Μια μέρα θα βγάλω έξω τον Νίκελ για παϊδάκια να του εξηγήσω ότι μπορεί μεν τα ελληνικά των νομικών (και άλλων, αλλά στην περίπτωσή μας αυτό ενδιαφέρει) μπορεί καμιά φορά να μην είναι και πολύ ωραία, αλλά από τη στιγμή που κάποιες εκφράσεις και/ή (:twit:) λέξεις παγιώνονται στη χρήση, αποκτούν σαφές εννοιολογικό περιεχόμενο και τυχόν παρέμβαση σε αυτές φαίνεται στους νομικούς περίεργη και ως εκ τούτου διορθώνεται.
Τουτέστιν, η ερμηνεία του νόμου μέσω της θεωρίας και της νομολογίας δίνει στους όρους και στις παγιωμένες εκφράσεις δικό τους αυθύπαρκτο χαρακτήρα, και ό,τι και να υπήρχε στη θέση τους, το ίδιο θα σήμαιναν. Βγάλε «παύση και παράλειψη» και βάλε «Μήτσουλα», από τη στιγμή που όλοι έχουμε συννενοηθεί τι σημαίνει, το ίδιο θα κάνει. Αν βγάλεις το «Μήτσουλα» και πεις «Δημήτριος», ο νομικός θα καταλάβει ότι εννοείς κάτι άλλο, ή σε κάθε περίπτωση δεν θα πάει το μυαλό του σε αυτό που έχει συνηθίσει να διαβάζει ως όρο Χ.
Πώς να το πω καλύτερα, δεν ξέρω.
(Και αυτό του Ντόμινου δεν είναι λάθος, αλλά από ό,τι ξέρω δεν είναι αυτό που επικρατεί).