metafrasi banner

killjoy, spoilsport = καρμίρης, μίζερος, ξινός, ξενέρωτος, χαλάστρας, σπαστικός / σπασαρχίδης

Alexandra

Super Moderator
Staff member
One who spoils the enthusiasm or fun of others.
Συνώνυμα: wet blanket, party-pooper, spoilsport.

Το answers.com λέει γκρινιάρης, κακομοίρης. Έχουμε κάτι πιο εξειδικευμένο;
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Σπαστικός, μουντρούχος. Και ξενέρωτος, φυσικά.
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Ευχαριστώ! Το ήξερα ότι η νεολαία θα έχει έτοιμες τις απαντήσεις.
 
Ναι, καλέ! Όπως λέμε: "Τι ξενέρωτος που είσαι!", "Μας ξενέρωσες!" κ.α. :)

Ευχαριστώ, αλλά ξέρω τι σημαίνει! :)
Απλώς απαντήσαμε ταυτόχρονα το ίδιο πράγμα!
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Συμβουλή:
Η μόνη λύση για τα ποστ που πέφτουν ταυτοχρόνως είναι να πατάμε πρώτα preview. Το σύστημα δεν μας προειδοποιεί από μόνο του ότι έχει παρεμβληθεί άλλη απάντηση :)
 
Last edited:

oublexis

Member
Ναι, είναι ξενερωτικό να μην μπορείς να δεις τι έχει πει ο κάθε παρεμβαλλόμενος και να φαίνεται η πρότασή σου με το ευγενικό ερωτηματικό σαν απορία στα λεγόμενα του παραπάνω.
 

nickel

Administrator
Staff member
Να μην ξεχνάμε και τις φλύαρες διατυπώσεις:

θες να μας χαλάσεις το κέφι;
γιατί θες να μας τη σπάσεις;
μα θες να μας καταστρέψεις τη χαρά;
βαλτός είσαι να μας ξενερώσεις;
κ.τ.ό.
 

nickel

Administrator
Staff member
Μια και είδα να ξανανοίγει η συζήτηση σε τοίχο του Facebook, γιά να δούμε τι έχουμε για killjoy και spoilsport:

καρμίρης, μίζερος, ξινός, ξενέρωτος, χαλάστρας, σπαστικός / σπασαρχίδης
 
Τώρα το "καρμίρης" δεν μου πολυκολλάει...
Νομίζω είναι μόνο για τους τσιγγούνηδες/σφιχτούς
 

nickel

Administrator
Staff member
Έχω την εντύπωση (αλλά μπορεί και να ανήκει στο προσωπικό ιδιόλεκτο) ότι μπορεί να είναι και ο τσιγκούνης στα συναισθήματα και κατ' επέκταση ο μίζερος και φθονερός.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
καρμίρης: χαρακτηρισμός ανθρώπου τσιγκούνη, μίζερου και κακομοίρη (ΛΚΝ)
 

nickel

Administrator
Staff member
Στο ΜΗΛΝΕΓ:

καρμίρης
1) Πολύ τσιγκούνης άνθρωπος, που ζει με στερήσεις, για να μην ξοδέψει χρήματα

2) Αυτός που γκρινιάζει διαρκώς, που δεν είναι ικανοποιημένος με τίποτα και είναι συνέχεια δυσαρεστημένος, που δεν έχει καλή διάθεση, που βλέπει την αρνητική όψη των πραγμάτων (ΣΥΝ μίζερος):
Πρέπει να σταματήσουμε να είμαστε καρμίρηδες και να δούμε τη ζωή πιο θετικά
 
Ε, λοιπόν αυτή η β΄ σημασία του ΜΗΛΝΕΓ μού είναι παντελώς ξένη και ποτέ δεν χρησιμοποίησα έτσι τη λέξη ούτε και άκουσα σε όσα περιβάλλοντα κυκλοφόρησα να την χρησιμοποιούν έτσι. Μια ζωή λέγαμε (για τους "σφιχτούς"): "Ρε τι καρμίρης είν' αυτός;", "Αμάν η καρμιριά σου αδερφέ μου!'
 
Top