επειδή η συζήτηση είναι για το -υ- και αν θα πρέπει να γράφεται με -υ- ή με -φ-, αυτό που καταλαβαίνω είναι (το γνωστό, άλλωστε) ότι υπάρχει η τάση να κάνουμε -β- και -φ- τα -υ- που δεν είναι εντελώς διάφανα ως προς την προέλευσή τους ή παγιωμένα.

Έτσι βλέπουμε το ΛΚΝ να γράφει με -φ- ή να διορθώνει σε Πιάσε τ΄ αυγό και κούρεψ’ το ενώ ο Κριαράς δίνει Κλάψ' τα Χαράλαμπε. Δεν γλιτώνει την τάση το ΛΝΕΓ: ενώ στο κλαίω δίνει κλαύ' τα, στον Χαραλάμπη δίνει κλάφ' τα Χαράλαμπε.

Πάλι μόνο μου στη μοναξιά μου με βλέπω... :eek:
 
Επειδή η συζήτηση είναι για το -υ- και αν θα πρέπει να γράφεται με -υ- ή με -φ-, αυτό που καταλαβαίνω είναι (το γνωστό, άλλωστε) ότι υπάρχει η τάση να κάνουμε -β- και -φ- τα -υ- που δεν είναι εντελώς διάφανα ως προς την προέλευσή τους ή παγιωμένα.

Σύμφωνοι σε αυτό που λες. Το θέμα όμως είναι πως εάν φωτιστεί η προέλευση τού τύπου τότε θα φωτιστεί και το θέμα τής ορθογραφίας. Έτσι πιστεύω πως σε αυτήν την περίπτωση το φ δεν είναι μονάχα καρπός απλογράφησης αλλά έχει και ετυμολογική βάση.
 
Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους αγαπητούς λεξιλόγους για τα ενδιαφέροντα σημειώματά τους σχετικά με αυτό το δύσκολο θέμα. Παρουσιάστηκαν ωραίες αναλύσεις με αξιόλογο υπόβαθρο.

Εν πρώτοις, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι οι τύποι αυτοί έχουν την αφετηρία τους στο συνοπτικό (αοριστικό) θέμα. Ο σχηματισμός τους γίνεται διαφανέστερος μόλις εξετάσουμε τύπους από τα οιονεί συγκοπτόμενα ρήματα, όπως κλαύ' τα ή καύ' τα (ενεστώτες: κλαίω, καίω), όπου είναι σαφής η διαφορά των αλλομόρφων.

Δεν υπάρχει ανάγκη να καταφύγουμε στη διαχρονία, για να ερμηνεύσουμε τους συγκεκριμένους τύπους. Πρόκειται για εναλλακτικές μορφές συνοπτικής προστακτικής (ας θυμηθούμε ότι και η αρχαία γλώσσα διέθετε μερικές φορές δεύτερους αορίστους, που σχημάτιζαν παράγωγα), οι οποίες προέκυψαν από μεταπλασμό με επανανάλυση του θέματος. Επειδή στη συνείδηση του ομιλητή τα συνοπτικά θέματα είναι σημαδεμένα από την παρουσία τού -s-, είτε απλού (π.χ. έδωσα) είτε εγκιβωτισμένου (όπως λέγεται, π.χ. έτριψα, έκαψα), στις περιπτώσεις που εξετάζουμε το θέμα επαναναλύθηκε με απαλοιφή τού /s/, με αποτέλεσμα να απομείνει συμφωνόληκτο (με ταυτόχρονη ανομοίωση του συμπλέγματος /pt/ > /ft/). Συγκεκριμένα:

/'ekapsa/ > /'e-kap-sa/ --> /'kaf-te/, /'kaf-to/ (καύτε, καύ' το): π.χ. βάλτε φωτιά και καύτε τα
/'eklapsa/ > /'e-klap-sa/ --> /'klaf-te/, /'klaf-ta/ (κλαύτε, κλαύ' τα)
/'etripsa/ > /'e-trip-sa/ --> /'trif-te/, /'trif-to/ (τρίφτε, τρίφ' το)

Συνεπώς, η παρουσία τού /f/ δεν είναι αποτέλεσμα φωνητικής σίγησης του /s/, αλλά επανανάλυσης του συνοπτικού θέματος. Το προϊόν τής διαδικασίας αυτής θα μπορούσε κάλλιστα να γραφεί με -φ- ως απλούστερο και δεν θα έκρινα αδικαιολόγητη αυτή την ορθογραφία, εντούτοις φαίνεται αρκετά ισχυρό το οπτικό ίνδαλμα από άλλα αλλόμορφα παρόμοιας φωνοτακτικής δομής (π.χ. κλαύ-τηκα, κλαυ-τός, καυ-τός, ακούρευ-τος, κουρευτείτε), πράγμα που εξηγεί γιατί οι περισσότεροι θεωρούν τη γραφή με -φ- περιττή ποικιλία (φυσικά, οι τύποι τρίφ' το, κόφ' το, αλείφτε δεν προκαλούν τέτοια δυσκολία).

Ευχαριστώ.
 

nickel

Administrator
Staff member
Άπειρες ευχαριστίες. Σε λύση γλωσσικού προβλήματος δεν έχω δει πιο διπλωματική απάντηση, αν και φημίζεσαι για τις ισορροπημένες σου αναλύσεις. :)
 
Να που λύθηκε κι αυτό το μυστήριο! :) (ήθελε τον σωστό ντεντέκτιβ!)

Μεταπλασμός με επανανάλυση του θέματος! Πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο που φυσικά δεν το είχα υπόψη μου.(Θέλω να πιστεύω πάντως πως ακόμα κι αν δεν πήγαινε για γκολ, το βολέ μου ήταν καλούτσικο :D).

Και βέβαια, εμείς ευχαριστούμε.
 
Top