Υπογεγραμμένη σύμβαση για σύμβαση η οποία έχει εκτελεστεί και ολοκληρωθεί;
Αχ, συγγνώμη, νομίζω ότι δεν έγινα κατανοητή: αναφέρομαι στην παρακάτω σημασία του executed:
execute
To complete a document and give it a legal and valid form by signing it.
Πέραν του ότι δεν έχει σχέση με αυτό που συζητάμε, υπήρχε περίπτωση να μην ήταν υπογεγραμμένη;
Ναι, φυσικά υπήρχε: πολλές φορές, μια σύμβαση κυκλοφορεί ανάμεσα στα μέρη σε μορφή draft (λέξη η οποία αναγράφεται σε αυτήν), μέχρι τα μέρη να καταλήξουν στην τελική της μορφή, οπότε φέρει και τις λέξεις executed copy, όπως είναι π.χ.
αυτό εδώ. Το ότι το ρήμα έχει και αυτήν την έννοια (στην οποία και αναφέρομαι), φαίνεται π.χ. από σελίδες όπως
αυτή εδώ. Σε μια τέτοια περίπτωση στα ελληνικά νομίζω ότι μόνο το ρήμα
υπογράφω μας καλύπτει.
Εικάζω ότι για να προτείνεις το *
περατωμένη μάλλον επηρεάζεσαι από τον εξής ορισμό του execute (
σε αυτόν το σύνδεσμο στο 6):
carry out terms of legal document: to carry out the terms laid out in a will, legal document, or legal decision
Σε αυτήν την περίπτωση, ωστόσο, από ό,τι έχω δει, στα ελληνικά μιλάμε για εκτέλεση της σύμβασης, τουτέστιν το αγγλικό αντίστοιχο του implement, του fulfill ή του perform.
Πέραν του ότι δεν έχει σχέση με αυτό που συζητάμε [...]
Εγώ νομίζω ότι έχει σχέση με αυτό που συζητάμε. Αν διαφωνείς, ωστόσο, μπορώ να ανοίξω άλλο νήμα.