Στο ΛΝΕΓ υπάρχει 3. (μτφ.) εμπεριέχω: τα ποιήματά του εγκλείουν υψηλές ιδέες και ιδανικά. Μέσα σ' αυτή τη σημασία ενέκλεισαν κι αυτή τη χρήση.
Σύγκρινε λοιπόν, Νίκο, το παραπάνω με τον ορισμό τού ενέχω:Στο ΛΝΕΓ υπάρχει 3. (μτφ.) εμπεριέχω: τα ποιήματά του εγκλείουν υψηλές ιδέες και ιδανικά. Μέσα σ' αυτή τη σημασία ενέκλεισαν κι αυτή τη χρήση.
Σύγκρινε λοιπόν, Νίκο, το παραπάνω με τον ορισμό τού ενέχω:
ενέχω : (λόγ., για λόγο, πράξη, γεγονός) έχω, εκτός από αυτό που φαίνεται ή δηλώνεται, και κτ. άλλο νοητό και συνήθ. κακό·