pontios
Well-known member
ρεφενές ο [refenés] Ο13 : το ποσό που αναλογεί στο καθένα από τα πρόσωπα μιας ομάδας (παρέας κτλ.) για τα έξοδα κοινού γεύματος, διασκέδασης κτλ.: Πόσο είναι ο ~; Ποιος δεν πλήρωσε / έδωσε το ρεφενέ του; Βάλαμε (από) 10.000 δραχμές ρεφενέ. || (η αιτ. ως επίρρ.) με κοινή συνεισφορά: Έχουμε πάρτι ρεφενέ.
Κατάλαβα περίπου τι εννοεί - αλλά ήθελα να μάθω πως υπολογίζεται το ρεφενέ (του καθενός) (και για απλοποίηση ας υποθέσουμε ότι η παρέα εδώ απαρτίζεται από ξέχωρα άτομα και όχι από ζευγάρια)
Three possibilities/treatments come to mind in English - when I think of bill sharing(και δεν ξέρω αν πλησιάζει ή αν είναι ένα από αυτά)
1. "Passing The Hat Around" (ανάλογα με το πόσο αντέχει η τσέπη του καθενός - οι ευκατάστατοι ας πληρώσουν παραπάνω)?
2. Divided Equally (ανεξαρτήτως από το πόσο έφαγε, ήπιε και διασκέδασε ο καθένας)?
3. "Going Dutch" (ανάλογα με το πόσο έφαγε, ήπιε και διασκέδασε ο καθένας)
Κατάλαβα περίπου τι εννοεί - αλλά ήθελα να μάθω πως υπολογίζεται το ρεφενέ (του καθενός) (και για απλοποίηση ας υποθέσουμε ότι η παρέα εδώ απαρτίζεται από ξέχωρα άτομα και όχι από ζευγάρια)
Three possibilities/treatments come to mind in English - when I think of bill sharing(και δεν ξέρω αν πλησιάζει ή αν είναι ένα από αυτά)
1. "Passing The Hat Around" (ανάλογα με το πόσο αντέχει η τσέπη του καθενός - οι ευκατάστατοι ας πληρώσουν παραπάνω)?
2. Divided Equally (ανεξαρτήτως από το πόσο έφαγε, ήπιε και διασκέδασε ο καθένας)?
3. "Going Dutch" (ανάλογα με το πόσο έφαγε, ήπιε και διασκέδασε ο καθένας)