Κι εμένα μου ήρθε σήμερα το ιμέιλ, και ψάχνοντας στο διαδίκτυο για να το επιβεβαιώσω έπεσα πάνω σε αυτό το νήμα, το οποίο διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Μολονότι γέλασα πραγματικά με ορισμένα από τα τραγελαφικά παραδείγματα απλοποίησης τόσο της ελληνικής γλώσσας όσο και της αγγλικής (ιδιαίτερα αυτό με το Standard EU Language είναι ξεκαρδιστικό), θα καταλήξω να συμφωνήσω με τον nickel: μόνο πανικός δεν με πιάνει ότι, ακολυθοdασ τι προτασι ενοσ κιπριυ εβροβυλεφτι, θα αναgαστυμε κσαφνικα ολι να απαρνιθυμε τα αγαπιμενα μασ ιτα και ιπσιλον.
Ούτε συμμερίζομαι τον υποδηλούμενο οργουελικό φόβο περί Newwrite που εκφράζει ο Στάθης. Όσο και αν το 1984 με είχε συγκλονίσει όταν το διάβασα, πάντοτε αντιμετώπιζα σκεπτικά το επίμετρο του Όργουελ για τις αρχές της Newspeak (ιδιαίτερα την ιδέα ότι, απογυμνώνοντας τις λέξεις από τα νοήματά τους, μπορείς να καταστήσεις αδύνατη κάθε σύνθετη σκέψη -μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα σύλληψη, η οποία όμως μάλλον δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Χρόνια αργότερα, διαβάζοντας το Γλωσσικό Ένστικτο του Pinker, ανακάλυψα έναν επιστημονικό αντίλογο στην οργουελική άποψη). Μετά δε την κατάρρευση των ολοκληρωτικών καθεστώτων της ανατολικής ευρώπης, νιώθω ότι το μυθιστόρημα του Όργουελ έχει αρχίσει να χάνει κάτι από τη διαχρονικότητά του.
Ούτως ή άλλως, οι αλλαγές στη γλώσσα δεν επιβάλλονται από ξένα κέντρα ή από φορείς της εξουσίας, αλλά από τους ίδιους τους ανθρώπους που τη μιλούν. Ενίοτε, κάποιος φορέας της πολιτικής μπορεί απλά να επικυρώσει αυτό που η κοινή πρακτική έχει ήδη καταστήσει πραγματικότητα (την κατάργηση του πολυτονικού, για παράδειγμα). Τρανό παράδειγμα της αδυναμίας της κυρίαρχης πολιτικής να επιβάλει τους γλωσσικούς κανόνες της είναι, πιστεύω, η περίπτωση της καθαρεύουσας. Έπειτα από σχεδόν δύο αιώνες προσπαθειών (λυσσαλέων κατά καιρούς) να επιβληθεί μια τεχνητή γλώσσα σε έναν λαό που δεν τη μιλούσε, η καθαρεύουσα καταργήθηκε μετά βαίων και κλάδων, αφήνοντας πίσω της μια οικτρή μειοψηφία να τη νοσταλγεί.
Έτσι και εγώ δεν νομίζω ότι συντρέχει λόγος ανησυχίας. Εξάλλου, ενεργό πείραμα απλοποίησης της ορθογραφίας (και του αλφαβήτου) ήδη υπάρχει εδώ και μια δεκαετία τουλάχιστον: τα greeklish. Και μονολότι χρησιμοποιούνται από το κομμάτι της κοινωνίας που κατεξοχήν προκαλεί τις γλωσσικές αλλαγές, τη νεολαία, δεν έχουν κατορθώσει να γίνουν κυρίαρχο μέσο επικοινωνίας. Ακόμη όμως και αν γίνονταν, πάλι δεν θα παθαίναμε τίποτα. Οι γλώσσες εξελίσσονται παράλληλα με τις κοινωνίες που τις μιλούν.
Αντίθετα, αυτό που έχει αρχίσει να με κουράζει αφάνταστα είναι οι ελληνικούρες σαν και αυτήν που κοτσάρει στην είδηση ο συντάκτης του ιμέιλ, μαζί με τον άκρατο αντιαμερικανισμό του (ο οποίος επίσης στις μέρες μας κάνει θραύση). Τριάντα χρόνια μετά την ουσιαστική αποχώρηση του Χένρι Κίσσινγκερ από την ενεργό αμερικανική πολιτική, νάτος και πάλι, να χρησιμοποιεί τον ανυποψίαστο κύπριο ευρωβουλετή σαν πιόνι στα σκοτεινά ανθελληνικά του σχέδια. Έλεος πια.
Υ.Γ. Και μια μικρή ανέκδοτη ιστορία, για όποιον δεν έχει κουραστεί αρκετά ήδη: Πριν από μέρες, μια συνάδελφος στο γυμνάσιο όπου δουλεύω έλαβε στο ηλεκτρονικό της ταχυδρομείο, από κάποιον φίλο της που δουλεύει στο Δημόκριτο, το διάσημο κείμενο για το Hellenic Quest (οι συστάσεις περιττεύουν φαντάζομαι). Η καλή συνάδελφος (της αγγλικής, τρομάρα της) το έβγαλε φωτοτυπία και το μοίρασε σε όλους τους συναδέλφους του σχολείου, υπογράφοντας μάλιστα από κάτω. Λίγες μέρες αργότερα, σε σχολική εκδρομή, βρέθηκα να συνομιλώ (εγώ, ένας φτωχός βιολόγος) με μια άλλη συνάδελφο, φιλόλογο αυτή τη φορά (ή μήπως φιλολογίνα; ), για τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας έναντι (ποιας άλλης; ) της αγγλικής, με τη συνάδελφο να κάνει ευθείες αναφορές στο HQ κείμενο, μιλώντας για "πρωτογένεια" της ελληνικής γλώσσας και με ατάκες του στυλ "όλες οι λέξεις της αγγλικής είναι ελληνικές". Όντας διαβασμένος (είχα μόλις τελειώσει το εξαίρετο βιβλίο του Ν. Σαραντάκου, Γλώσσα μετ' εμποδίων), αντέκρουσα όλα της τα επιχειρήματα και αναφέρθηκα σε μερικές από τις πιο τρανταχτές ανακρίβειες και τα ψεύδη του HQ κειμένου. Δέχτηκε τα επιχειρήματά μου, αλλά επέμεινε να με ρωτάει πόσες λέξεις έχει η ελληνική και πόσες οι άλλες γλώσσες. Το μπρα ντε φερ ποτέ δεν ήταν του γούστου μου, πόσω μάλλον μεταξύ γλωσσών, οπότε ευγενικά αποχώρησα από τη συζήτηση.