έωλος ή αίολος; έωλος

nickel

Administrator
Staff member
Ο Δημητράκος μάς δίνει το "ανούσιος", ο δε Ζηκίδης προσθέτει "μάταιος", "ανωφελής"
Για τον Ζηκίδη δεν ξέρω, ανεπίψογε (μα ποια έκδοση είναι αυτή;), αλλά η σημασία στον Δημητράκο χαρακτηρίζεται ως Α (στο επίτομο) και τα παραδείγματα στο πολύτομο κάνουν φανερό ότι πρόκειται για χρήση της αρχαίας ενώ αμέσως δίπλα έχουμε το αταίριαστο συνώνυμο «αηδής». Η σημασία με την οποία χρησιμοποιείται στα χρόνια που διαβάζω εγώ εφημερίδες και λογοτεχνία δεν είχε μπει στα παλιά λεξικά (π.χ. Πρωίας, Σταματάκο).

Στο απόσπασμα από το λήμμα έωλος του μεγάλου Δημητράκου έχει ίσως ενδιαφέρον το παράδειγμα «εώλοις σοφισματίοις» από το Περὶ ἀποχῆς ἐμψύχων του Πορφύριου. Σε μια αγγλική μετάφρασή του πάντως, διαβάζω «persuaded by stale and entirely outdated sophisms».

εωλος.jpg
 

nickel

Administrator
Staff member
Και να η συνέχεια αυτής της χρήσης:

έωλος -η -ο [éolos] Ε5 : (λόγ.) κυρίως ως χαρακτηρισμός επιχειρημάτων, σοφισμάτων κτλ. που είναι ξεπερασμένα και που κατά συνέπεια δεν έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο, που είναι αβάσιμα.
[λόγ. < αρχ. ἕωλος (αρχική σημ.: 'μπαγιάτικος΄)]

 
Για τον Ζηκίδη δεν ξέρω, ανεπίψογε (μα ποια έκδοση είναι αυτή;)
Γεωργίου Ζηκίδου "Λεξικόν ορθογραφικόν και χρηστικόν της ελληνικής γλώσσης"
(α΄ έκδοση 1899. Εγώ έχω την έκτη βελτιωμένη έκδοση 1941)
 
Top