Πού να τρέχεις στη γραμματεία της σχολής;

I have twice today come across this phrase:-
-Πού να τρέχεις στη γραμματεία της σχολής; Κατέβασε το Studdle 04.06.2015 Μπορεί να προκύψει κάτι ωραίο από το χάος;
& from a song by Panos Kiamos:-
-Τα μαζεύω εγώ κι ό,τι μείνει εδώ μη μου το επιστρέφεις
πού να τρέχεις...

Does it simply mean 'where should you run to?' in the second example &, in the first, ' (freely translated) what is a quick reference site for the college's literature ?':confused:
 

daeman

Administrator
Staff member
...
πού [...] 2. ισοδυναμεί με ισχυρή άρνηση: πού να ήξερε τι θα ακολουθήσει!, δεν ήξερε. Πού λεφτά για ταξίδια!, δεν υπάρχουν λεφτά. Πού καιρός για βόλτες! Πού μυαλό για διάβασμα! Πού μου 'μεινε μυαλό να σκεφτώ! Ήρθαν; -Πού να 'ρθουν τόσο γρήγορα!, δεν είναι δυνατόν να έρθουν τόσο γρήγορα. (έκφρ.) αλλά πού, ισοδυναμεί με την αρνητική εκφορά της προηγούμενης καταφατικής πρότασης: Προσπάθησε να κοιμηθεί· αλλά πού!, αλλά δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. Προσπάθησε να τον μεταπείσει· αλλά πού αυτός!

Πού να τρέχεις; commonly has the added flavour of "Why bother to...?" : Πού να τρέχεις τέτοια ώρα; Καλά είμαστε εδώ.

Γραμματεία της σχολής means the college / school / etc. administration offices.

γραμματεία [SUP]1[/SUP] : 1. τμήμα επιχείρησης ή οργανισμού όπου γίνεται η σύνταξη και η διεκπεραίωση των διάφορων εγγράφων: H γραμματεία της Φιλοσοφικής Σχολής. 2. διοικητικό όργανο ενός πολιτικού ή άλλου φορέα: Είναι μέλος της γραμματείας του κόμματος. Tο καταστατικό προβλέπει τριμελή ~. Γενική Γραμματεία Tύπου και Πληροφοριών / Aθλητισμού.
[λόγ. < ελνστ. γραμματεία `το αξίωμα του γραμματέα΄ κατά τη σημερ. σημ. της λ. γραμματέας]
 
Thanks, Daeman. That πού again of negativity! It might eventually enter my thick skull. However, I haven't come across τρέχω as meaning 'bother' except in the 3rd person singular.
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Κι εκείνο το πολυσυζητημένο meh, μάλλον θα το αποδίδαμε: Μπα! ή Δε βαριέσαι... ή Πού να τρέχεις τώρα... ή Δε γ..ιέται! ή Ωχ, αδερφέ! ή διάφορα άλλα ραχατλίδικα, που έχουμε μπόλικα.

meh :-)

Expressing a lack of interest or enthusiasm: ‘meh, I'm not impressed so far’
 
Can you translate for me:-
Κι εκείνο το πολυσυζητημένο meh, μάλλον θα το αποδίδαμε: Μπα! ή Δε βαριέσαι... ή Πού να τρέχεις τώρα... ή Δε γαμιέται! ή Ωχ, αδερφέ! ή διάφορα άλλα ραχατλίδικα, που έχουμε μπόλικα.
 

daeman

Administrator
Staff member
Can you translate for me:-
Κι εκείνο το πολυσυζητημένο meh, μάλλον θα το αποδίδαμε: Μπα! ή Δε βαριέσαι... ή Πού να τρέχεις τώρα... ή Δε γαμιέται! ή Ωχ, αδερφέ! ή διάφορα άλλα ραχατλίδικα, που έχουμε μπόλικα.

As for that widely talked about "meh," we'd probably render it as: Nah! or Never mind... or Why bother... or Fuck that! or Oh, brother! or various other phrases of lazy indifference, of which we have a lot.
 

daeman

Administrator
Staff member
... It was also the meaning of τρέχω in this context that puzzled me.

τρέχω : [...] 4. αγωνίζομαι, ταλαιπωρούμαι πηγαίνοντας σε διάφορα μέρη για να πετύχω ένα σκοπό: Δύο χρόνια τώρα τρέχει από υπουργείο σε υπουργείο. Για σας τρέχει όλη μέρα ο πατέρας σας.

Since the bureaucracy of the college administration would probably entangle them in red tape.
 
Top