Με ταλαιπώρησε λίγο, επειδή δεν είναι στη βάση του biblionet.gr, αλλά το βρήκα και το μοιράζομαι. Το μυθιστόρημα του Τομ Γουλφ The Bonfire of the Vanities έχει μεταφραστεί με τον τίτλο Στο βωμό της ματαιοδοξίας (εκδ. Aquarius) (ενώ η αποτυχημένη ομότιτλη ταινία του Ντε Πάλμα κυκλοφόρησε εδώ με τον τίτλο Απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας).
Να το πιάσω από την αρχή. Vanitas στα λατινικά είναι η κενότητα, η ματαιότητα. Στην αρχή του Εκκλησιαστή έχουμε το γνωστό Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης (αγγλικά: Vanity of vanities, all is vanity, λατινικά: vanitas vanitatum omnia vanitas). Στα αγγλικά το vanitas (λήμμα βάνιτας στον Πάπυρο) χρησιμοποιείται στη ζωγραφική για να περιγράψει νεκρές φύσεις που συμβολίζουν τη ματαιότητα των επίγειων επιτευγμάτων και απολαύσεων.
Κατ’ επέκταση, το vanity είναι η ματαιοδοξία, η κενοδοξία. Το Vanity Fair τού Θάκερι μεταφράστηκε Το πανηγύρι της ματαιοδοξίας. Vanity case είναι το νεσεσέρ (από ταύτιση της φιλαρέσκειας με τη ματαιοδοξία). Ο εκδοτικός οίκος που αναλαμβάνει εκδόσεις «ιδίοις αναλώμασι» ονομάζεται vanity press ή vanity publisher (και αυτές οι «εκδόσεις ματαιοδοξίας», vanity publishing). Υπάρχουν vanity phone numbers και vanity plates.
Όχι, ο κύριος δεν είναι Έλληνας. Κοινοποιεί απλώς ότι το αυτοκίνητό του είναι Λαμποργκίνι.
Τέλος πάντων, μπορεί στα ελληνικά να υπάρξει ένα μπέρδεμα στη μετάφραση του vanity, ανάμεσα στη ματαιότητα και τη ματαιοδοξία.
Ας πάμε μια στιγμή στο bonfire. Φωτιά στο ύπαιθρο, π.χ. για να κάψεις τα ξερά φύλλα του κήπου ή σε μια γιορτή, σαν τις φωτιές του Αϊ-Γιαννιού. Σε τέτοιες υπαίθριες φωτιές καίνε οι Εγγλέζοι ομοιώματα του Γκάι Φοκς τη νύχτα της 5ης Νοεμβρίου (ή έκαιγαν — στις μεγάλες πόλεις το ρίχνουν στα πυροτεχνήματα πια) και οι Ναζί τα βιβλία που δεν ήταν του γούστου τους
Στην κυριολεξία, bonfire of the vanities (στα ιταλικά, Falò delle vanità ή bruciamento delle vanità) ήταν μια τελετή που σοφίστηκε ο φοβερός και τρομερός Σαβοναρόλα, στην οποία έριχναν στην πυρά αντικείμενα που συμβόλιζαν τη ανθρώπινη ματαιοδοξία. Από τη Wikipedia:
Να το πιάσω από την αρχή. Vanitas στα λατινικά είναι η κενότητα, η ματαιότητα. Στην αρχή του Εκκλησιαστή έχουμε το γνωστό Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης (αγγλικά: Vanity of vanities, all is vanity, λατινικά: vanitas vanitatum omnia vanitas). Στα αγγλικά το vanitas (λήμμα βάνιτας στον Πάπυρο) χρησιμοποιείται στη ζωγραφική για να περιγράψει νεκρές φύσεις που συμβολίζουν τη ματαιότητα των επίγειων επιτευγμάτων και απολαύσεων.
Κατ’ επέκταση, το vanity είναι η ματαιοδοξία, η κενοδοξία. Το Vanity Fair τού Θάκερι μεταφράστηκε Το πανηγύρι της ματαιοδοξίας. Vanity case είναι το νεσεσέρ (από ταύτιση της φιλαρέσκειας με τη ματαιοδοξία). Ο εκδοτικός οίκος που αναλαμβάνει εκδόσεις «ιδίοις αναλώμασι» ονομάζεται vanity press ή vanity publisher (και αυτές οι «εκδόσεις ματαιοδοξίας», vanity publishing). Υπάρχουν vanity phone numbers και vanity plates.
Όχι, ο κύριος δεν είναι Έλληνας. Κοινοποιεί απλώς ότι το αυτοκίνητό του είναι Λαμποργκίνι.
Τέλος πάντων, μπορεί στα ελληνικά να υπάρξει ένα μπέρδεμα στη μετάφραση του vanity, ανάμεσα στη ματαιότητα και τη ματαιοδοξία.
Ας πάμε μια στιγμή στο bonfire. Φωτιά στο ύπαιθρο, π.χ. για να κάψεις τα ξερά φύλλα του κήπου ή σε μια γιορτή, σαν τις φωτιές του Αϊ-Γιαννιού. Σε τέτοιες υπαίθριες φωτιές καίνε οι Εγγλέζοι ομοιώματα του Γκάι Φοκς τη νύχτα της 5ης Νοεμβρίου (ή έκαιγαν — στις μεγάλες πόλεις το ρίχνουν στα πυροτεχνήματα πια) και οι Ναζί τα βιβλία που δεν ήταν του γούστου τους
Στην κυριολεξία, bonfire of the vanities (στα ιταλικά, Falò delle vanità ή bruciamento delle vanità) ήταν μια τελετή που σοφίστηκε ο φοβερός και τρομερός Σαβοναρόλα, στην οποία έριχναν στην πυρά αντικείμενα που συμβόλιζαν τη ανθρώπινη ματαιοδοξία. Από τη Wikipedia:
Bonfire of the Vanities (Italian: Falò delle vanità) refers to the burning of objects that are deemed to be occasions of sin. The most famous one took place on 7 February 1497, when supporters of the Dominican priest Girolamo Savonarola collected and publicly burned thousands of objects like cosmetics, art, and books in Florence, Italy, on the Shrove Tuesday festival. The focus of this destruction was nominally on objects that might tempt one to sin, including vanity items such as mirrors, cosmetics, fine dresses, paintings, playing cards, and even musical instruments. Other targets included books that were deemed to be "immoral," such as works by Boccaccio and manuscripts of secular songs, as well as artworks, including paintings and sculpture.
Στην κυριολεξία, λοιπόν, όχι «η καύση των ματαιοτήτων» (όπως το βρίσκω στον Πάπυρο) αλλά «το κάψιμο των ματαιοδοξιών». Και, όχι, δεν με ενοχλεί ο τίτλος που διάλεξε ο Έλληνας εκδότης (με ενοχλεί όταν δεν δίνουν στοιχεία στο biblionet.gr).