Πάντως, όσο κι αν είναι συνηθισμένο φαινόμενο, μου φαίνεται λίγο κωμικός αυτός ο τρόμος, τόσο του Στάθη όσο και της κ. Καραϊσκάκη, απέναντι σε λέξεις που δεν τους είναι οικείες, και τις οποίες βαφτίζουν συλλήβδην βαρβαρισμούς ή νεολογισμούς, ενώ μπορεί να είναι λέξεις που είτε καλύπτουν μιαν υπαρκτή ανάγκη είτε είναι καθιερωμένες από δεκαετίες. Τη βελτιστοποίηση τη λέγαμε, θυμάμαι, τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1970. Ή σαν τον άλλο που θεώρησε βαρβαρικό νεολογισμό τη δημοφιλία, λέξη που την έπλασε ο Κοραής.
Από τον Τύπο έχουμε το μεγαλύτερο μπόλιασμα της γλώσσας με νέες λέξεις (και σημασίες). Μπορεί να μην είναι πάντα η αφετηρία του όρου, αλλά να αντιγράφει τα πορίσματα μιας επιστημονικής μελέτης ή το κείμενο κάποιου νομοθετήματος. Μπορεί κάποιος αρθρογράφος να επαναλαμβάνει μια λέξη που διάβασε σε λογοτεχνικό έργο και επιθυμεί να τη διαδώσει. Συχνά, ωστόσο, είναι ξένος νεολογισμός που αναλαμβάνει δημοσιογράφος να μας τον μάθει και έχει και την υποχρέωση να τον αποδώσει με εύστοχο τρόπο.
Οπότε το ερώτημα είναι κατά πόσο αυτές οι αποδόσεις είναι εύστοχες. Αντιπροτείνουν οι δύο δημοσιογράφοι (που ζουν μέσα στο φυτώριο των νεολογισμών) κάποιους άλλους όρους ή προτιμούν να μείνει η γλώσσα εκεί που βρίσκεται κι ας προχωρούν γύρω οι επιστήμες και η τεχνολογία; Το πρόβλημα, βέβαια, με τον Στάθη δεν είναι μόνο που δεν εξηγεί τι τον ενόχλησε τόσο πολύ στην περίπτωση της
εφικτότητας. Είναι η όλη εκφραστική βιαιότητα: λες και στη λέξη έβλεπε όλους μαζί τους πασόκους να κλέβουν τα λεφτά των συνταξιούχων. Κάποιος πρέπει να του μιλήσει για τη Ρεξόνα.
Και μόνον ότι η εταιρεία αυτή (υποκαθιστώντας τους επτά σοφούς) συντάσσει «μελέτη εφικτότητας» (!!!) για τα προγράμματα σπουδών, αποδεικνύει ότι αρκεί να'ναι κανείς τρισβάρβαρος για να θεωρείται μοντέρνος και κάργα προχώ.
Καθ' ότι η «εφικτότητα» δεν είναι απαραιτήτως ένας ακόμα πασόκιος βαρβαρισμός, αλλά είναι οπωσδήποτε ένα ακόμα ίχνος της βλακείας που μαζί με την αγραμματοσύνη, τον «εκσυγχρονισμό» και τις «μεταρρυθμίσεις» «συνωστίζονται» τα τελευταία χρόνια, ποιος θα μας εκπαιδεύσει καλύτερα στην υποταγή, στην ήσσονα προσπάθεια, στον ωχαδερφισμό, εν τέλει στην προσαρμογή στη «Μηχανή»!