Ένα κείμενο με μπόλικη τεστοστερόνη (πολιτική τεστοστερόνη — με την καλή έννοια) δημοσίευσε ο κ. Φαήλος Κρανιδιώτης στο antinews, με τίτλο («Ο λεπρός κι ο κρετίνος») εμπνευσμένο από αφορισμό του Πιτιγκρίλι — και γίνεται ο χαμός. Μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ψάχνουν όλοι να βρουν ποιοι είναι οι ντιντήδες που φωτογραφίζει. Να το πω απλά: είναι αδελφές ή είναι απλώς κομψευόμενοι;
Υπάρχει ένα πρόβλημα με τον όρο γιατί η σημασία διαγράφει ένα φάσμα του οποίου η ευρύτητα μπορεί να αλλάζει ανάλογα με το αντριλίκι του χρήστη του όρου — ή την τάση του για υπεργενίκευση: όλοι οι αντίπαλοι είναι ηλίθιοι, μαλάκες, φλώροι... (με την καλή έννοια).
Σύμφωνα με το Λεξικό της Πιάτσας του Ζάχου (εκδόσεις Κάκτος):
Διαβάζω ότι σε κάποιο ρεμπέτικο υπάρχουν οι στίχοι:
«Όλους τους μάγκες αγαπάς / και όλους τους νταήδες / και ζούλα ζούλα κυνηγάς / τους φιόγκους και ντιντήδες».
Σύμφωνα με το ΛΝΕΓ, φιόγκος είναι ο κομψευόμενος και μαλθακός νεαρός, ο τζιτζιφιόγκος, ενώ ο φλώρος είναι μαλθακός, ελαφρόμυαλος ή/και θηλυπρεπής άνδρας.
Γιά να δούμε τι λένε και οι στίχοι του Νίκου Ρούτσου στο τραγούδι του Χιώτη Θέλω άντρα ν’ αγαπάει (Οι ντιντήδες):
Μα δεν υπάρχει τίποτα ενδιάμεσο; Ή θα βαράει ο άντρας ή θα είναι ντιντής;
Ο κ. Κρανιδιώτης δεν έχει την πρωτιά στη χρήση του όρου σε πολιτικό συγκείμενο. Πέρυσι, πριν από τις εκλογές (6/9/2009), ο Θόδωρος Πάγκαλος, που επίσης διαθέτει μπόλικη τεστοστερόνη (πολιτική τεστοστερόνη — με την καλή έννοια) έκανε δήλωση σε συνέντευξη στην Ελευθεροτυπία αντίστοιχης βαρύτητας ή ελαφρότητας:
Το θέμα είναι ότι στο μυαλό πολλών οι ντιντήδες δεν απέχουν από τους ντιγκιντάγκες. Στο slang.gr (αυτή τη στιγμή) οι ορισμοί και τα συνώνυμα δεν αφήνουν αμφιβολίες. Οπότε εγώ μένω με την απορία: οι ντιντήδες του κ. Φαήλου Κρανιδιώτη κλίνουν προς το κομψευόμενοι («όπου κάθε κομψευόμενος που δεν έχει δουλέψει ποτέ», «Οι καιροί που ήδη ήρθαν, η Πατρίδα, απαιτούν ιδεολογικούς μαχητές κι όχι ντιντήδες, απαιτούν σημαιοφόρους κι όχι κομψευόμενους διαδρομιστές» ) ή προς το αδερφίστικα («Λίγο γκλαμουριά, πολύς βερμπαλισμός αλλά, αδέρφια, άμα δεν υπάρχει ιδεολογική ραχοκοκκαλιά, μόνο με «αδερφίστικα» κόλπα, δεν κάνεις πολιτική»);
Επειγόντως θα πρέπει να κάνει τις απαραίτητες διευκρινίσεις — για να ηρεμήσουν τα πράγματα στη Νέα Δημοκρατία και να κάνουν τις επιβαλλόμενες διορθώσεις και προσθήκες στο slang.gr.
Μεταφραστική πρόταση: pansies, swells, pretty boys.
Από τα συνώνυμα της Οξφόρδης:
Να παίζει άραγε και το wets;
Υπάρχει ένα πρόβλημα με τον όρο γιατί η σημασία διαγράφει ένα φάσμα του οποίου η ευρύτητα μπορεί να αλλάζει ανάλογα με το αντριλίκι του χρήστη του όρου — ή την τάση του για υπεργενίκευση: όλοι οι αντίπαλοι είναι ηλίθιοι, μαλάκες, φλώροι... (με την καλή έννοια).
Σύμφωνα με το Λεξικό της Πιάτσας του Ζάχου (εκδόσεις Κάκτος):
ντιντής: κοροϊδευτικά, άτομο λεπτεπίλεπτο και αναθρεμμένο κατά τον δυτικοαστικό τρόπο. Από το Ντίντης ή Ντιντής, το χαϊδευτικό του Δημήτρη στην επτανησιακή διάλεκτο κι από το κύμα επτανησίων που είχε έρθει τον περασμένο αιώνα να ενισχύσει την αθηναϊκή αριστοκρατία και να την επηρεάσει σοβαρά με την ιταλοευρωπαϊκή ψευτοαστική συμπεριφορά του και τη γλώσσα του.
Διαβάζω ότι σε κάποιο ρεμπέτικο υπάρχουν οι στίχοι:
«Όλους τους μάγκες αγαπάς / και όλους τους νταήδες / και ζούλα ζούλα κυνηγάς / τους φιόγκους και ντιντήδες».
Σύμφωνα με το ΛΝΕΓ, φιόγκος είναι ο κομψευόμενος και μαλθακός νεαρός, ο τζιτζιφιόγκος, ενώ ο φλώρος είναι μαλθακός, ελαφρόμυαλος ή/και θηλυπρεπής άνδρας.
Γιά να δούμε τι λένε και οι στίχοι του Νίκου Ρούτσου στο τραγούδι του Χιώτη Θέλω άντρα ν’ αγαπάει (Οι ντιντήδες):
Μανούλα, τ' αποφάσισα / και μάγκα θε να πάρω, / τους άλλους άντρες, μάνα μου, / εγώ δεν τους γουστάρω.
Να μου λείπουν / οι ντιντήδες οι μοντέρνοι, / θέλω άντρα / ν’ αγαπάει και να δέρνει.
Τον θέλω να ’ναι ζόρικος / πιοτό πολύ να πίνει / κι αν τύχει για φιλότιμο / το αίμα του να χύνει.
Να μου λείπουν / οι ντιντήδες οι μοντέρνοι, / θέλω άντρα / ν’ αγαπάει και να δέρνει.
Τον θέλω να ’ναι ζόρικος / πιοτό πολύ να πίνει / κι αν τύχει για φιλότιμο / το αίμα του να χύνει.
Μα δεν υπάρχει τίποτα ενδιάμεσο; Ή θα βαράει ο άντρας ή θα είναι ντιντής;
Ο κ. Κρανιδιώτης δεν έχει την πρωτιά στη χρήση του όρου σε πολιτικό συγκείμενο. Πέρυσι, πριν από τις εκλογές (6/9/2009), ο Θόδωρος Πάγκαλος, που επίσης διαθέτει μπόλικη τεστοστερόνη (πολιτική τεστοστερόνη — με την καλή έννοια) έκανε δήλωση σε συνέντευξη στην Ελευθεροτυπία αντίστοιχης βαρύτητας ή ελαφρότητας:
Ερώτηση: Ο Αλ. Τσίπρας είπε ότι αν το ΠΑΣΟΚ μετακινηθεί αριστερότερα τότε μπορεί να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για διάλογο.
Απάντηση: Ακούστε, αριστερότερα πού; Να κρατικοποιήσουμε τις τράπεζες; Να καταγγείλουμε το Σύμφωνο Σταθερότητας της Ε.Ε.; Να φύγουμε από το ΝΑΤΟ; Αυτά λέει ο κ. Τσίπρας και μερικοί από τους εταίρους του στον ΣΥΡΙΖΑ λένε πολύ χειρότερα. Ο κ. Τσίπρας είναι ο τελευταίος που μπορεί να θέτει όρους και προϋποθέσεις. Εκ μέρους ποιου ομιλεί; Εκ μέρους του εκλογικού σώματος του ΣΥΡΙΖΑ; Πολύ αμφιβάλλω. Ακούστε, εγώ τις επαρχιώτικες κουτοπονηριές, ακόμη κι αν προέρχονται από ντιντήδες των βορείων προαστίων, δεν τις αγαπώ. Να μιλήσουμε σταράτα. Χρόνια το λέω: να κάτσουμε με τον ΣΥΝ να δούμε σε τι συμφωνούμε και να τα καταγράψουμε. Να είναι ξεκάθαρες οι τοποθετήσεις και να βγούμε μ' αυτές στο λαό. Να πούμε εμείς ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι απαραίτητο και να πουν αυτοί ότι πρέπει να το καταγγείλουμε, δηλαδή να φύγουμε από το ευρώ και να γυρίσουμε στη δραχμή. Να δούμε τότε τι θα προκρίνουν οι πολίτες.
Απάντηση: Ακούστε, αριστερότερα πού; Να κρατικοποιήσουμε τις τράπεζες; Να καταγγείλουμε το Σύμφωνο Σταθερότητας της Ε.Ε.; Να φύγουμε από το ΝΑΤΟ; Αυτά λέει ο κ. Τσίπρας και μερικοί από τους εταίρους του στον ΣΥΡΙΖΑ λένε πολύ χειρότερα. Ο κ. Τσίπρας είναι ο τελευταίος που μπορεί να θέτει όρους και προϋποθέσεις. Εκ μέρους ποιου ομιλεί; Εκ μέρους του εκλογικού σώματος του ΣΥΡΙΖΑ; Πολύ αμφιβάλλω. Ακούστε, εγώ τις επαρχιώτικες κουτοπονηριές, ακόμη κι αν προέρχονται από ντιντήδες των βορείων προαστίων, δεν τις αγαπώ. Να μιλήσουμε σταράτα. Χρόνια το λέω: να κάτσουμε με τον ΣΥΝ να δούμε σε τι συμφωνούμε και να τα καταγράψουμε. Να είναι ξεκάθαρες οι τοποθετήσεις και να βγούμε μ' αυτές στο λαό. Να πούμε εμείς ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι απαραίτητο και να πουν αυτοί ότι πρέπει να το καταγγείλουμε, δηλαδή να φύγουμε από το ευρώ και να γυρίσουμε στη δραχμή. Να δούμε τότε τι θα προκρίνουν οι πολίτες.
Το θέμα είναι ότι στο μυαλό πολλών οι ντιντήδες δεν απέχουν από τους ντιγκιντάγκες. Στο slang.gr (αυτή τη στιγμή) οι ορισμοί και τα συνώνυμα δεν αφήνουν αμφιβολίες. Οπότε εγώ μένω με την απορία: οι ντιντήδες του κ. Φαήλου Κρανιδιώτη κλίνουν προς το κομψευόμενοι («όπου κάθε κομψευόμενος που δεν έχει δουλέψει ποτέ», «Οι καιροί που ήδη ήρθαν, η Πατρίδα, απαιτούν ιδεολογικούς μαχητές κι όχι ντιντήδες, απαιτούν σημαιοφόρους κι όχι κομψευόμενους διαδρομιστές» ) ή προς το αδερφίστικα («Λίγο γκλαμουριά, πολύς βερμπαλισμός αλλά, αδέρφια, άμα δεν υπάρχει ιδεολογική ραχοκοκκαλιά, μόνο με «αδερφίστικα» κόλπα, δεν κάνεις πολιτική»);
Επειγόντως θα πρέπει να κάνει τις απαραίτητες διευκρινίσεις — για να ηρεμήσουν τα πράγματα στη Νέα Δημοκρατία και να κάνουν τις επιβαλλόμενες διορθώσεις και προσθήκες στο slang.gr.
Μεταφραστική πρόταση: pansies, swells, pretty boys.
Από τα συνώνυμα της Οξφόρδης:
fop (κομψευόμενος)
fop, dandy, beau, poseur, glamour boy, man about town, bright young thing, rake; French boulevardier, petit-maître; informal swell, toff, snappy dresser, sharp dresser, natty dresser, trendy, pretty boy; archaic coxcomb, popinjay, peacock, buck.
wimp (μαλθακός)
informal wimp, coward, namby-pamby, milksop, Milquetoast, mouse, weakling; informal drip, sissy, weed, doormat, wuss, pansy, jellyfish, crybaby, scaredy-cat, chicken; Brit. informal wet, mummy's boy, big girl's blouse, jessie, chinless wonder, cream puff, yellow-belly; N. Amer. informal candy-ass, cupcake, pantywaist, nebbish, pussy; Austral./NZ informal sook; S. African informal moffie; archaic poltroon.
fop, dandy, beau, poseur, glamour boy, man about town, bright young thing, rake; French boulevardier, petit-maître; informal swell, toff, snappy dresser, sharp dresser, natty dresser, trendy, pretty boy; archaic coxcomb, popinjay, peacock, buck.
wimp (μαλθακός)
informal wimp, coward, namby-pamby, milksop, Milquetoast, mouse, weakling; informal drip, sissy, weed, doormat, wuss, pansy, jellyfish, crybaby, scaredy-cat, chicken; Brit. informal wet, mummy's boy, big girl's blouse, jessie, chinless wonder, cream puff, yellow-belly; N. Amer. informal candy-ass, cupcake, pantywaist, nebbish, pussy; Austral./NZ informal sook; S. African informal moffie; archaic poltroon.
Να παίζει άραγε και το wets;
4. U.K. offensive term: an offensive term for somebody regarded as weak, irresolute, or indecisive (informal insult)
5. U.K. liberal Conservative: a Conservative politician whose policies some other Conservatives consider not to be sufficiently pure or doctrinaire (informal)
(Microsoft® Encarta® 2008)
5. U.K. liberal Conservative: a Conservative politician whose policies some other Conservatives consider not to be sufficiently pure or doctrinaire (informal)
(Microsoft® Encarta® 2008)