...
Μπορεί μια πρόταση να αρχίζει με το "Αλλά";
Θέλω να αποφύγω τη δημιουργία μιας μακροσκελούς φράσης.
Τα φορέματα ήταν ήδη απλωμένα, πύργο σχημάτιζαν. Αλλά από όλη εκείνη την μεγάλη συλλογή, της Μαρίας την προσοχή κέντρισε το φόρεμα, που μια άλλη γυναίκα κρατούσε.
...
Και βέβαια μπορεί και μάλιστα το κάνει σε πάμπολλα κείμενα από πένες, γραφομηχανές και πληκτρολόγια τρανά, αψεγάδιαστα και πολύ υπεράνω όποιας κανονιστικής λογικής. Αλλά εκεί που πρέπει, και με μέτρο.
Όπως εδώ, που αν η πρόταση ξεκινήσει με το
αλλά, δίνεται η πρέπουσα έμφαση σε αυτό που τράβηξε την προσοχή της Μαρίας κι έτσι ξεχωρίζει το φόρεμα που κρατούσε η άλλη γυναίκα απ' όλο τον πύργο των φορεμάτων.
Ιδού το ζουμί για το θέμα που μας απασχολεί από ένα ενδιαφέρον κείμενο μιας λεξικογράφου και δασκάλας, δημοσιευμένο στο ιστολόγιο του Oxford Dictionaries, που είναι μεν γραμμένο για τα Αγγλικά και αφορά το but, αλλά νομίζω πως ισχύει αυτούσιο και για τα Ελληνικά και το
αλλά:
Grammar myths #2: please miss, can I start a sentence with a conjunction?
‘No, young lady, it is an unspeakable offence against the English language, and I will mark any such errors with a large red circle and make a public example of you by reading out your ungrammatical prose to the whole class.’
An imaginary conversation, true, but hands up all those whose English lessons at school were marked by the stern admonition: ‘Never begin a sentence with a conjunction!’. I was taught this ‘rule’ as a grammatical diktat back in the 1970s, and a quick trawl of the Net shows that the same advice is still being handed down to English students on many websites.
And yet perfectly respectable writers employ this disputed usage, and have done since Anglo-Saxon times. Many grammar and usage experts have also tried to squash this myth, but it seems to be set in stone. Here’s my own attempt to chip away at the foundations of this grammatical ‘superstition’ (as Henry Fowler terms such mistaken beliefs), in the second of Oxford’s Myth Debunkers series.
[θεωρία και παραδείγματα χρήσης συνδέσμων, που μπορείτε να διαβάσετε εκεί]
As you can see, subordinating conjunctions can be placed at the start of a sentence with no breach of grammatical ‘rules’.
Back to the diktat…
So the heart of the ban on starting a sentence with ‘and’ or ‘but’ seems to lie in the fact that they are coordinating rather than subordinating conjunctions, and as such are typically used to link elements of equal status within a sentence. The argument against using ‘and’ or ‘but’ to introduce a sentence is that such a sentence expresses an incomplete thought (or ‘fragment’) and is therefore incorrect.
However, this is a stylistic preference rather than a grammatical ‘rule’. If your teachers or your organization are inflexible about this issue, then you should respect their opinion, but ultimately, it’s just a point of view and you’re not being ungrammatical. If you want to defend your position, you can say that it’s particularly useful to start a sentence with these conjunctions if you’re aiming to create a dramatic or forceful effect. As the following examples show, the introductory conjunction gives more weight to the thought expressed in the sentence (a comma would be far less emphatic):
It’s a pretty smart and progressive budget. But do you think those changes go far enough?
Some people are calling this film the worst movie ever. And who are we to argue?
Putting ‘but’ or ‘and’ at the start of a sentence is also an effective way of showing surprise:
Dworkin’s answer is no. But why not?
Who would have thought it? And is it really true?
You could also refer to the fact that you’re in very good company (examples can be found in the work of writers such as Susan Sontag, Vladimir Nabokov, Kingsley Amis, P.G. Wodehouse, and Albert Einstein) and that highly respected grammar and usage guides (such as Fowler and Garner) all agree that it’s a perfectly acceptable practice.
Just a word of warning, though: although you now have grammatical ‘permission’ to start a sentence this way, don’t go overboard! It’s perfectly acceptable to use this device judiciously, but remember there’s no value in separating short statements with full stops when you’re not intending to make an emphatic effect:
X They walked to the top of the hill. And then they had a rest. And ate their sandwiches.
Hoorah! But hang on a minute, what about ‘because’?
[...]
But have I succeeded in debunking this particular myth? I sincerely hope so (and yes, I’ve been deliberately sprinkling introductory coordinating conjunctions throughout this piece!).
...
Δύσκολο, πρέπει να είναι πολύ ειδική περίπτωση (σπάνιο, αλλά πιο εύκολο θα ήταν να αρχίζει με «όμως»).
...
Πάντως, στους υποτίτλους άπειρες φορές αρχίζει η πρόταση με «αλλά», αφού έτσι μιλάνε οι άνθρωποι.
Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Εγώ δεν αρχίζω τις προτάσεις μου με «αλλά»... :)
Δεκτό και σεβαστό.
Αλλά ιδίως στη γλώσσα, δεν είναι ούτε σωστό ούτε πρακτικό (αφού δημιουργεί άσκοπες προστριβές) να κρίνουμε εξ ιδίων τα αλλότρια, δηλαδή με υποκειμενικά κριτήρια, με βάση το προσωπικό μας ιδιόλεκτο και τις στυλιστικές προτιμήσεις μας. Αυτό καταλαβαίνω μεν γιατί γίνεται, αλλά δεν το δέχομαι. Και ειδικά στην επιμέλεια κειμένων από διάφορους που ο καθένας έχει το στυλ γραφής του, εγώ τουλάχιστον προσπαθώ να μην επεμβαίνω σε τέτοια θέματα στυλ, εφόσον δεν είναι λάθος ή δεν δημιουργείται παρανόηση.
Live and let live, and let the text breathe.
Θα με ενδιέφερε πραγματικά, όταν έχεις χρόνο, να δω 4-5 τέτοια παραδείγματα.
Άπειρα επ' άπειρον υπάρχουν, και από υπότιτλους και από ηχητικά ντοκουμέντα και από λογοτεχνία και ποίηση και από δημοσιεύματα και από ό,τι λογής κείμενα μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου.
Seek and ye shall find, 'cause I haven't got the time. Oh well, just a few quick snippets:
Αλλά ο νους του Καζαντζάκη, και από τα νεανικά ακόμη αυτά χρόνια, είναι ανήσυχος, η ψυχή του βασανίζεται από αγωνίες και από προβλήματα θεμελιακά — μια αγωνία μεταφυσική (ή υπαρξιακή), όπως θα τη χαρακτηρίσουν οι βιογράφοι του.
Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1998 (9η έκδ.), 269-271. http://www.greek-language.gr/Resour...ion/literature_history/search.html?details=49
Γ. Ράλλης: Δεν ετόλμησαν όμως να την επιβάλουν, διότι δεν ήτο ώριμος η εποχή. Πιστεύω ότι δεν ήλθε ακόμη η εποχή διά να επιβληθή το μονοτονικόν σύστημα. Αλλά, κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα να υπενθυμίσω...
Γ. Μαύρος: Αυτό θα το εξετάσετε σεις, το πότε και το πώς θα εφαρμοσθή το μέτρον. Αλλά δεν βλέπω διατί δεν θα έπρεπε τώρα να τεθή μέσα εις τον νόμον η λύσις. [...] Είπαμε ότι το σχολείο θα δείξη επιείκεια εις τα σφάλματα τονισμού. Αλλά πώς εξασφαλίζεται, ότι ο μαθητής που θα βάζη δασεία ή ψιλήν, εκεί όπου δεν πρέπει δεν θα βαθμολογηθή κακώς; [...] Αυτό είναι ήδη μία μεγάλη πρόοδος. Αλλά δεχθήτε την τροπολογίαν. Είναι ανάγκη να την δεχθή η Κυβέρνησις.
http://www.sarantakos.com/language/rallis.html
Πάντοτε σκυμμένος εις το βιβλίον του, εις ουδένα ωμίλει, και επειδή ο κλήρος τον ευνόει, ως λέγουν εις τα γυμνάσια, ήτο σχεδόν άγνωστος η φωνή του.
Αλλά μίαν ημέραν κατά το μάθημα της Λογικής, επειδή οι εξεταζόμενοι ήσαν αμελέτητοι κατά το σύνηθες, ο καθηγητής απευθυνθείς προς ημάς τους άλλους ηρώτησε:
- Ποιός ημπορεί να μου φέρει ένα παράδειγμα βάθους εννοίας; Εσύ;…Εσύ;…
Αλλά κανείς δεν έδιδε το ζητούμενον παράδειγμα. Επί τέλους, από το βάθος της τάξεως υψώθη βραχίων μέγας, ως του Βριάρεω. [...]
Την αυθάδειαν δε των παιδαρίων απεθράσυνεν η μεγάλη του Νήφωνος πραότης και δειλία. Αλλά επί τέλους μήπως ηδύνατο και ν’ αντιταχθεί κατά τοσούτου πλήθους διαβόλων; [...] Ως μόνην σωτηρίαν εύρε να έρχεται τελευταίος και να φεύγει τελευταίος και ούτω μόνον κατώρθωνε ν’ αποφεύγει τας εμπαικτικάς διαδηλώσεις.
Αλλά κατά την παράδοσιν του καθηγητού της Γαλλικής, γεροντίου μύωπος και ολίγον ξεκουτιασμένου, ο Νήφων έδιδεν αφορμήν ες παντοία παιγνίδια ματαιούντα πολλάκις το μάθημα. [...] Ο Νήφων κατ’αρχάς έστρεψε τα ερωτικά του βέλη προς την θυγατέρα. Αλλά εκείνη όταν ενόησε τας προθέσεις του εξεκαρδίσθη και ανεφώνησεν ώστε να την ακούσει ο Νήφων: «Μπα το σκιάχτρο, που θέλει και κόρτε!». [...] Την Κυριακήν δε κατά την λειτουργίαν έμενε πότε ο γέρων πότε η γραία εις την οικίαν, και ούτω ο Νήφων έπασχε του Ταντάλου τα βάσανα.
Αλλά κατά την εσπέραν της 23 Δεκεμβρίου μου ανήγγειλε με χαράν ότι, όπως του εψιθύρισεν εκ του παραθύρου η Ασημίνα, την νύκτα των Χριστουγέννων θα επήγαιναν όλοι εις την εκκλησίαν και θα την άφηναν μονη δια να ετοιμάσει το χριστουγεννιάτικον γεύμα. [...] Δεν ευρήκα τίποτε να κατασιγάσω τους δισταγμούς και τους φόβους του. Αλλά με την βοήθειαν του έρωτος τους κατεσίγησε μόνος του και όταν εσήμαναν οι κώδωνες, ο Νήφων Αηδονίδης, τρέμων από το ψύχος και την συγκίνησιν, εστέκετο εις τα πρόθυρα της οικίας μας. [...] Και πάλιν ο γέρων έστρεφεν εκ διαλειμμάτων την κεφαλήν και παρετήρει ανησύχως.
Αλλά μετά ολίγον εκρότησε πάλιν ο σύρτης αποσυρόμενος και προέκυψε σιγά σιγά εκ της σκιάς το ψηλόλιγνον σώμα του Αηδονίδου. [...] Ο γέρων προ του μυκωμένου εκείνου τέρατος, το οποίον εις το σκότος του όρθρου και εις την ταραχήν της φαντασίας του εφάνη ως καμηλοπάρδαλις, έκλινεν εμβρόντητος επί του τοίχου, αφήσας ελευθέραν την δίοδον εις τον δολιχοσκελή καλικάντζαρον. Αλλά και η απλοϊκή Ασημίνα ηδύνατο κατά τας στιγμάς εκείνας να ορκισθεί με ειλικρίνειαν ότι είχε γίνει παίγνιον αληθινού καλικαντζάρου.
O Καλικάντζαρος – Ιωάννης Κονδυλάκης
Ήρχισε δε να μ’ ερωτά αν υπήρχεν ελπίς αυτήν την φοράν να τελειώσει το Κρητικό ζήτημα, για να τελειώσουν και τα βάσανα αυτών των ανθρώπων. Αλλά δεν του απήντησα. [...] Ο πατέρας τον είχε συμφωνήσει να μην πάρει άλλους. Αλλά αυτός, πλεονέκτης άνθρωπος, αφού μας παρέλαβεν από το Σφινάρι [...] Ολίγον ακόμη και θα ήμεθα ασφαλείς. Αλλά όταν ήρχισε να διαφωτίζει, ο Κρουβίδης διέκρινε ένα πλοίον, το οποίον ήρχετο κατ’επάνω μας. [...] Από την στιγμήν εκείνην διατηρώ μίαν φρικιαστικήν ανάμνησιν της θαλάσσης όπως την είδα ν’ απλώνεται μπροστά μου μαύρη πίσσα. Αλλά δεν είχα συνείδησιν σαφή του κινδύνου και εφοβούμουν με τους φόβους των άλλων. [...] Οι άνδρες επείσθησαν και έρριψαν όσα όπλα είχαν στη θάλασσα. Αλλά ο πλοίαρχος μας είχεν άλλον σκοπόν. [...] Άραγε μας είχαν ιδή ή θα έπεφτεν επάνω μας ο φοβερός εκείνος όγκος να μας κάμει θρύψαλλα; Αλλά δεν ήτο προτιμότερον αυτό παρά να μας πιάσουν οι Τούρκοι; Αλλά δεν ήσαν Τούρκοι. [...] Ο Κρουβίδης εξηκολούθησε τα ταξίδια του μεταξύ Κρήτης και Ελλάδος. Αλλά μια φορά επήγε και δεν εγύρισε.
Aναμνήσεις Γυναικόπαιδου - Ιωάννης Κονδυλάκης
Με βάραιναν, με ζάλιζαν, αδύνατο να τα συνηθίσω, προ πάντων στο διάβασμα ή στο γράψιμο. Κι αφού βασανίστηκα έτσι κάμποσο καιρό, τα πέταξα, ξανάβαλα τα παλιά κι ησύχασα.
Αλλά τότε σημειώθηκε το πρώτο παράξενο: Αφού με τα γυαλιά του γιατρού δεν έβλεπα καθόλου κι αφού με τα δικά μου (2,50 και 3,50) έβλεπα μόλις λιγάκι καλύτερα παρά με τα μάτια μου, τις περισσότερες ώρες ήμουν χωρίς γυαλιά και σιγά – σιγά έπαψα ολωσδιόλου να βάζω. [...]
Πρόσωπα και πράγματα, μού φαινόταν έτσι πολύ μεγαλύτερα. Αλλά επειδή αυτό δεν ήταν καθόλου ευχάριστο, – απεναντίας ετρόμαζα καμιά φορά να βλέπω έν΄ ασχημόμουτρο τόσο μεγαλύτερο, απ΄ το φυσικό, – το παιχνίδι αυτό το ’κανα σπάνια, κι από λίγες στιγμές κάθε φορά, έτσι από απλή περιέργεια. [...]
Επιτέλους το πράγμα δεν θα ‘ταν τόσο ανυπόφορο, αν μεγάλωνα κι εγώ ανάλογα όσο με τον κόσμο. Αλλά εγώ να μένω όπου ήμουν και να βλέπω άξαφνα το μωρό μας σχεδόν σαν και μένα, α, μα ήταν εξωφρενικό! να κλείσω τα μάτια μου και να μην τα ξανανοίξω ποτέ! [...]
Δόξα σοι ο Θεός, είπα, το κακό ήταν περαστικό. Και φυσικά το ταξίδι έμεινε.
Αλλά λίγο βάσταξε η χαρά μου. [...]
Φυσικά, φώναξα πάλι το γιατρό. Αλλά μάλλον για να λάβει γνώση, να καταγράψει, να μελετήσει το καινούργιο «φαινόμενο», παρά για να με γιατρέψει. [...]
Αυτό ήταν τότε το πιο συνηθισμένο μου παιχνίδι.
***
Αλλά τι απρόοπτο το αποτέλεσμα!
[...]
Ήμουν καλά.
Αλλά για λίγον καιρό. Γιατί το «φαινόμενο» μού ξαναπαρουσιάστηκε το ίδιο. [...]
Και τότε βέβαια θα τυφλωνόμουν. Αλλά όχι. Κανέν΄ άλλο χρώμα δεν διαδέχτηκε το τελευταίο εκείνο μαβί.
Τ' αλλόκοτα μάτια - Γρηγόριος Ξενόπουλος
Είμουν ξαπλωμένος στον ίσκιο μιας καρυδιάς, και, προσπαθών να κοιμηθώ, ύστερα από μακρά πορεία, έλεγα : «Νάνι Μανταλένια! Νάνοι πηδούν κοκκινοπρόσωποι μ΄ άκουρα γένεια, μαύρα γένεια».
Αλλά ο ύπνος δεν ήρχετο. [...]
Τι ωραία, συλλογιζόμουν, που θα ήτο, αν τύχαινε να περάσει μια τρυφερά παιδίσκη απ΄ εκεί, ή μια τραγανή νεάνις, και να τις έπιανα, είτε το ήθελαν ή όχι, να τις διακόρευα στην αμμουδιά, υπό το φως της Αφροδίτης, ή, σ΄ έναν μπαξέ, κοντά στον δρόμο, έτσι, με το «άστε ντούα ου», διαρρηγνύων τους υμένας των και εισδύων μέσα των βαθειά, σε αψόγους και πλήρεις βιασμούς, ενώ στους φράχτες θα λαλούσαν οι κοκόροι, και στις συκιές θα έχυναν το γάλα των τα σύκα…
Αλλά καμιά παιδίσκη και καμιά νεάνις δεν περνούσε. [...]
Καλά ως εδώ. Όλοι θα συμφωνούν και δικαίως, ότι ονειρευόμουν. Αλλά τι θα πουν όσοι διαβάζουν τούτες τις γραμμές, όταν μάθουν τα ακόλουθα.
Η Μανταλένια - Ανδρέας Εμπειρίκος
- Εμ τσάτρα-πάτρα όλο και κάτι κοπανάει. Αλλά τα ρωμέικα που λέει αυτός μονάχα Εγγλέζος μπορεί να τα καταλάβει. [...]
Πώς θα εξασφαλιζόταν ο επισιτισμός του Άγγλου από τον φουκαρά; Πολλοί πελάτες του τον συμβούλευαν να τον παραδώσει σε πλούσιους. Αλλά ο Γαβρήλος γινότανε θηρίο. [...]
Ήθελε και φούτμπολ. Αλλά σ' αυτό ο κουρέας Γαβρήλος ήξερε να βάζει πειθαρχία στον Εγγλέζο του. [...]
Κι ήταν τώρα ευτυχισμένος γιατί είχε τακτοποιήσει την υπόθεση του κι ήταν ακόμα δυο φορές περήφανος γιατί κι άλλοι Έλληνες τον βοηθούσαν. Αλλά το πράγμα είχε γίνει πια δημόσια υπόθεση.
Θυσία - Δημήτρης Ψαθάς
...
Χε χε,
The Fumblerules of Grammar by William Safire :
...
And don't start a sentence with a conjunction.
...