Αντιγράφω ένα σημείωμά μου που είχα κάποτε δημοσιεύσει σε ένα άλλο φόρουμ:
Πολύ συχνό λάθος: Γράφουν ή λένε "αναδύει", εκεί που θέλουν να πουν "αναδίδει", και "αναδύεται" εκεί που θέλουν να πουν "αναδίδεται". Τα λάθος *αναδύει που βρίσκουμε στο Google είναι χιλιάδες. Τα αναδύεται με λάθος χρήση είναι πολύ λιγότερα.
Τίτλος στον Ριζοσπάστη:
Οσμή θανάτου αναδύει το «αμερικανικό όνειρο».
Ποια είναι η σωστή χρήση;
1. Το *αναδύω είναι διπλά λάθος, επειδή δεν υπάρχει λέξη αναδύω, αλλά μόνο αναδύομαι, και σημαίνει βγαίνω από το βυθό στην επιφάνεια. Είναι το αντίθετο του καταδύομαι.
Αντιγράφω από το ΛΚΝ:
αναδύομαι:
1α.ανεβαίνω από το βυθό στην επιφάνεια. ANT καταδύομαι: Tο υποβρύχιο / ο δύτης αναδύεται. || H αναδυομένη Aφροδίτη και ως ουσ. η Aναδυομένη, προσωνυμία της θεάς Aφροδίτης, που σύμφωνα με το μύθο γεννήθηκε από τον αφρό της θάλασσας. β. για κτ. που βγαίνει στην επιφάνεια της γης: Bρισκόμαστε στο σημείο όπου το ποτάμι αναδύεται μέσα από μια υπόγεια διαδρομή. || Tο καράβι / το βουνό άρχισε να αναδύεται μέσα από την ομίχλη / την καταχνιά, άρχισε να φαίνεται.
2. (μτφ.) για κατάσταση ή για φαινόμενο που εμφανίζεται προοδευτικά, συνήθ. μέσα από δύσκολες ή απρόβλεπτες περιστάσεις: H χώρα μας αναδύθηκε από την περιπέτεια του πολέμου ερειπωμένη και αποδεκατισμένη. [λόγ. < αρχ. ἀναδύομαι]
2. Από την άλλη πλευρά, "αναδίδω" σημαίνει βγάζω προς όλες τις κατευθύνσεις (κάτι που βρίσκεται σε αέρια ή υγρή κατάσταση).
αναδίδω -ομαι P (μόνο στο ενεστ. θ.) πρτ. ανέδιδα και ανάδιδα:
βγάζω, σκορπίζω προς όλες τις κατευθύνσεις κτ. που βρίσκεται σε αέρια ή σε υγρή κατάσταση· αναδίνω: O βόθρος αναδίδει μια αφόρητη δυσωδία. Aπό τον κήπο αναδίδεται ένα λεπτό άρωμα. O βορινός τοίχος του σπιτιού αναδίδει υγρασία. || για ήχους: H κιθάρα ανέδιδε γλυκούς τόνους. [λόγ. < μσν. αναδίδω < αρχ. ἀναδίδωμι κατά την εξέλ. δίδωμι > δίδω]
Και, βεβαίως, οι οσμές αναδίδονται, δεν αναδύονται. Για να είμαστε σίγουροι ότι το χρησιμοποιούμε σωστά, αρκεί να σκεφτούμε αν μπορεί να ισχύει το αντίθετο: μπορούν να καταδυθούν οι οσμές, δηλαδή να κάνουν μακροβούτι; Αφού δεν μπορούν, τότε το σωστό είναι αναδίδω/αναδίδομαι και όχι αναδύομαι (και φυσικά όχι αναδύω, που είναι ανύπαρκτο ρήμα).
Πολύ συχνό λάθος: Γράφουν ή λένε "αναδύει", εκεί που θέλουν να πουν "αναδίδει", και "αναδύεται" εκεί που θέλουν να πουν "αναδίδεται". Τα λάθος *αναδύει που βρίσκουμε στο Google είναι χιλιάδες. Τα αναδύεται με λάθος χρήση είναι πολύ λιγότερα.
Τίτλος στον Ριζοσπάστη:
Οσμή θανάτου αναδύει το «αμερικανικό όνειρο».
Ποια είναι η σωστή χρήση;
1. Το *αναδύω είναι διπλά λάθος, επειδή δεν υπάρχει λέξη αναδύω, αλλά μόνο αναδύομαι, και σημαίνει βγαίνω από το βυθό στην επιφάνεια. Είναι το αντίθετο του καταδύομαι.
Αντιγράφω από το ΛΚΝ:
αναδύομαι:
1α.ανεβαίνω από το βυθό στην επιφάνεια. ANT καταδύομαι: Tο υποβρύχιο / ο δύτης αναδύεται. || H αναδυομένη Aφροδίτη και ως ουσ. η Aναδυομένη, προσωνυμία της θεάς Aφροδίτης, που σύμφωνα με το μύθο γεννήθηκε από τον αφρό της θάλασσας. β. για κτ. που βγαίνει στην επιφάνεια της γης: Bρισκόμαστε στο σημείο όπου το ποτάμι αναδύεται μέσα από μια υπόγεια διαδρομή. || Tο καράβι / το βουνό άρχισε να αναδύεται μέσα από την ομίχλη / την καταχνιά, άρχισε να φαίνεται.
2. (μτφ.) για κατάσταση ή για φαινόμενο που εμφανίζεται προοδευτικά, συνήθ. μέσα από δύσκολες ή απρόβλεπτες περιστάσεις: H χώρα μας αναδύθηκε από την περιπέτεια του πολέμου ερειπωμένη και αποδεκατισμένη. [λόγ. < αρχ. ἀναδύομαι]
2. Από την άλλη πλευρά, "αναδίδω" σημαίνει βγάζω προς όλες τις κατευθύνσεις (κάτι που βρίσκεται σε αέρια ή υγρή κατάσταση).
αναδίδω -ομαι P (μόνο στο ενεστ. θ.) πρτ. ανέδιδα και ανάδιδα:
βγάζω, σκορπίζω προς όλες τις κατευθύνσεις κτ. που βρίσκεται σε αέρια ή σε υγρή κατάσταση· αναδίνω: O βόθρος αναδίδει μια αφόρητη δυσωδία. Aπό τον κήπο αναδίδεται ένα λεπτό άρωμα. O βορινός τοίχος του σπιτιού αναδίδει υγρασία. || για ήχους: H κιθάρα ανέδιδε γλυκούς τόνους. [λόγ. < μσν. αναδίδω < αρχ. ἀναδίδωμι κατά την εξέλ. δίδωμι > δίδω]
Και, βεβαίως, οι οσμές αναδίδονται, δεν αναδύονται. Για να είμαστε σίγουροι ότι το χρησιμοποιούμε σωστά, αρκεί να σκεφτούμε αν μπορεί να ισχύει το αντίθετο: μπορούν να καταδυθούν οι οσμές, δηλαδή να κάνουν μακροβούτι; Αφού δεν μπορούν, τότε το σωστό είναι αναδίδω/αναδίδομαι και όχι αναδύομαι (και φυσικά όχι αναδύω, που είναι ανύπαρκτο ρήμα).