metafrasi banner

rurality = υπαιθρότητα / αγροτικότητα (;)

eraskaakit

New member
Γεια σας,

Είμαι καινούρια στην ομάδα, πολύ καινούρια, μόλις έγινα μέλος και δεν είμαι καν μεταφράστρια, οπότε νιώθω λίγο άβολα στην παρέα σας. Η συμβολή μου στο νήμα έρχεται με τη μορφή ερώτησης, η οποία ίσως θεωρηθεί εκτός θεματολογίας.
Θα ήθελα τη γνώμη σας στην απόδοση του rurality ως υπαιθρότητα. Η χρήση της λέξης αγροτικότητα είναι πιο καθιερωμένη, αλλά η λέξη rural αποδίδεται πιο σωστά από τη λέξη ύπαιθρος, ενώ η λέξη αγροτικός έρχεται πιο κοντά στο agriculture, οπότε ποιος είναι ο πιο δόκιμος όρος;

Ευχαριστώ.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Καλωσόρισες και ευχαριστούμε για το ενδιαφέρον πρόβλημα που έθεσες στην παρέα μας.

Προφανώς έχει σημασία για ποια χρήση προορίζεται η απόδοση του rurality, αλλά σίγουρα χρειάζεται να δούμε καταρχήν τον ορισμό που σε ενδιαφέρει, επειδή π.χ. από εδώ (που αναφέρεται σε ισχύοντα στις ΗΠΑ) βρίσκω ήδη δύο διαφορετικούς (και ίσως αλληλοσυγκρουόμενους) ορισμούς:

B. DEFINITIONS OF RURALITY
Historically, two principal definitions of rural have been used by the federal government. The first definition is the “urban-rural” classification of populations developed by the Census Bureau. The bureau specifies “urbanized areas” and defines as urban all territory, population, and housing units located in those areas and in places or towns of 2,500 or more persons outside urbanized areas. All other areas not classified as urban are considered to be rural. An urbanized area is a continuously built-up area with a population of 50,000 or more, comprising one or more central places and the adjacent densely settled fringes with a population density of more than 1,000 persons per square mile.

The second definition is the “metropolitan/non-metropolitan” classification of counties developed by the Office of Management and Budget (OMB). Metropolitan areas contain core counties with one or more central cities of at least 50,000 population or with a Census Bureaudefined urbanized area and a total area population of 100,000 or more, as well as fringe counties that are economically tied to the core counties. All other counties are considered to be nonmetropolitan.


Με άλλα λόγια, η δεύτερη περίπτωση ορισμού θα μπορούσε να έχει σχέση με τη δική μας πληθυσμιακή κατάταξη σε αστικές/ημιαστικές/αγροτικές περιοχές (και να δικαιολογείται ή ενδεχομένως να απαιτείται η χρήση της αγροτικότητας και από την οπτική γωνία αυτή).
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλωσόρισες, eraskaakit.

Νομίζω ότι στις κοινωνικές επιστήμες χρησιμοποιείται ευρύτατα το δίπολο αστικός - αγροτικός, οπότε έχει καθιερωθεί και η αγροτικότητα μαζί με την αστικότητα.
 

eraskaakit

New member
Σας ευχαριστώ και τους δύο για την απάντηση. Από μεριάς κοινωνικών επιστημών υπάρχει μια συζήτηση σχετικά με τη χρήση των όρων ύπαιθρος και αγροτικός για την απόδοση του rural. Σε συνέχεια αυτής της συζήτησης αναρωτιέμαι αν στέκει η έννοια υπαιθρότητα, ή αν η έννοια αγροτικότητα καλύπτει και είναι δόκιμη η χρήση της. Εφόσον και η γλώσσα πηγή δεν έχει δύο λέξεις δηλαδή υπάρχει το rurality και δεν υπάρχει το agriculturality.
 
Εδώ έχουμε σαφώς ζήτημα συμφραζομένων. Αν πάντως μιλήσουμε για "αστικότητα", θα μιλήσουμε και για "αγροτικότητα", για τους λόγους που προαναφέρθηκαν. Ας σημειωθεί ότι, ενώ η αγγλική έχει μόνο δύο βασικές έννοιες (rural και agricultural), στα ελληνικά έχουμε τρεις (ύπαιθρος/ της υπαίθρου, αγροτικός, γεωργικός). Αντίθετα απ' ό,τι συνέβαινε παλαιότερα, όταν θέλουμε να μιλήσουμε για αγροτική παραγωγή χρησιμοποιούμε είτε σύμφραση με το "αγροτικός" είτε, ολοένα συχνότερα, τα "γεωργία/ γεωργικός" (συχνότατα με την ευρεία έννοια του "γεωργοκτηνοτροφικός"). Στην ορολογία της ΕΕ, όπου χρησιμοποιούνται κατά κόρον τα "ύπαιθρος/ της υπαίθρου" για τα "rural areas" και "rural", η ΚΑΠ (= κοινή αγροτική πολιτική) έχει πια μετονομαστεί σε ΚΓΠ (= κοινή γεωργική πολιτική). Εξυπακούεται βέβαια πως, όταν αναφερόμαστε σε κατοίκηση, τα γεωργία/ γεωργικός αποκλείονται. Εξυπακούεται επίσης ότι ο "αγροτικός πληθυσμός" δεν περιλαμβάνει μόνο "αγρότες".

Ας σημειωθεί, τέλος, ότι η σύγχυση οφείλεται σε αρκετό βαθμό στη δυστοκία όσον αφορά τα σημασιολογικά ζεύγη ουσιαστικού και επιθέτου. Στα αγγλικά έχουμε rural αλλά χωρίς ουσιαστικό, στα ελληνικά έχουμε ύπαιθρο (= rural areas) αλλά χωρίς επίθετο (άλλου παπά ευαγγέλιο ο "υπαίθριος"!), ενώ αντιστρόφως έχουμε "αγροτικός" αλλά χωρίς αντίστοιχο ουσιαστικό. Πορευόμαστε με ό,τι έχουμε και, στη γκρίζα ζώνη μεταξύ "υπαίθρου" και "γεωργίας", έχουμε μπαλαντέρ το "αγροτικός", με τη σωτηρία του νοήματος να επαφίεται στα συμφραζόμενα.
 

Εδώ μια πολύ σοβαρή προσπάθεια να φωτιστεί η γκρίζα ζώνη μεταξύ "υπαίθρου" και "γεωργίας" (#5), που μπορεί να βοηθήσει ιδιαίτερα την προσπάθεια για περαιτέρω ανάλυση και να δείξει μιαν αρκετά πρόσφορη οδό προς την επίλυση του προβλήματος (τα έντονα δικά μου, προς διευκόλυνση αυτών που δεν έχουν χρόνο για λεπτομερή ανάγνωση):


2.1.1 Από Τον Αγροτικό Χώρο Στην Ύπαιθρο
2.1.1.1 Εισαγωγή: Έννοιες και Βασικοί Ορισμοί

Οι λέξεις και οι ορισμοί των εννοιών στις επιστήμες είναι ένα θέμα με μεγάλη σημασία, καθώς ακόμη και λεπτές διαφορές στις αποχρώσεις των εννοιών μπορεί να διαφοροποιήσουν εντελώς το πλαίσιο αναφοράς μέσα στο οποίο χρησιμοποιούνται και στο τέλος να καταλήξουν σε ‘διαφορετικές γλώσσες’. Είναι έτσι πολύ σημαντικό να καθορίζουμε και να ξεκαθαρίζουμε τις έννοιες στις οποίες αναφερόμαστε και να προσπαθούμε να τις χρησιμοποιούμε με τρόπο συμβατό με προηγούμενους ορισμούς και έννοιες και σύμφωνα με την καθιερωμένη επιστημονική πρακτική. Οι επιστημονικοί νεολογισμοί άλλωστε είναι αποτέλεσμα προσεγγίσεων διαφορετικών από τις ως τότε καθιερωμένες, για τις οποίες απαιτείται ένα καινούργιο λεξιλόγιο, για να τονίσει τις διαφορές από τις προηγούμενες έννοιες. Όλα αυτά δεν σημαίνουν βέβαια ότι το περιεχόμενο και ο τρόπος χρήσης των λέξεων και των εννοιών που αντιπροσωπεύουν παραμένει σταθερός και αναλλοίωτος σε μεγάλες χρονικές περιόδους. Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει: το περιεχόμενο και ο τρόπος χρήσης των λέξεων και των εννοιών διαφοροποιείται συνεχώς. Τα παραδείγματα αφθονούν. Έτσι, ένας φυσικός του 17ου αιώνα θα είχε σημαντική δυσκολία να παρακολουθήσει τις σημερινές συζητήσεις περί μάζας και βάρους, καθώς οι έννοιες αυτές την εποχή του είχαν εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο. Ένας γεωγράφος των αρχών του 20ου αιώνα θα είχε επίσης σημαντικές δυσκολίες να κατανοήσει το περιεχόμενο της έννοιας του πολιτισμικού τοπίου σήμερα. Καθίσταται λοιπόν απαραίτητο να είμαστε από την αρχή της οποιασδήποτε προσπάθειας ανάλυσης και έρευνας οποιωνδήποτε φαινομένων όσο το δυνατόν περισσότερο συγκεκριμένοι σχετικά με τις έννοιες που χρησιμοποιούμε, τους ορισμούς τους, το περιεχόμενο τους, τις μεθόδους και τις διαδικασίες μέτρησης τους.

Στο συγκεκριμένο μάθημα, θα ασχοληθούμε με την ανάπτυξη της υπαίθρου, δηλαδή θα αναλύσουμε πρώτα το περιεχόμενο και τις μεταβολές του των εννοιών που μας ενδιαφέρουν, δηλαδή της ανάπτυξης και της υπαίθρου, καθώς και άλλων ‘συγγενών’ εννοιών που υπάρχει περίπτωση να περιπλέξουν την συζήτηση. Έτσι, πρέπει να καθορίσουμε τι ακριβώς θα εννοούμε όταν αναφερόμαστε στην ανάπτυξη, στην ύπαιθρο, στον αγροτικό χώρο και στην ανάπτυξη της υπαίθρου.

Στο μάθημα αυτό λοιπόν και στις σημειώσεις που ακολουθούν, ως γεωργία και γεωργική παραγωγή θα νοείται η φυτική παραγωγή, ως αγροτική παραγωγή θα νοείται η γεωργία, η κτηνοτροφία, η δασοκομία. Ως δραστηριότητες πρωτογενούς τομέα θα νοούνται όλες οι παραπάνω με την προσθήκη της αλιείας και των ορυχείων.

Έτσι, η έννοια του αγροτικού χώρου περιλαμβάνει τις περιοχές στις οποίες ασκούνται δραστηριότητες αγροτικής παραγωγής και η ανάπτυξη του αγροτικού χώρου ή η αγροτική ανάπτυξη αναφέρεται στην ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της αγροτικής παραγωγής.

Η έννοια της υπαίθρου είναι ευρύτερη από αυτή του αγροτικού χώρου και περιλαμβάνει και όλες τις υπόλοιπες δραστηριότητες που ασκούνται στον χώρο που ορίζεται ως ύπαιθρος (αναλυτικά στη συνέχεια οι ορισμοί). Η διαφορά λοιπόν μεταξύ ‘αγροτικού χώρου’ και ‘υπαίθρου’ είναι ποιοτική: ο αγροτικός χώρος αναφέρεται σε συγκεκριμένες δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα σε αδιευκρίνιστο χωρικό πλαίσιο, ενώ η ύπαιθρος αναφέρεται σε αδιευκρίνιστες δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα σε συγκεκριμένο χωρικό πλαίσιο.
Ο συμβατικός ορισμός της έννοιας άλλωστε είναι καθαρά χωρικός: «τα έξω από τις πόλεις μέρη, η εξοχή» (Ελληνικό Λεξικό, σελ. 794). Όπως όμως όλες οι έννοιες που αναφέρονται στην σχέση του ανθρώπου με τον χώρο, το περιεχόμενο της έχει μεταβληθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες. Στη συνέχεια, θα επιχειρηθεί η σταδιακή οικοδόμηση του περιεχομένου της έννοιας και της μεταβολής του. Έτσι, αρχικά θα δοθούν οι διοικητικοί και πολιτικοί ορισμοί της υπαίθρου που χρησιμοποιούνται από εθνικούς και υπερεθνικούς οργανισμούς και στη συνέχεια μια σύντομη περιγραφή του περιεχομένου και των ορισμών σύγχρονων επιστημονικών προσεγγίσεων. Η περιγραφή αυτή συμπεριλαμβάνει και τη σταδιακή μετάβαση από τον ‘αγροτικό χώρο’ στην ‘ύπαιθρο’.

Η παράθεση αυτή των ορισμών που θα χρησιμοποιηθούν δεν πρέπει να δώσει την εντύπωση ότι αυτό το σύστημα χρησιμοποιείται παντού ή ότι αποτελεί κάτι οριστικό και παγιωμένο. Δύο ζητήματα γενικά προκύπτουν που αφορούν στους παραπάνω ορισμούς. Το πρώτο ζήτημα έχει να κάνει με το περιεχόμενο των όρων. Ο όρος ‘ύπαιθρος’, αν ως λέξη υπήρχε, έχει εισαχθεί στην συζήτηση της ‘μελέτης της εξοχής’ για να διαχωριστεί η προσέγγιση αυτή από τις καθιερωμένες αγροτικές μελέτες, που αναφέρονταν στενά στον αγροτικό τομέα. Το δεύτερο ζήτημα είναι σημαντικότερο από το πρώτο και έχει να κάνει με την απόδοση στα Ελληνικά μιας σειράς από όρους της διεθνούς βιβλιογραφίας για τέτοια θέματα. Η εισαγωγή του όρου ‘ύπαιθρος’ (rural στα Αγγλικά), έχει γίνει εδώ και λίγες δεκαετίες στην επιστημονική θεωρία και πρακτική του Δυτικού κόσμου, αλλά η αντίστοιχη μετάφραση στα ελληνικά αποδιδόταν ως πρόσφατα ως ‘αγροτικό’, καθώς η ύπαιθρος ταυτιζόταν με τον αγροτικό χώρο. Η σύγχυση αυτή έχει παραμείνει στην Ελληνική βιβλιογραφία και ενώ στη διεθνή ο όρος ‘ύπαιθρος’ έχει καθιερωθεί ως έννοια διακριτή από αυτή του αγροτικού χώρου, στην Ελλάδα δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμη αυτή η ρητή διάκριση, με αποτέλεσμα ακόμη και επίσημες μεταφράσεις Κανονισμών και Αποφάσεων της ΕΕ να αναφέρονται στην ‘αγροτική ανάπτυξη’ και όχι στην ‘ανάπτυξη της υπαίθρου’ ή να αναφέρονται εναλλακτικά στις δύο έννοιες θεωρώντας τις ταυτόσημες. Θα πρέπει λοιπόν να έχουμε στο μυαλό μας όλα αυτά όταν συναντάμε τους όρους αυτούς στην Ελληνική βιβλιογραφία. Εδώ θα τηρηθεί η διάκριση: rural: ύπαιθρος, agricultural: αγροτικός.
[...]
Συνοψίζοντας, οι παραπάνω ορισμοί (και με την μικρή εξαίρεση αυτών του Η.Β.), φανερώνουν τον μονοδιάστατο τρόπο ορισμού και αντιμετώπισης της υπαίθρου ως μιας χωρικής κατηγορίας με περιοχές που βασικά «δεν είναι πόλεις». Επίσης στους ορισμούς αυτούς επικρατεί η θεώρηση του χώρου ως μια «συνέχεια» (continuum) αστικού και αγροτικού χώρου και υπονοείται ότι στις περιοχές αυτές κυριαρχεί απόλυτα η αγροτική παραγωγή ως η μοναδική αξιόλογη οικονομική δραστηριότητα (Marsden, 1996, Γούσιος, 1999, Marsden, 1999, Καρανικόλας και Μαρτίνος, 1999, Gray, 2000, Richardson, 2000). Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα όπως θα δούμε και αναλυτικά στη συνέχεια, τον σχεδιασμό και εφαρμογή πολιτικών για την ύπαιθρο με αποκλειστικό άξονα την προστασία και ανάπτυξη του αγροτικού τομέα.
[...]
2.1.1.3 Οι σύγχρονες αντιλήψεις για την ύπαιθρο: η ‘υπαιθρότητα’
Οι παραπάνω ορισμοί δίνουν την εικόνα μιας υπαίθρου μονοδιάστατης και εξαρτημένης. Πράγματι, είδαμε ότι γενικά η ύπαιθρος ορίζεται από αυτούς ως μια ‘αντιθετική’ έννοια: ότι μένει όταν τα υπόλοιπα έχουν οριστεί. Σε οικονομικούς όρους, οι περιοχές της υπαίθρου συνιστούν την ‘ενδοχώρα’ των πόλων ανάπτυξης, στην οποία τα ωφελήματα της ανάπτυξης (εισοδήματα - απασχόληση, υποδομές και υπηρεσίες) πρέπει να διαχυθούν (Σπιλάνης, 1996, Λαμπριανίδης, 2000), με άλλα λόγια οι περιοχές αυτές είναι μη-αυτόνομες περιοχές ανάπτυξης (όπως θα δούμε στη συνέχεια, η θεώρηση αυτή οδήγησε και στις προσεγγίσεις της τοπικής ανάπτυξης, της ενδογενούς ανάπτυξης και της ανάπτυξης της υπαίθρου). Στη χωροταξία, η ύπαιθρος επίσης ορίζεται όπως είδαμε ως το συμπλήρωμα των αστικών περιοχών (με κριτήρια όπως η πληθυσμιακή πυκνότητα και ο πληθυσμός, OECD 1994, CEC 1997a, Copus and Crabtree 1996, Harrington and O’Donogue 1998). Στην ανάπτυξη πολιτικών, η ύπαιθρος θεωρήθηκε ως χώρος όπου κυριαρχεί η αγροτική παραγωγή και όλες οι άλλες δραστηριότητες αγνοήθηκαν. Ως αποτέλεσμα, ακόμη και η ίδια η έννοια της υπαίθρου αμφισβητήθηκε (Hoggart 1990), καθώς θεωρήθηκε ότι οι ‘κλασσικές’ προσεγγίσεις δεν μπορούσαν να αποδώσουν με κατάλληλο τρόπο τους μετασχηματισμούς και την πραγματικότητα των περιοχών και των κοινωνιών της υπαίθρου σήμερα (Gray 2000). Η γενική αυτή θεώρηση της υπαίθρου ως εξαρτημένου και μονοδιάστατου χώρου, χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις κατά οικονομικές δραστηριότητες, κοινωνικούς σχηματισμούς, φύλο, εθνικότητα, ύπαρξη μειονοτήτων κτλ (Cloke and Little, 1997), έφτασε στα όρια της την δεκαετία του 1980 και έκτοτε έχει ξεκινήσει μια σημαντική προσπάθεια ανανέωσης τόσο της έννοιας και του περιεχομένου της υπαίθρου, όσο και των μεθόδων των κοινωνικών επιστημών που εξετάζουν και μελετούν τις κοινωνίες και το χώρο της υπαίθρου. Οι σύγχρονες αυτές αντιλήψεις προκρίνουν μια αυτόνομη έννοια της υπαίθρου, δηλαδή μια έννοια η οποία δεν θα εξαρτάται από τον ορισμό άλλων εννοιών, αλλά θα είναι δυνατόν να οριστεί ‘μόνη της’ (Hoggart et al. 1995, Jones 1995, Pratt, 1996, Cloke and Little 1997). Μια τέτοια προσέγγιση οφείλει να προχωρήσει σε ένα επίπεδο γενικότητας ευρύτερο από αυτό των διοικητικών ορισμών που παρουσιάστηκαν και να επιχειρήσει να ξεφύγει από τα στενά χωρικά πλαίσια με τα οποία αυτοί την συνδέουν.

Αναζητήθηκε έτσι μια από-χωρικοποίηση της έννοιας της υπαίθρου, δηλαδή επιδιώχθηκε η αποσύνδεσή της από συγκεκριμένα ομοιογενή και αποκλειστικά χωρικά κριτήρια και η σύνδεσή της με την κοινωνική αναπαράσταση των όσων θεωρούνται ‘υπαίθρια’ (Gray, 2000, Pratt, 1996), μια ‘κοινωνική αναπαράσταση του χώρου’ (Halfacree, 1995, σελ. 2) από ‘συνηθισμένους’ ανθρώπους οι οποίοι ‘διαχειρίζονται’ σε καθημερινή βάση τις διάφορες διακριτές αναπαραστάσεις της υπαίθρου ως υπαιθρότητες (ruralities, Gilg, 1996, σελ. 22). Τα πλεονεκτήματα αυτού του τρόπου ορισμού της υπαίθρου και του υπαίθριου είναι ότι αποκαλύπτει πως άνθρωποι σε διαφορετικούς κοινωνικούς χώρους αντιλαμβάνονται και εκφράζουν την ‘υπαιθρότητα’, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του πολιτισμικού και κοινωνικού τους συστήματος.

Έτσι, από την μια ύπαιθρο-εξοχή-όχι πόλη οδηγούμαστε σε πολλές διαφορετικές υπαιθρότητες, οι οποίες ορίζονται από τους χρήστες τους ως ένα πολιτισμικό τοπίο κοινωνικών, χρονικών και χωρικών μύθων και συμβόλων (Lawrence 1996, Little and Austin 1996), λαμβάνοντας με αυτόν τον τρόπο υπόψη τοπικές ιδιαιτερότητες και συνθήκες.
Τελικά διαμορφώνονται πολλές τοπικές και μικρές ύπαιθροι, οι οποίες ορίζονται από τις αλληλεπιδράσεις των διαφόρων χωρικών συγκεντρώσεων που τις αποτελούν (Phillips, 1998, Gray, 2000). Οι διαφορετικές αυτές υπαιθρότητες μπορούν να διακριθούν με ποικιλία κριτηρίων που μπορεί να είναι χωρικά, όπως η θέση των περιοχών και η ύπαρξη ειδικών χωρικών σχηματισμών (σύνορα, φυσικά όρια κτλ), μπορεί να είναι οικονομικά, όπως οι κυρίαρχες δραστηριότητες σε μια περιοχή (Λαμπριανίδης, 2000) ή κοινωνικά, όπως η ηλικία (van Dam Heins and Elbersen, 2002), το φύλο (Cloke and Little, 1996), η τάξη (Halfacree, 1995), η φυλή (Cloke and Little, 1996) κτλ.

[Πανεπιστήμιο Αιγαίου / Ανάπτυξη της Υπαίθρου και Πολιτικές / Ενότητα : Ύπαιθρος και αγροτικός χώρος / Κίζος Αθανάσιος,
Τμήμα Γεωγραφίας]

https://eclass.aegean.gr/modules/document/file.php/OPENCOURSE108/enotita 2.pdf
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Συνεπώς επιστρέφουμε στην πρώτη κιόλας φράση του Θέμη: Εδώ έχουμε σαφώς ζήτημα συμφραζομένων.
 

Earion

Moderator
Staff member
Διαβάζω: Εδώ θα τηρηθεί η διάκριση: rural: ύπαιθρος, agricultural: αγροτικός.

Ένα βήμα απόμεινε, απαραίτητο όπως το βλέπω, rural : υπαιθρικός. Γιατί δεν έκανε ο άνθρωπος;
 
Last edited:
Στο μάθημα αυτό λοιπόν και στις σημειώσεις που ακολουθούν, ως γεωργία και γεωργική παραγωγή θα νοείται η φυτική παραγωγή, ως αγροτική παραγωγή θα νοείται η γεωργία, η κτηνοτροφία, η δασοκομία. Ως δραστηριότητες πρωτογενούς τομέα θα νοούνται όλες οι παραπάνω με την προσθήκη της αλιείας και των ορυχείων.

Συνεπώς επιστρέφουμε στην πρώτη κιόλας φράση του Θέμη: Εδώ έχουμε σαφώς ζήτημα συμφραζομένων.

Κάνει τον πιο πάνω καθαρό διαχωρισμό, που τον βρίσκω πολύ εξυπηρετικό και μ' αρέσει. Ουσιαστικά, ναι, νομίζω ότι ενισχύει το τελικό συμπέρασμα του Θέμη:

Πορευόμαστε με ό,τι έχουμε και, στη γκρίζα ζώνη μεταξύ "υπαίθρου" και "γεωργίας", έχουμε μπαλαντέρ το "αγροτικός", με τη σωτηρία του νοήματος να επαφίεται στα συμφραζόμενα.

Ωστόσο, δείχνει και μια οδό σαφούς διατύπωσης και, συνεπώς, πιθανής επίλυσης του προβλήματος.
Το κυριότερο, εξηγεί γιατί -ιδιαίτερα στον χώρο των κοινωνικών επιστημών- έχουμε λόγους να χρησιμοποιούμε την υπαιθρότητα.
 

eraskaakit

New member
Σας ευχαριστώ όλους,

Αν και συμφωνώ σε μεγάλο βαθμό με τις διατυπώσεις περι διαφορετικότητας αγροτικού χώρου - υπάιθρου που παρουσιάζονται από τον dominotheory, η ανάλυση περι ουσιαστικού και επιθέτου από τον Themis με κάλυψε ως προς τη χρήση των δύο.
 
Top