Επανέρχομαι στο sustainable development, κάπως τηλεγραφικά όμως γιατί το θέμα είναι ψιλοαχανές.
-- Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το sustainable έχει γίνει ψωμοτύρι σε πάμπολλες περιπτώσεις, όχι μόνο για την ανάπτυξη, και χρειαζόμαστε αποδόσεις που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν και σε άλλα συμφραζόμενα. Ο "αειφόρος" έχει οδηγήσει σε πολλά τραγελαφικά, από το αειφόρο επίπεδο απασχόλησης και την αειφορία των δημόσιων οικονομικών μέχρι την αειφόρο κατασκευή (τι "φέρει αεί" άραγε; ). Υποθέτω ότι η χρήση της απόδοσης αυτής μπορεί να διευκολύνθηκε από μια ειδική έννοια, τη μόνη που αναφέρει το ΛΝΕΓ ("αειφορία = βασική αρχή της δασοπονίας, που αποσκοπεί στην απόδοση του ίδιου ποσού δασικών προϊόντων ετησίως ή κατά περιόδους"), η οποία θεωρείται ελληνική απόδοση του γαλλικού rapport soutenu. Εδώ το ΛΝΕΓ ξεσηκώνει τον παλιό Πάπυρο-Λαρούς. Το ΛΚΝ δεν αναφέρει ούτε αειφόρο ούτε αειφορία. Υποθέτω επίσης ότι η χρήση της απόδοσης αυτής διευκολύνθηκε από το ότι πολλοί δεν καταλαβαίνουν καθόλου τη λέξη, άρα μπορούν να της αποδίδουν οποιοδήποτε νόημα. Όμως το αειφόρος είναι αρχαία λέξη: αναφέρεται από τον Ησύχιο, ο οποίος την ερμηνεύει με το αειθαλής. Νομίζω ότι για τους γράμματα γνωρίζοντες το αειφόρος εξακολουθεί να σημαίνει ακριβώς αυτό: πάντα ανθηρός, πάντα καρποφόρος. Εμένα προσωπικά μου θυμίζει τον Κήπο της Εδέμ πριν μας παρασύρουν (εμάς, ξέρετε ποιους) οι άτιμες οι γυναίκες. Πόσο όμως ταιριάζει αυτό με το νόημα του sustainable development, για να μην πούμε για άλλες χρήσεις του sustainable;
-- Επί της ουσίας λοιπόν. Η κοινά αποδεκτή έννοια του sustainable development διαδόθηκε με την έκθεση Μρούντλαντ του 1987 (η λεγάμενη ήταν νορβηγίδα υπουργός Περιβάλλοντος και πρόεδρος της Παγκόσμιας Επιτροπής του ΟΗΕ για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη). Τον συνοπτικό ορισμό τον βρίσκουμε παντού: "development that meets the needs of the present without compromising the ability of future generations to meet their own needs". Αυτό μεταφραζόταν σε βοήθεια προς τις υπανάπτυκτες χώρες για το σήμερα και σε διαφύλαξη των φυσικών πόρων για το αύριο. Όπως όλοι γνωρίζουμε, η βοήθεια αυτή, που ποτέ δεν είναι τζάμπα, βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση (παρ' όλο που τα δάνεια έχουν κι αυτά βαφτιστεί "βοήθεια"). Ο περιβαλλοντισμός όμως έγινε πολιτικά ορθός, καθώς έδωσε ελπίδες για το next big thing, τη green business, και εξακολουθεί να πρωταγωνιστεί σε lip service, ευχολόγια και βαφτίσια (είναι πια διεθνώς σπάνιο να επιβληθεί νέος φόρος για λόγους άλλους από ψυχοπονιά για το περιβάλλον). Το sustainable κατέληξε λοιπόν να υπονοεί μόνο την περιβαλλοντική πτυχή. Σύμφωνα με τον ορισμό του Penguin Dictionary of Economics (έκδ. 1998), "Sustainable development = The notion that economic development should proceed at a pace and in a manner which will conserve the environment and depletable natural resources". Εξού και η προσθήκη του 2001 στο OED διασπά την έννοια:
sustainable development n. (a) Econ. economic development which can be sustained in the long term; cf. sense 3 [= Capable of being maintained at a certain rate or level] (rare, and perh. not a fixed collocation in this sense); (b) Ecol. utilization and development of natural resources in ways which are compatible with the maintenance of these resources, and with the conservation of the environment, for future generations.
-- Στα ελληνικά η αειφορία, όπως και πολλοί άλλοι όροι, είναι εισαγωγής από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στη Συνθήκη του Μάαστριχτ του 1992 είχε ήδη χρειαστεί να μεταφραστεί το sustainable development, και έγινε "durable" για τους Γάλλους και "σταθερή και διαρκής" για τους Έλληνες. Πάντα ανάπτυξη και αβάντι μαέστρο, σαν να μην είχε μεσολαβήσει τίποτα από τότε που η μόνη επίσημη επιδίωξη ήταν το growth χωρίς πολλά-πολλά. Στο μεταξύ η επίσημη γαλλική απόδοση "durable" δεχόταν κριτική για άδειασμα του κοινωνικού/ ανθρώπινου στοιχείου. Στις επόμενες Συνθήκες έκανε την εμφάνισή της η "αειφόρος ανάπτυξη". Στις τελευταίες Συνθήκες έχουμε αειφόρο ανάπτυξη και αειφόρο διαχείριση των φυσικών πόρων, αλλά το sustainable δεν συναντιέται μόνο εκεί. Το έχουμε επίσης για το ισοζύγιο πληρωμών ("σταθερό"), για τη σύγκλιση ("σταθερή") και για το price performance ("σταθερές επιδόσεις"). Στα γαλλικά το durable διατηρήθηκε, αλλά το viable διαδόθηκε ταχύτατα για πολλές χρήσεις του sustainable, δίνοντας πάσα στα ελληνικά. Αν κάνετε σήμερα αναζήτηση στο europa.eu, θα δείτε ότι η βιώσιμη ανάπτυξη έχει περισσότερες ανευρέσεις από την αειφόρο (7.960 έναντι 7.050), μολονότι η αειφόρος έχει αρκετές υποχρεωτικές χρήσεις λόγω των Συνθηκών.
-- Στα ελληνικά το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο αειφόρο, επειδή υπάρχει σύγχυση μεταξύ growth και development, που κοινώς αμφότερα αποδίδονται κατά συγχώνευση "ανάπτυξη". Η κάποτε κλασική αυτή διάκριση είχε βέβαια διαβρωθεί διεθνώς από τον ρηγκανοθατσερισμό και τη σίγαση των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων που είχαν κεντρικό αίτημα την ανάπτυξη (self-sustained στην περίπτωση αυτή, ήτοι αυτοδύναμη/ αυτοσυντηρούμενη/ αυτοτροφοδοτούμενη, ουδεμία σχέση με sustainable). Στην τωρινή όμως περίοδο των ισχνών αγελάδων (των λαϊκών, οι άλλες τροφαντές μου φαίνονται), υπάρχει τάση να επανακάμψει η διάκριση. Όπως άλλωστε διαβάσαμε τελευταία, η Γαλλία και, αν θυμάμαι καλά, η Γερμανία έβαλαν μπροστά να καταρτίσουν και να βάλουν σε κεντρικό ρόλο "δείκτες ευημερίας" ("δείκτες ευτυχίας" τους έλεγε η εφημερίδα) που θα ενσωματώνουν ψυχολογικά/ υποκειμενικά στοιχεία - ποιος θα εκπλαγεί αν μας πούνε ότι, ναι μεν δεν έχουμε growth, αλλά από development σκίζουμε αφού μας προκύπτει ότι πλέετε σε πελάγη ευτυχίας; Ε λοιπόν, στα ελληνικά η αειφόρος ανάπτυξη προσεγγίζει επικίνδυνα ένα νέτο-σκέτο continuous growth.
-- Πόσα μπορεί να πει μια λέξη από μόνη της; Όχι πολλά αλλά ούτε και πολύ λίγα. Η αειφορία, όντας ακραιφνώς θετική (για να μην πω ειδυλλιακή) έννοια, δεν καταδέχεται ούτε καν να κλείσει το μάτι στον πυρήνα της έννοιας της sustainability. Το διατηρήσιμος και το βιώσιμος δεν πάσχουν από αυτό: που μπορεί να ..., άρα που δεν πριονίζει το κλαδί πάνω στο οποίο κάθεται. Η εισαγωγή στην έννοια είναι υπαινικτική αλλά υπαρκτή. Εγώ προσωπικά, αντιμετωπίζοντας συνήθως το πρόβλημα σε οικονομικά συμφραζόμενα, ανέκαθεν ξεκινούσα κατ' αρχήν με το διατηρήσιμος/ διατηρησιμότητα. Το βιώσιμος δεν το έβρισκα άσκημο, αλλά κάτι δεν μου καθόταν καλά. Ενώ δηλαδή στα γαλλικά άλλο viable και άλλο vivable, στα ελληνικά το viable έχει μάλλον ειδικές χρήσεις (βιώσιμη επιχείρηση/ νεογνό/ κυβέρνηση/ λύση), ενώ στην καθομιλουμένη υπερισχύει σαφώς η έννοια του vivable, ή έτσι μου φαινόταν τέλος πάντων. Αλλά, αντί να φέρω αεί το άχθος της αειφορίας, ούτε λόγος: ψηφίζω δαγκωτό και το βιώσιμος, που άλλωστε έχει ήδη διαδοθεί πολύ. Ομολογώ πάντως ότι σε ορισμένες άλλες χρήσεις του sustainable ένα απλό "φιλοπεριβαλλοντικός" θα ήταν πολύ κοντά στο νόημα.