Θέλουμε να πούμε ότι κάποια συνήθεια ή ενέργεια που θεωρείται φυσιολογική και συνηθισμένη (το κάπνισμα ας πούμε) πρέπει να πάψει να θεωρείται τέτοια, να «ξε-γίνει» κανονική. Πώς θα το λέγαμε αυτό στα ελληνικά; Η «αποκανονικοποίηση» μού φαίνεται αγγλισμός και θα προτιμούσα κάποια άλλη, έστω και περιφραστική διατύπωση. Μπορείτε να σκεφτείτε κάτι;