Ο πωλών, η πωλούσα, το...;

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Καλημέρα σας!
Λύστε μου μια απορία, ζεβουζανπρί: πώς κάνει το ουδέτερο αυτής της αναθεματισμένης μετοχής και κυρίως πού ψάχνουμε να τα βρούμε αυτά; Έχω φάει γραμματικές και λεξικά και τζίφος, ή κάτι κάνω λάθος ή πρέπει να αναχωρήσω για μέρη μαγικά και ονειρεμένα να ξεκουραστώ γιατί δε μου 'μεινε νιονιό :eek:
 
Το πωλώ γίνεται με συναίρεση του πωλέω. Η κατάληξη της ενεργητικής μετοχής ενεστώτα ουδετέρου γένους είναι -ον.

Άρα έχουμε το πωλέον -> το πωλούν. (βλέπε Γραμματική Αρχαίας Ελληνικής λυκείου, ΟΕΔΒ, σελ. 204.)

Προφανώς δυσκολεύτηκες να πάρεις απάντηση γιατί στράφηκες σε εγχειρίδια της Νέας Ελληνικής.
 

nickel

Administrator
Staff member
Σωστά. Το πωλούν. Προσπαθώ τώρα να φανταστώ πού θα μπει. (—Το πωλούν; —Το πωλούν, αλλά δεν το αγοράζουν.) Σαν το άλλο με τα Ζιτάν (—Ένα πακέτο Γκολουάζ. —Μου έχουν τελειώσει. —Ζιτάν; —Ζητάν, γι' αυτό μου τέλειωσαν.)
 

daeman

Administrator
Staff member
-Τι είν' τούτ' κει πάν';
-Μιράζ 2000.
-Μοιράζ', μοιράζ', μόνου σι μας δεν δίν'!
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Μήπως μπορεί κάποιος καλός άνθρωπος να μου σκανάρει τη γραμματική γιατί δεν την έχω εύκαιρη εδώ που είμαι και έχουμε και μια διαφωνία; Εγώ το πωλούν είχα γράψει και μου το διόρθωσαν σε πωλών (ναι, με ωμέγα :))
 

daeman

Administrator
Staff member
Ε, δεν μπορώ να αντισταθώ, μόνος στη μικρή περιοχή!:p Αυτό και το βουλώνω.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Η δική μου, εντελώς μπακάλικη, προσέγγιση (μια και δεν ξέρω αρχαία):
1. Για να έχει ουδέτερο -ών, πρέπει να έχει θηλυκό σε -ώσα (ΔΕΝ έχει).
2. Για να έχει ουδέτερο -ον, θα πρέπει το θηλυκό σε -ουσα να είναι προπαροξύτονο (ΔΕΝ είναι).
3. Επίσης, υπάρχουν και επίθετα με ουδέτερα σε -ον, αλλά εκείνα έχουν θηλυκό σε -ών (ΔΕΝ είναι επίθετο, αλλά και ΔΕΝ έχει τέτοιο θηλυκό).
4. Άρα τι μένει; Μα, το -ών, -ούσα, -ούν!
Άπό το ΛΚΝ:

-ών -ούσα -ούν [ón] : κατάληξη λόγιας μετοχής του ενεργητικού ενεστώτα ρημάτων της β' συζυγίας, β' τάξης· κυρίως σε στερεότυπη χρήση (εκφράσεις, φράσεις, επιστημονικό λεξιλόγιο κτλ.) με επιθετική λειτουργία ή σε θέση ουσιαστικού· (πρβ. -ων -ουσα -ον, -ών -ώσα -ών): 1. Bαρυπενθούσα χήρα. Mετανοούσα Mαγδαληνή. Συγκοινωνούντα δοχεία. Διοικούσα επιτροπή. Oι αντιφρονούντες / οι αναξιοπαθούντες / οι δεινοπαθούντες. 2. O αιτών. Kροτούν αέριο. [λόγ. < αρχ. επίθημα μεε. περισπώμενων ρ. της β' τάξης -ῶν: αρχ. κρατ-ῶν]

-ων -ουσα -ον [on] : κατάληξη λόγιας μετοχής του ενεργητικού ενεστώτα ρημάτων της πρώτης συζυγίας με επιθετική λειτουργία ή σε ουσιαστικοποιημένη χρήση· (πρβ. -ών -ώσα -ών, -ών -ούσα -ούν): 1. σε στερεότυπη χρήση (εκφράσεις, φράσεις, επιστημονικό λεξιλόγιο κτλ.): Θεού θέλοντος και καιρού επιτρέποντος. H λανθάνουσα γλώσσα λέει την αλήθεια. O ενάγων. Eκ των ενόντων. Eπί του παρόντος. Προς το παρόν. Yπέρ το δέον. 2. με αυξανόμενη συχνότητα ιδιαίτερα στο γραπτό λόγο προκειμένου να καλύψει την απουσία κλιτού τύπου μετοχής του ενεργητικού ενεστώτα: εξέχων εξέχουσα εξέχον, τρέχων τρέχουσα τρέχον, σημαίνων σημαίνουσα σημαίνον, πρωτεύων πρωτεύουσα πρωτεύον, υπάρχων υπάρχουσα υπάρχον, λανθάνων λανθάνουσα λανθάνον. 3. (ειρ.) σε ευκαιριακούς σχηματισμούς ακόμη και – ή κυρίως– στις περιπτώσεις που το ρήμα δεν επιδέχεται λόγιες καταλήξεις: O παίζων ζάρια. Ένα πλοίο ταξιδεύον. [λόγ. < αρχ. επίθημα μεε. βαρύτονων ρ. -ων: αρχ. σῴζ-ων, σώζ-ων]

-ών -ώσα -ών [ón] : κατάληξη λόγιας μετοχής του ενεργητικού ενεστώτα ρημάτων της β' συζυγίας, α' τάξης· κυρίως σε στερεότυπη χρήση (εκφράσεις, φράσεις, επιστημονικό λεξιλόγιο κτλ.) με επιθετική λειτουργία ή σε θέση ουσιαστικού· (πρβ. -ων -ουσα -ον, -ών -ούσα -ούν): H κυβερνώ σα παράταξη. Tο κυβερνών κόμμα. Aποχρών λόγος. Oι κυβερνώντες. [λόγ. < αρχ. επίθημα μεε. περισπώμενων ρ. της α' τάξης -ῶν: αρχ. τολμ-ῶν]

-ων -ων -ον [on] αρσ. και θηλ. γεν. -ονος, αιτ. -ονα, πληθ. -ονες, γεν. -όνων, αιτ. -ονες, ουδ. γεν. -ονος, πληθ. -ονα, γεν. -όνων : κατάληξη λόγιων τριγενών και δικατάληκτων επιθέτων· μέσα στην πρόταση λειτουργούν συνήθ. σε θέση κατηγορουμένου ή ουσιαστικού: αγνώμων, αλλόφρων, ισχυρογνώμων, μετριόφρων, σώφρων· συχνά μεταπλάθονται για να προσαρμοστούν στη μορφολογία της νέας ελληνικής: I. το αρσενικό γένος: 1. μεταπλασμός σε -ονας, στην περίπτωση που η αποδιδόμενη από το επίθετο ιδιότητα αφορά πρόσωπο: βασιλόφρονας, εθνικόφρονας, ισχυρογνώμονας, μετριόφρονας. 2. μεταπλασμός σε -ονος, κυρίως στην περίπτωση που η αποδιδόμενη από τα επίθετα ιδιότητα δεν αφορά πρόσωπο, χωρίς να αποκλείονται και αναλογικοί σχηματισμοί αυτών των επιθέτων σύμφωνα με την απλοποίηση σε -ονας: ατέρμονος, επίμονος. II. το θηλυκό γένος: μεταπλασμός σε -ονη με επικρατέστερη προς το παρόν τη χρήση του λόγιου τύπου σε -ων: αλλόφρονη, ευγνώμονη, ατέρμονη. III. το ουδέτερο γένος: μεταπλασμός σε -ονο με επικρατέστερη προς το παρόν τη χρήση του λόγιου τύπου σε -ον: ατέρμονο. || σε ορισμένες περιπτώσεις το λόγιο ουδέτερο σε -ον ανεβάζει τον τόνο στην προπαραλήγουσα: ο ευδαίμων, η ευδαίμων, το εύδαιμον. [λόγ. < αρχ. κατάληξη επιθέτων -ων: αρχ. σώφρ-ων· -ονας: μεταπλ. με βά ση την αιτ. για προσαρμ. στη δημοτ.· -ονος: μεταπλ. κατά τα επίθ. σε -ος για προσαρμ. στη δημοτ.]
 
Μήπως μπορεί κάποιος καλός άνθρωπος να μου σκανάρει τη γραμματική γιατί δεν την έχω εύκαιρη εδώ που είμαι και έχουμε και μια διαφωνία; Εγώ το πωλούν είχα γράψει και μου το διόρθωσαν σε πωλών (ναι, με ωμέγα :))

Με -ων είναι τα ρήματα σε -άω, όπως τιμάω, διότι α+ον=ων.
Εδώ έχουμε το πωλέω, όπως κινέω, ποιέω, όπου έχουμε ε+ον=ουν.

Το ότι στα Νέα Ελληνικά λέμε πουλάω δεν παίζει κανέναν ρόλο σε αυτό που ρώτησες. Ο τύπος σου είναι καθαρά αρχαίος, οπότε αν αποφασίσεις να τον χρησιμοποιήσεις, θα παίξεις μπάλα με τους αρχαίους κανόνες.
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Με -ων είναι τα ρήματα σε -άω, όπως τιμάω, διότι α+ον=ων.
Εδώ έχουμε το πωλέω, όπως κινέω, ποιέω, όπου έχουμε ε+ον=ουν.

Το ότι στα Νέα Ελληνικά λέμε πουλάω δεν παίζει κανέναν ρόλο σε αυτό που ρώτησες. Ο τύπος σου είναι καθαρά αρχαίος, οπότε αν αποφασίσεις να τον χρησιμοποιήσεις, θα παίξεις μπάλα με τους αρχαίους κανόνες.
Δε διαφωνώ, απλώς ζήτησα αν μπορεί κανείς να μου σκανάρει το συγκεκριμένο απόσπασμα γιατί πρέπει να το δείξω κάπου και εδώ που είμαι δεν το έχω εύκαιρο.
 

nickel

Administrator
Staff member
Η Γραμματική των Αρχαίων του Λυκείου, εδώ.

Θα πας στη σελίδα 204: ποιέω > ποιών, ποιούσα, ποιούν

Μόνη της η σελίδα, πιο κάτω.
 

Attachments

  • Γραμματική Αρχαίας Ελληνικής ΛΥΚΕΙΟΥ 204.pdf
    17.6 KB · Views: 269

Zazula

Administrator
Staff member
Πρέπει να το δείξω κάπου και εδώ που είμαι δεν το έχω εύκαιρο.
Παρεμπ από περιέργεια, αυτοί που έχουν αντίθετη γνώμη δεν πείθονται ούτε από ένα λεξικό της νεοελληνικής, όπως το ΛΚΝ;
 
αν επιτρέπετε την ανόητή μου παρέμβαση.. θα έλεγα πως ο τύπος "πωλούν" σαν μετοχή ουδέτερου δεν στέκει στα ΝΕ. Γι' αυτό άλλωστε κι η τόση αβεβαιότητα, η τόση θεωρία και το ψάξιμο.

Έχω την περιέργεια, φίλη Παυλάρα, να μου πεις πού το χρειάστηκες. Όπως και να έχει, φαντάζομαι πως η μόνη τίμια προσέγγιση είναι περιφραστική: το παιδί που πουλάει τα μπαλόνια ( λες το πωλούν κι αμέσως ψάχνεις τα συνεχίσεις την πρόταση σε καθαρεύουσα.. :p )
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Δεν είδα να λέει κάτι συγκεκριμένο το ΛΚΝ. Άσε που μου είπαν ότι το ποιώ κάνει ποιόν.

Έχω την περιέργεια, φίλη Παυλάρα, να μου πεις πού το χρειάστηκες.
Δε μου λέτε, βαλτός είστε κι εσείς; :D

Το χρειάστηκα σε σύμβαση (ὦ τάλας ἐγώ), όπου οριζόταν Selling Party.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Δεν είδα να λέει κάτι συγκεκριμένο το ΛΚΝ. Άσε που μου είπαν ότι το ποιώ κάνει ποιόν.
Δες πάλι τι γράφω στο #7:
1. Για να έχει ουδέτερο -ών, πρέπει να έχει θηλυκό σε -ώσα (ΔΕΝ έχει).
2. Για να έχει ουδέτερο -ον, θα πρέπει το θηλυκό σε -ουσα να είναι προπαροξύτονο (ΔΕΝ είναι).

3. Επίσης, υπάρχουν και επίθετα με ουδέτερα σε -ον, αλλά εκείνα έχουν θηλυκό σε -ών (ΔΕΝ είναι επίθετο, αλλά και ΔΕΝ έχει τέτοιο θηλυκό).
4. Άρα τι μένει; Μα, το -ών, -ούσα, -ούν!
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Δες πάλι τι γράφω στο #7:
1. Για να έχει ουδέτερο -ών, πρέπει να έχει θηλυκό σε -ώσα (ΔΕΝ έχει).
Έτσι λες εσύ. Εκείνοι επέμεναν ότι είναι *πωλώσα.
 

nickel

Administrator
Staff member
Το «ποιόν» (π.χ. δεν ξέρουμε τίποτα για το ποιόν του) είναι από το «ποιος».

Με την ευκαιρία: στο αρσενικό, εκεί που δεν έχουμε «-ων» (πωλέων > πωλών), έχουμε ε + ο > ου, δηλ. οι πωλούντες και όχι οι πωλώντες.
 
Top