metafrasi banner

cohort = κοόρτη

nickel

Administrator
Staff member
Δεν μπορώ να ισχυριστώ ότι είναι νεολογισμός, αν και όλες οι σημασίες εκτός από την αρχική, τη στρατιωτική, είναι νεότατες. Η βιολογική, όχι τόσο — στα αγγλικά ξεκίνησε το 1845. Στη δημογραφία, χρησιμοποιείται από το 1944.

Περιέργως, δεν υπάρχει στα γνωστά λεξικά (ΛΝΕΓ, ΛΚΝ), ενώ πολλοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τον λόγιο τύπο σε -ις. Ωστόσο, μπορούμε να το κλίνουμε έτσι όπως κλίνεται πια και η πόλη: η κοόρτη, της κοόρτης, την κοόρτη, οι κοόρτεις, των κοόρτεων, τις κοόρτεις.

Από Wikipedia:
  • Cohort (military unit) (ΠαπΛεξ: τμήμα στρατού από τρεις σπείρες, που αποτελούσε τη βασική μονάδα, δηλαδή το ένα δέκατο, τής ρωμαϊκής λεγεώνας) Βικιπαίδεια: κοόρτις
  • Cohort (computer science), a group of proximate data and/or operations
  • Cohort (statistics), a group of subjects with a common defining characteristic — typically age group
  • Cohort study, a form of longitudinal study used in medicine and social science (Προσθήκη: μελέτη κοόρτης)
  • Cohortocracy, a form of governance with representation by groups present in the governed population
  • Generational cohort (demographics), an aggregation of individuals who experience the same event within the same time interval
  • Cohort model = Μοντέλο της κοόρτης (The cohort model in psycholinguistics and neurolinguistics is a model of lexical retrieval first proposed by William Marslen-Wilson in the late 1980s. It attempts to describe how visual or auditory input (i.e., hearing or reading a word) is mapped onto a word in a hearer's lexicon. According to the model, when a person hears speech segments real-time, each speech segment "activates" every word in the lexicon that begins with that segment, and as more segments are added, more words are ruled out, until only one word is left that still matches the input.)
  • Ταξινομικά, η βαθμίδα κοόρτη βρίσκεται μεταξύ ανθυφομοταξίας και υπερτάξης (Πάπυρος).
 
Last edited:

pidyo

New member
ενώ πολλοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τον λόγιο τύπο σε -ις. Ωστόσο, μπορούμε να το κλίνουμε έτσι όπως κλίνεται πια και η πόλη: η κοόρτη, της κοόρτης, την κοόρτη, οι κοόρτεις, των κοόρτεων, τις κοόρτεις.
Ασφαλώς μπορούμε. Δεν είχε δα και τόσο πλούσια ιστορία ως τριτόκλιτη η λέξη: από τις πέντε έξι μνείες, μόνο στον Πολύβιο είναι κανονικό τριτόκλιτο. Σε επιγραφές είναι ήδη πρωτόκλιτο.
 
Το cohort study έχει αποδοθεί "μελέτη κοόρτης" και έτσι το βρίσκω και στην Ελλ. Βίκη.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Ωστόσο, μπορούμε να το κλίνουμε έτσι όπως κλίνεται πια και η πόλη: η κοόρτη, της κοόρτης, την κοόρτη, οι κοόρτεις, των κοόρτεων, τις κοόρτεις
Και γιατί όχι κατευθείαν οι κοόρτες, τις κοόρτες όπως κάνουν ήδη οι hoi polloi;:confused:

Όχι βέβαια *κοορτές κατά τις γιορτές...
 

Earion

Moderator
Staff member
Άσχετο (καμιά σχέση με βιολογία), αλλά, μια και πρόκειται για στρατιωτική ιστορία, έχω μια διευκρίνιση: η ελληνική λέξη που μεταφράζει το λατινικό όρο cohors είναι σπείρα (η Βικιπαίδεια από βιασύνη τα μπερδεύει λιγάκι), όπως ακριβώς η σπείρα (των στρατιωτών του Ναού) που συνέλαβε τον Ιησού στον κήπο της Γεθσημανή. Η λέξη αφθονεί σε ελληνικούς παπύρους και ήδη πολύ πριν από τον 4ο αι. υπάρχει σχετική βραχυγραφία που σημαίνει σπείρα (κοόρτις) και είναι αυτή εδώ:


Όχι, δεν είναι αυτό που νομίσατε. Επαναλαμβάνω, είναι η συντομογραφία για τη λέξη "σπείρα".
 
Last edited by a moderator:

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Το είδα, και για να κάνω ακομη πιο σωστή δουλειά θα έπρεπε να κοιτάξω και τι ενικό χρησιμοποιούν κλπ κλπ. Προφανώς το hoi polloi δεν ήταν σωστό, αλλά η απορία παραμένει. Γιατί να μην υιοθετήσουμε για μια λέξη, που όπως έγραψε και ο π2 δεν έκανε και ιδιαίτερα καριέρα τριτόκλιτης ούτε στα αρχαία, το απλό κλιτικό παράδειγμα Ο30 κατά ΛΚΝ (μάχη, μάχες κλπ);
 

nickel

Administrator
Staff member
Άσχετο (καμιά σχέση με βιολογία), αλλά, μια και πρόκειται για στρατιωτική ιστορία, έχω μια διευκρίνιση: η ελληνική λέξη που μεταφράζει το λατινικό όρο cohors είναι σπείρα
Εγώ αυτό που πρόσεξα ήταν η διαφορά ανάμεσα σε Πάπυρο («τμήμα στρατού από τρεις σπείρες») και Βικιπαίδεια («Η κοόρτις αποτελούνταν από 3 λόχους»). Μήπως στο μέρος της κοόρτης αναφέρεσαι;
 

nickel

Administrator
Staff member
Γιατί να μην υιοθετήσουμε για μια λέξη, που όπως έγραψε και ο π2 δεν έκανε και ιδιαίτερα καριέρα τριτόκλιτης ούτε στα αρχαία, το απλό κλιτικό παράδειγμα Ο30 κατά ΛΚΝ (μάχη, μάχες κλπ);
Επειδή στους νεότερους χρόνους έχει κάνει καριέρα ως τριτόκλιτο και πρώην τριτόκλιτο; Ενώ τα κοόρτη είναι περισσότερα από τα κοόρτις, τα κοόρτεις είναι δεκαπλάσια από τα κοόρτες. Θα μου πεις ότι τα κοορτών είναι κατά τι περισσότερα από τα κοόρτεων και δεν θα βγάλουμε άκρη. (Σιγά μη βγάλεις με μια γλώσσα εν εξελίξει.)
 

pidyo

New member
Άσχετο (καμιά σχέση με βιολογία), αλλά, μια και πρόκειται για στρατιωτική ιστορία, έχω μια διευκρίνιση: η ελληνική λέξη που μεταφράζει το λατινικό όρο cohors είναι σπείρα (η Βικιπαίδεια από βιασύνη τα μπερδεύει λιγάκι), όπως ακριβώς η σπείρα (των στρατιωτών του Ναού) που συνέλαβε τον Ιησού στον κήπο της Γεθσημανή. Η λέξη αφθονεί σε ελληνικούς παπύρους και ήδη πολύ πριν από τον 4ο αι. υπάρχει σχετική βραχυγραφία που σημαίνει σπείρα (κοόρτις) και είναι αυτή εδώ:



Όχι, δεν είναι αυτό που νομίσατε. Επαναλαμβάνω, είναι η συντομογραφία για τη λέξη "σπείρα".

Εικόνα δεν βλέπω.

Τα πράγματα με την σπείρα είναι λίγο πιο σύνθετα. Καταρχάς, σπείρα ως μη μεταφρασμένος τεχνικός όρος είναι μονάδα του μακεδονικού στρατού, αποτελούμενη (ονομαστικά) από 256 άνδρες. Ως μετάφραση των μονάδων του ρωμαϊκού στρατού υποτίθεται πως μεταφράζει αρχικά (και τουλάχιστον ως τον Πολύβιο· δεν είναι τυχαίο που ο Πολύβιος για την κοόρτη χρησιμοποιεί τον όρο κοόρτη:) ) τον manipulus, μικρότερη και παλαιότερη μονάδα της λεγεώνας και μόνο αρκετά αργότερα την κοόρτη.
 

bernardina

Moderator
Με την ευκαιρία του κειμένου που μεταφράζω, να βάλω εδώ το cohort και με την έννοια του φίλου, του συντρόφου, του συναγωνιστή ή, ακόμα καλύτερα, του συνεργού/συνενόχου (#2 και #5).
Η φράση που βρήκα λέει για τον (αποστρατευμένο και άτακτο πλέον) οπλίτη Τάδε and his cohorts (οι οποίοι δολοφόνησαν χτυπώντας έως θανάτου με τα κοντάκια τους τον Χ και την Ψ κλπ...)
 

nickel

Administrator
Staff member
Να μου επιτρέψεις να προσυπογράψω το σχόλιο που δημοσιεύτηκε στο Times Literary Supplement (25/11/1965): «The new American vulgarism of ‘cohort’ meaning ‘partner’». Σημασία που προέκυψε από ανθρώπους που αγνοούσαν την αρχική και ιστορική σημασία της λέξης.
 

SBE

¥
Όλες σχεδόν οι σημασίες της λέξης που δίνονται στο 1 από αυτή την άγνοια δεν προέκυψαν;

ΥΓ Στο πανεπιστήμιό μου το χρησιμοποιούν για να δηλώσουν την τάξη, τη φουρνιά, την ομάδα συμφοιτητών από την ίδια χρονιά.
 

nickel

Administrator
Staff member
Όλες σχεδόν οι σημασίες της λέξης που δίνονται στο 1 από αυτή την άγνοια δεν προέκυψαν;
Η κοόρτη είναι σύνολο ατόμων. Κάποιοι άκουγαν το «and his cohorts» και μετέτρεψαν το cohort σε άτομο («σύντροφο»). Αυτό το λάθος δεν γίνεται στις άλλες σημασίες.
 

bernardina

Moderator
Νικ, φαίνεται ότι από το 1965 μέχρι σήμερα έχει κυλήσει πολύ νερό στ' αυλάκι.
Εν πάση περιπτώσει εγώ ένιωσα την υποχρέωση να επισημάνω και αυτή τη χρήση από έναν έγκριτο συγγραφέα. Δεν είναι υποχρεωτικό να παραμείνει στο νήμα.
 

nickel

Administrator
Staff member
Μα είναι υποχρεωτικό να παραμείνει στο νήμα.
Να μου πεις πάντως αν φταις εσύ για τη διάδοσή της. :)
 

bernardina

Moderator
Μα είναι υποχρεωτικό να παραμείνει στο νήμα.
Να μου πεις πάντως αν φταις εσύ για τη διάδοσή της. :)
Μα είναι γνωστό ότι τρελαίνομαι να σπέρνω ζιζάνια. icon_mrgreen.gif
 

nickel

Administrator
Staff member
Τσίμπησα και usage note από το ODE:

The earliest sense of cohort is ‘a unit of men within the Roman army’. In the mid 20th century a new sense developed in the US, meaning ‘a companion or colleague’, as in young Jack arrived with three of his cohorts. Although this use is well established (it accounts for the majority of the citations for this word in the Oxford English Corpus), some people object to it on the grounds that cohort should only be used for groups of people, never for individuals.
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Xε χε, χτες το βράδυ σ' αυτό το cohorts κοντοστάθηκα:

(CNN) ... But that's why we've scoured the planet, demanded answers from our most well traveled friends, colleagues and cohorts, absorbed passionate pleas from readers, researched, investigated and examined the evidence then finally tipped the sand from our shoes, washed the brine from our eyes and put together a pretty good guide to the best beaches on the planet. ...

Λέτε να επηρεάστηκε και από το consort, ρήμα και ουσιαστικό (όχι βέβαια με την παλιά σημασία του βασιλικού συζύγου);

Από την άλλη μεριά του πόντου (the other side of the pond :-\), άλλο ένα σημείωμα για τη χρήση:

Usage Note: In Caesar's Gallic War a cohort was a unit of soldiers. There were 6 centuries (100 men) to a cohort, 10 cohorts to a legion (therefore 6,000 men). A century, then, would correspond to a company, a cohort to a battalion, and a legion to a regiment. Because of the word's history, some critics insist that cohort should be used only to refer to a group of people and never to an individual. In recent years, however, the use of cohort to refer to an individual rather than a group has become very common and is now in fact the dominant usage. Seventy-one percent of the Usage Panel accepts the sentence The cashiered dictator and his cohorts have all written their memoirs, while only 43 percent accepts The gangster walked into the room surrounded by his cohort. Perhaps because of its original military meaning and paramilitary associations, cohort usually has a somewhat negative connotation, and therefore critics of the President rather than his supporters might use a phrase like the President and his cohorts.

The American Heritage Dictionary of the English Language, Fourth Edition 2000, updated in 2009
 
Top