Ξυπνάω το νήμα από τη νάρκη, επειδή ασχολήθηκα αρκετά με τη ρύπανση και τη μόλυνση αυτές τις ημέρες και αναγκαστικά κατέληξα σε μια αντιστοιχία:
pollution > ρύπανση
pollutant > ρύπος
polluter > ρυπαντής
contamination > μόλυνση
contaminant > μολυντική ουσία (συμφωνώ δηλαδή με τον Νικ στο #22 παραπάνω) (υπάρχει και ο «μολυντής», αλλά αφενός δεν μου αρέσει και αφετέρου θα το κρατούσα για το contaminator αν το συναντούσα πουθενά)
contagion > μετάδοση μολυσματικού παράγοντα
contagious > μολυσματικός
infection > λοίμωξη
infectious > λοιμογόνος/λοιμώδης
Σχόλια, διαφωνίες;
Και πέρασαν χρόνια και χρόνια (και μια πανδημία), και αναθεώρησα τον κατάλογο αυτόν.
Πρώτα πρώτα το
contaminant: προσωπικά προτιμώ τώρα την απόδοση «μολύνουσα ουσία», αλλά δυστυχώς χρησιμοποιείται πολύ και η «πρόσμειξη» (που κανονικά αντιστοιχεί στο
admixture) και η «επιμολύνουσα ουσία» ή «επιμολυντής».
(Παρένθεση: κατά τη γνώμη μου, η «επιμόλυνση» θα έπρεπε να αποδίδει το superinfection και όχι το contamination.)
Το
infection, τώρα, είναι ευρύτερο από το ελληνικό «λοίμωξη» και κάποτε πρέπει να αποδίδεται «μόλυνση». Όσο για τη διαφοροποίηση από το
contamination, ο καθηγητής κ. Τριχόπουλος, στην
Επιδημιολογία του, χρησιμοποιεί τον όρο «μίανση» - που όμως δεν έχει φαίνεται να έχει καθιερωθεί ευρύτερα.