Το νήμα ξεκίνησε νυσταλέα (περίπου σαν το Μουντιάλ), αλλά έφτανε μια προκλητική ερώτηση («Γιατί σνομπάρετε το ερώτημα;») για να πάρει φωτιά.
Ως ελεύθερος επαγγελματίας ο μεταφραστής δεν μπορεί να νιώθει σιγουριά. Στον εκδοτικό χώρο, όπου η ζήτηση θα μπορούσε να είναι ελαστική μέχρι σχεδόν μηδενική, υπάρχει τεράστια ανασφάλεια. Στο χώρο των γραφείων του εξωτερικού οι τιμές μένουν σταθερές εδώ και 10 χρόνια ή πέφτουν. Για τον υποτιτλισμό τα είπαμε.
Προστέθηκαν πάρα πολλές δουλειές στο χώρο τα τελευταία χρόνια, αλλά προφανώς αυξήθηκε ακόμα περισσότερο η προσφορά μεταφραστικών χεριών. Ταυτόχρονα, είναι τόσο πολύμορφος που είναι πανδύσκολο να τον περιγράψεις ή να σκεφτείς πώς θα μπορούσε να μπει τάξη. Τα ξέρετε αλλά θα τα ξαναπώ:
1) Πώς μπορεί να συγκριθεί ο μεταφραστής με άλλα ελεύθερα επαγγέλματα όταν ο πελάτης του γιατρού, του δικηγόρου ή του υδραυλικού απαιτεί το τέλειο ενώ ο πελάτης του μεταφραστή βολεύεται συχνά και συνειδητά με κάτι λιγότερο από τέλειο μέχρι ένα «να καταλάβω απλώς θέλω». Το ποιοτικό φάσμα που μπορεί να είναι αποδεκτό στη μεταφραστική αγορά είναι ευρύτατο, δεν συγκρίνεται με κανενός άλλου επαγγέλματος.
2) Ταυτόχρονα η μετάφραση είναι κάτι που πολλοί είναι διατεθειμένοι να κάνουν για χόμπι, και μάλιστα χωρίς καμιά φιλοδοξία να το γυρίσουν κάποτε σε κανονικό βιοπορισμό. Τους αρέσει αυτό το παιχνίδι ανάμεσα στις δύο γλώσσες που κάνουν καθισμένοι στο σπίτι τους με τις πιτζάμες τους. Αρχίζει ένα άλλο φάσμα εδώ: από το «θα μεταφράσω αυτό το βιβλίο που διάβασα και μου άρεσε, στο σπίτι μου, χωρίς προθεσμίες, χωρίς σπουδές, χωρίς λεξικά, χωρίς αφεντικά, χωρίς το χέρι του κράτους στην τσέπη μου», μέχρι το «έφαγα χρονάκια στο Ιόνιο, επένδυσα χρόνο και χρήμα σε σχολές και λεξικά και κομπιούτερ και γραφείο και έναρξη και κάθε μήνα ΤΕΒΕ, και τώρα μεταφράζω ό,τι μου ζητάνε μη χάσω τον πελάτη, καμιά φορά τριάντα ώρες την ημέρα, άλλοτε βαρώντας μύγες επί μία εβδομάδα». Πείτε μου: ξέρετε άλλο επάγγελμα που να καλύπτει ίδιο φάσμα ως προς το εύρος της επένδυσης και της προσδοκίας; Μπορώ να φανταστώ τεράστιες διαφορές ανάμεσα στις αμοιβές που παίρνουν οι μεγαλογιατροί και οι μεγαλοδικηγόροι από τη μια, το γιατρουδάκι ή ο μικροδικηγόρος από την άλλη, αλλά κανένας άλλος δεν κάνει τον επαγγελματία με τα κολλυβογράμματα του λυκείου, από τη θαλπωρή του σπιτιού του.
Οι καινούργιες φουρνιές μεταφραστών είναι διατεθειμένοι να δουλέψουν σε μια συμφωνία κατεργαραίων με τους πελάτες, που δεν μπορούμε να πούμε ότι είναι θύματα απάτης — προφανώς, αντιλαμβάνονται τη σχέση τιμής–ποιότητας και αδιαφορούν. Είναι φυσιολογικό, έτσι λειτουργεί η αγορά, πώς αλλιώς θα πλασαριστεί ο νέος στο επάγγελμα; Όμως αυτό γίνεται νοσηρό όταν παγιώνεται: όταν οι νέοι παλιώνουν αλλά δεν διεκδικούν καλύτερες αμοιβές, όταν οι πελάτες μαθαίνουν να βολεύονται με το φτηνό. Ιδιαίτερα όταν όλη αυτή η προσφορά φτηνού κρατάει χαμηλά τις τιμές όλης της αγοράς.
Σε έναν χώρο όπου μπορείς να συναντήσεις κάθε καρυδιάς καρύδι, όπου ακόμα και ο πιο καλοπληρωμένος επαγγελματίας δεν βλέπει ούτε με κιάλι τις αμοιβές άλλων καλοπληρωμένων επαγγελματιών (εκτός αν γίνει επιχειρηματίας και ξεζουμίζει άλλους μεταφραστές), όπου είναι ελάχιστοι αυτοί που έχουν σιγουριά με σταθερό και ικανοποιητικό εισόδημα, είναι αναμενόμενο να υπάρχει αγανάκτηση για συναδέλφους που, όπως εύστοχα ανέφερε η crystal, δεν είναι διατεθειμένοι να δουν φιλόδοξα το ρόλο τους, αλλά αντίθετα προτιμούν να εγκλωβιστούν σε μια μη διεκδικητική, ανεύθυνη, αυτοαπαξιωτική ρουτίνα, όπου η κακή αμοιβή γίνεται τελικά «άλλοθι», δικαιολογία για προχειροδουλειά: επειδή δεν θέλω ή δεν μπορώ να γίνω καλύτερος, δεν διεκδικώ καλύτερη αμοιβή και μπορώ να επικαλούμαι τις χαμηλές αμοιβές για να μην κοπιάζω να γίνω καλύτερος.
Υπάρχουν ανωμαλίες στο χώρο και κομμάτια του χώρου πιο ανώμαλα από τα άλλα. Είναι άγρια αγορά όπου δεν μπορεί κανείς να ελπίζει ότι θα μπορούσε να ισχύσει αυτό που είπε η anef: «Γιατί να μην είναι παράνομο να πληρώνει κανείς εργαζόμενο με αμοιβές με τις οποίες δεν μπορεί να ζήσει;» Όμως γιατί να υπάρχουν νόμοι που να λένε πόσο ΤΕΒΕ πρέπει να πληρώνουμε, αλλά αδιαφορία για το πού θα τα βρούμε να πληρώσουμε;
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η σημερινή μεταφραστική αγορά είναι ένα πρόσφατο φαινόμενο. Οι δουλειές αυξήθηκαν πολύ την τελευταία εικοσαετία, το διαδίκτυο χρησιμοποιήθηκε ευρύτερα την τελευταία δεκαετία. Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια είχαμε και τη μεγάλη παραγωγή μεταφραστών αλλά και «μεταφραστών».
Η κρίση θα μειώσει τη δραστηριότητα σε όλους τους κλάδους της μετάφρασης. Οι δουλειές θα είναι λιγότερες και κάποιοι επιχειρηματίες θα επιδιώξουν να κάνουν περικοπές των αμοιβών. Κοιτάξτε τον πληθωρισμό, κοιτάξτε τις υποχρεώσεις σας. Ανήκουν οι επαγγελματίες μεταφραστές στις ομάδες του πληθυσμού που αντέχουν μείωση των αποδοχών τους; Πιστεύω ότι όχι. Ατομικά ο κάθε μεταφραστής και συλλογικά όπου υφίστανται φορείς ας εξηγήσουν ότι δεν πάει παρακάτω. Δεν πάει παρακάτω.
Η κρίση μπορεί να έχει διαλυτική επίδραση. Μπορεί και το αντίθετο. Οι μεταφραστές θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να βρουν κοινή γλώσσα, να συνεννοηθούν, αντί να αναζητούν τι τους χωρίζει.