metafrasi banner

"Πράγμα" = Long standing love?

cosmasad

Member
Good morning friends,

I was approached by someone in the United States who is developing a line of candles with the named "Pragma" which she said means "Long standing love in Ancient Greek". She was asking what the Greek spelling would be. Can someone confirm this and tell me what the spelling would be? "Πραγμα" means "thing" to me so I was surprised by this.:blink:

Thank you.
 
Last edited:

cougr

¥
I always had the impression that Pragma - a pragmatic, practical type of love - was a notion first proposed by psychologist John Lee back in the seventies. I'd be interested to see what others have to say about the term.
 

SBE

¥
It is a Greek word, that is being used to convey a meaning specific to modern psychology. And your friend probably needs to check the link I just gave from Wikipedia.
In any case, too many people with zero knowledge of the Greek language and no inclination to look up words in a dictionary say that X or Y mean this or that in Greek and they are usually far off.
Take for example the recent press blurb for the Duke and Duchess of Sussex's foundation: Archewell, is derived from the Greek word for ‘source of action’ and the inspiration behind the name of their baby son, Archie Mountbatten-Windsor.
Which Greek word would that be?
 

nickel

Administrator
Staff member
This is fun. The Wikipedia entry mentioned above says that "the Greek term πρᾶγμα [means] businesslike". It doesn't.

Πρᾶγμα as the past participle of the verb πράττω (to do) means "that which has been done", hence a deed, act, affair, business, and, eventually, a thing (which is the only current meaning).
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Όμως, στον πληθυντικό, και «περιστάσεις, υποθέσεις» στον Ηρόδοτο (δες L-S ΙΙΙ.1). (Πού πάνε και τα βρίσκουν...)

πρᾶγμα, Ιων. πρῆγμα, τό (πράσσω), I. 1. αυτό που έχει ήδη συντελεστεί, έργο, πράξη, Λατ. facinus, σε Ηρόδ., Αττ.· τῶν πραγμάτων πλέον, περισσότερο από τα πράγματα, σε Ευρ.· τὸ σὸν τί ἐστι τὸ πρᾶγμα; ποιο είναι το έργο της ζωής σου; σε Πλάτ.· γυναίου πράγματος ποιεῖν, κάνω γυναικείες δουλειές, σε Δημ. II. 1. όπως Λατ. res, πράγμα, υπόθεση, εργασία, σε Ηρόδ., Αττ.· σφίσι τε καὶ Ἀθηναίοις εἶναι οὐδὲν πρᾶγμα, δεν είχαν τίποτα κοινό, σε Ηρόδ. 2. οτιδήποτε απαραίτητο ή συμφέρον, πρῆγμά ἐστι, με απαρ., είναι απαραίτητο, συμφέρον να γίνει, είναι καθήκον μου ή υποχρέωσή μου να κάνω, όπως Λατ. opus est, σε Ηρόδ. 3. πράγμα που έχει σημασία ή σπουδαιότητα, πρᾶγμα ποιεῖσθαί τι, στον ίδ.· λέγεται για πρόσωπο, ἦν μέγιστον πρᾶγμα Δημοκήδης παρὰ βασιλέϊ, απολάμβανε μεγάλες τιμές από τον βασιλιά, στον ίδ.· ἄμαχον πρᾶγμα, λέγεται για γυναίκα, σε Ξεν.· ἀσταθμητότατον πρᾶγμα ὁ δῆμος, σε Δημ. 4. λέγεται για μάχη, όπως λέμε πράξη, δράση, ενασχόληση, σε Ξεν. 5. ευφημ., λέγεται για κάτι κακό ή αισχρό, πράγμα, ασχολία, σε Θουκ.· Εὐρυβάτου πρᾶγμα, οὐ πόλεως ἔργον, η δουλειά του, σε Δημ. III. στον πληθ. πράγματα, 1. περιστάσεις, υποθέσεις, σε Ηρόδ., Αττ.· τοῖς πράγμασιν τέθνηκα τοῖς δ' ἔργοισι δ' οὔ, από τις περιστάσεις, όχι από τα έργα, σε Ευρ.· ἀπηλλάχθαι πραγμάτων, είμαι απαλλαγμένος από τις υποχρεώσεις της ζωής, σε Πλάτ.· ἀποτυγχάνειν τῶν πραγμάτων, αστοχώ στην επιτυχία, σε Ξεν. 2. οι υποθέσεις της πόλης, σε Ευρ. κ.λπ.· τὰ πολιτικὰ πράγματα, σε Πλάτ.· επίσης, τὰ Περσικὰ πράγματα, η περσική δύναμη, σε Ηρόδ.· ἐν ταῖς ναυσὶ τῶν Ἑλλήνων τὰ πράγματα ἐγένετο, σε Θουκ.· καταλαμβάνειν τὰ πράγματα, καταλαμβάνω τη διακυβέρνηση, Λατ. rerum potiri, στον ίδ.· ἔχειν, κατέχειν τὰ πράγματα, στον ίδ.· οἱ ἐν τοῖς πράγμασι, όπως οἱ ἐν τέλει, αυτοί που είναι στην εξουσία ή τελούν σε αξίωμα, άρχοντες, στον ίδ.· οἱ ἐπὶ τοῖς πράγμασι ὄντες, οἱ ἐπὶ τῶν πραγμάτων, σε Δημ.· νεώτερα πράγματα, καινοτομίες, Λατ. res novae, σε Οράτ. 3. ιδιωτικές υποθέσεις ή περιστάσεις του ανθρώπου, σε Ηρόδ., Αττ. 4. με αρνητική σημασία, ενοχλητική εργασία, ενόχληση, δυσφορία, σε Αριστοφ.· πράγματα ἔχειν, με μτχ., έχω ενοχλήσεις ως προς κάποιο πράγμα, σε Ηρόδ.· πράγματα παρέχειν τινί, προκαλώ σε κάποιον ενόχληση, στον ίδ.· με απαρ., προκαλώ κάποιον να κάνει, τον υποκινώ να ενεργήσει, σε Πλάτ.
 
Πιθανολογώ ότι έχει προκληθεί αρκετή σύγχυση, για την οποία έδωσε αφορμή το 1973 ο Lee (Colours of Life: An Exploration of the Ways of Loving), η οποία με τα χρόνια και με την κατάχρηση του σπασμένου διαδικτυακού τηλεφώνου οδήγησε στο να πιστεύουν (και να γράφουν και σε βιβλία) πολλοί ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν, λέει, καμμιά δεκαριά λέξεις για να διακρίνουν τα διάφορα είδη έρωτος, όπως τη συζητούμενη εδώ λέξη "Pragma" , που means "Long standing love in Ancient Greek" (!).

Δεν ήταν προτιμότερο ο Lee, που ξεκίνησε την όλη φάση με τις διάφορες λέξεις, να έπαιρνε ως αποκλειστικό θεμέλιο τον όρο «Pragmatic love» και να έκανε τη δουλειά του ο άνθρωπος;

Ας παραβάλουμε και το κάτωθι:

Pragmatism, according to William James, is derived from the Greek word pragma, which means action and serves as the basis of our English words practical and practice.(Greek pragma = "action" while Latin utilis = "use"). Pragmatism established human needs and the practical interests of humans as the basis for judgment and evaluation.
https://www.qcc.cuny.edu/socialScie...Postmodernism_Pragmatism/Pragmatist_Ethic.htm
 

Earion

Moderator
Staff member
SBE (#4):

CNN (April 7, 2020)
The organization's name is not based on their son, Archie Mountbatten-Windsor, but rather the Greek word "Arche," meaning "source of action".

Αλλά, όπως παντού στη ζωή, θα εμφανιστεί κι εδώ ο αντιρρησίας:



:D:D:D
 
Archewell is a name that combines an ancient word for strength and action, and another that evokes the deep resources we each must draw upon.
Από εδώ. Αυτός ο συνδυασμός λέξεων από άλλες γλώσσες μου θύμισε το εξής:

761f9bae904d978cd2a40b8ecbe73aa202572bbdc4d473efb886b656492aeb53.jpg
 

Zazula

Administrator
Staff member
Top