Τη λέξη την είδα για πρώτη φορά χτες, στο κυριακάτικο άρθρο του Χρήστου Γιανναρά στην Καθημερινή, στο οποίο προφανώς κουβεντιάζει (όρος ουδέτερος — για την ακρίβεια, βρίζει πατόκορφα, κάτι που συνηθίζει τα τελευταία ... χρόνια ο Χ.Γ., χάνοντας το δίκιο του τις λίγες φορές που συναντιόνται τα δυο τους) τους τέσσερις υποψήφιους για την προεδρία της Νέας Δημοκρατίας. Θεώρησα ότι πρόκειται για «άπαξ λεγόμενον», αν και χρήσιμο (γλιτώνουμε από το «αυτοπροταθέντες», άντε και από μια «αυτοπροταθείσα»).
Τα «Όχι» των αυθυποψηφίων.
Ε, άντε να το μεταφράσω κι εγώ, να τριτώσει το κακό. Ωστόσο, σύμφωνα με το Καταστατικό του κόμματος, ο κάθε υποψήφιος καταθέτει λίστα με υπογραφές στήριξης της υποψηφιότητας, οπότε, τυπικά, δεν έχουμε «αυθυποψηφιότητες».
Δήλωσαν από μόνοι τους υποψήφιοι για την αρχηγία. [...] Ξέρουν οι αυθυποψήφιοι ότι η ποδοσφαιρόμυαλη μάζα ψηφίζει τους ωραίους, τις χαμογελαστές, τους μπουφόνικους κενολόγους.
[...]
Και οι τέσσερις αυθυποψήφιοι ηγέτες εγγυώνται την πολιτική και κοινωνική εκπόμπευση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Σήμερα η λέξη επανεμφανίστηκε σε ανασκοπικό άρθρο της Ελευθεροτυπίας, όπου ο Γ. Κιούσης ξεσηκώνει τον νεολογισμό (πρωτολογισμό;) του Γιανναρά και τον βάζει στον τίτλο:[...]
Και οι τέσσερις αυθυποψήφιοι ηγέτες εγγυώνται την πολιτική και κοινωνική εκπόμπευση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Τα «Όχι» των αυθυποψηφίων.
Ε, άντε να το μεταφράσω κι εγώ, να τριτώσει το κακό. Ωστόσο, σύμφωνα με το Καταστατικό του κόμματος, ο κάθε υποψήφιος καταθέτει λίστα με υπογραφές στήριξης της υποψηφιότητας, οπότε, τυπικά, δεν έχουμε «αυθυποψηφιότητες».