metafrasi banner

lexical items/grammatical items

Our words clearly include both nouns and verbs as distinct from each other, plus adjectives. Those three parts of speech referring to specific objects, acts or qualities are termed "lexical items". But up to half of the words in typical human speech are purely grammatical items, with no referent that one can point to.

Φαντάζομαι υπάρχουν δόκιμοι όροι στα ελληνικά, αλλά ομολογώ ότι δεν τους ξέρω και ψάχνοντας το διαδικτυακά έχω ψιλομπλεχτεί. Θα τους απέδιδα αυθόρμητα "λεξικά/γραμματικά στοιχεία", αλλά μάλλον σημαίνουν κάτι διαφορετικό. Γενικά τις διάφορες κατηγορίες λέξεων τις λέμε "μέρη του λόγου". Μπορούμε όμως να πούμε "λεξικά μέρη του λόγου" ή "γραμματικά μέρη του λόγου";
 

Elena

¥
Τα «λεξικά στοιχεία» και «γραμματικά στοιχεία» είναι σωστά.

Δες το:
http://www.komvos.edu.gr/Common European Framework.pdf
σελ. 129-130.


Δεν ξέρω πώς κι έτσι ο σύνδεσμός σου (από το «Common European Framework», αλλά εμένα το «λεξικά» «μου κάνει μπαμ μετάφραση». :)

«Λεξιλογικά» ή «λεκτικά στοιχεία» -κατά προτίμηση το δεύτερο.


Υποψιάζομαι ότι σε μερικά χρόνια το google θα φέρει κι άλλες καταστροφές -η «λεκτική ανάλυση» συνεχίζει να υπερτερεί της «λεξική ανάλυσης» και αριθμητικά, αλλά δεν ξέρω για πόσο...
 
Last edited:

nickel

Administrator
Staff member
Το λεξιλογικός είναι ένα αποδεκτό συνώνυμο για το λεξικός, αλλά προτιμώ τις απλές λύσεις.

Το λεκτικός το κρατάνε πολλοί για το verbal, όταν δεν θέλουν να πουν ρηματικός. Στον Κόμβο, πάντως, προτιμούν το λεξικός. Το ίδιο και ο Ξυδόπουλος, νομίζω και ο Dr Moshe. Αλλά ας μας το πει ο ίδιος αυτό.
 

Elena

¥
Το λεξιλογικός είναι ένα αποδεκτό συνώνυμο για το λεξικός, αλλά προτιμώ τις απλές λύσεις.

Το λεκτικός το κρατάνε πολλοί για το verbal, όταν δεν θέλουν να πουν ρηματικός. Στον Κόμβο, πάντως, προτιμούν το λεξικός. Το ίδιο και ο Ξυδόπουλος, νομίζω και ο Dr Moshe. Αλλά ας μας το πει ο ίδιος αυτό.

Βρίσκεις;
:p


"λεξικά στοιχεία" site:komvos.edu.gr

"λεκτικά στοιχεία" site:komvos.edu.gr


Kαι Φρυκτωρίες...

Kαι Παιδαγωγικό -για να μας βρίσκεται:


"λεκτικά στοιχεία" site: pi-schools.gr

(Kι από τα αγγλικά -τι έκπληξη...)

"λεξικά στοιχεία" site: pi-schools.gr
 

nickel

Administrator
Staff member
Βρίσκεις;
:p

Βρήκα...
Γιατί είπα ο έξυπνος να κάνω ψάξιμο για τη λεξική μονάδα, επειδή είναι πιο συνηθισμένος όρος. Βέβαια, κι αυτή χάνει στα συνολικά ευρήματα σε σχέση με τη λεκτική μονάδα.

Στο τέλος θα μείνω ο άμοιρος να γράφω ότι το πρότεινα επειδή εγώ το λέω έτσι...
 
Δύο απορίες, γιατί ομολογώ ότι έχω μπερδευτεί:

α. Τα λεξικός και λεκτικός είναι τελικά συνώνυμα;

Το ΛΝΕΓ δίνει:
λεξικός, -ή, -ό [μτγν.] αυτός που σχετίζεται με τις λέξεις: ~ πλούτος / μονάδα / χαρακτηριστικό ΣΥΝ. λεκτικός

λεκτικός, -ή, -ό [αρχ.] ΓΛΩΣΣ. 1. αυτός που σχετίζεται με τον λόγο, την προφορική ή την γραπτή έκφραση: ~ σφάλμα / δεινότητα [...] 2. αυτός που γίνεται με τον λόγο, με λέξεις: ~ επικοινωνία ΑΝΤ. εξωλεκτικός 3. λεκτικό (το) το ξεχωριστό ύφος με το οποίο εκφράζεται κάποιος προφορικά ή γραπτά 4. (ειδικότ.) αυτός που σχετίζεται με τη λέξη: ~ στοιχείο / δομή / μόρφημα ...

Εγώ το λεκτικός το έχω στο μυαλό μου κυρίως ως κάτι που σχετίζεται με τον προφορικό ή τον γραπτό λόγο (verbal), π.χ. λεκτική επικοινωνία, λεκτική ικανότητα κλπ. Αντίθετα, ως μη λεκτική επικοινωνία, για παράδειγμα, αντιλαμβάνομαι όσα δεν σχετίζονται με τον λόγο: το βλέμμα, η στάση του σώματος κλπ.
Το λεξικός δεν το πολυέχω στο μυαλό μου. Αν αποδεχθώ τον ορισμό του ΛΝΕΓ, τότε είναι συνώνυμο του λεκτικός, με την έννοια 4.

Με τα lexical/grammatical items όμως έχουμε μια διάκριση που αφορά τον ίδιο τον λόγο, μια διάκριση ανάμεσα σε λέξεις που έχουν απτά αντικείμενα αναφοράς και λέξεις που δεν έχουν. Και οι δύο κατηγορίες λέξεων όμως αποτελούν μέσα λεκτικής επικοινωνίας, οπότε μάλλον, ως αδαής, θα τις χαρακτήριζα λεκτικά στοιχεία, αν είναι δόκιμος ο όρος. Για να διακρίνω όμως τις κατηγορίες μεταξύ τους, δεν χρειάζομαι διαφορετική λέξη;

β. Τα "λεξιλογικός" και "λεξικός" είναι συνώνυμα;
Αντιλαμβάνομαι το "λεξιλογικός" ως κάτι που σχετίζεται με το λεξιλόγιο, άρα προφανως και με τις λέξεις. Υπάρχει διαφορά;
 
Τα ερωτήματά σας είναι εξαιρετικά, αγαπητέ μου, και χαίρομαι που τα θέσατε.

Εν πρώτοις, αξίζει να διασαφηθεί ότι οι όροι λεκτικός και λεξικός είναι σωστά σχηματισμένοι. Το αρχ. λεκτικός προέρχεται από το ρηματικό επίθετο λεκτός (του λέγω), το δε όψιμο ελληνιστικό λεξικός παράγεται απευθείας από το αρχ. λέξ(ις) + παραγωγικό τέρμα -ικός. Είναι ενδιαφέρον ότι η διάκριση που σας απασχολεί υφίσταται ήδη στις πρώτες μαρτυρίες των όρων αυτών: ο λεκτικός αφορά στον λόγο (π.χ. αρχ. λεκτικὴ τέχνη), ο δε λεξικός στη λέξη.

Με βάση την εξέλιξη που παρατηρήθηκε έκτοτε, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι τα επίθετα λεκτικός και λεξικός είναι μερικώς συνώνυμα και όχι ισοδύναμα, η δε χρήση τού όρου λεκτικός αναφορικά με τη λέξη υποχωρεί αισθητά, πράγμα που ενισχύεται από τον γλωσσολογικό όρο lexical. Ο όρος αυτός συναντάται εκτενώς στη μορφολογία και έχει καθιερωθεί, π.χ. «αρχή τής λεξικής ακεραιότητας» (lexical integrity principle), «λεξικό χαρακτηριστικό» (lexical feature), «λεξική μορφολογία» (lexical morphology), «λεξικό τεμάχιο» (lexical segment) κτλ.

Βάσει όσων αναφέρθηκαν, η διάκριση lexical / grammatical items δεν αποβλέπει στον λόγο, αλλά στην ανάλυση: ο όρος grammatical item δηλώνει εδώ το γραμματικό «μόρφημα», δηλ. το τεμάχιο που έχει γραμματική λειτουργία.

Τέλος, οι όροι λεξιλογικός και λεξικός δεν είναι συνώνυμοι, διότι ο πρώτος αναφέρεται στο σύνολο των λέξεων, όπως μπορείτε αμέσως να διαπιστώσετε αν συγκρίνετε π.χ. τους όρους λεξιλογική / λεξική ανάλυση. Ευθύς καταλαβαίνετε ότι ο πρώτος αφορά στη δομή τού λεξιλογίου, ενώ ο δεύτερος στη δομή τής λέξεως.

Επιτρέψτε μου να σας ευχαριστήσω για την εξαιρετική συμβολή σας σε αυτόν τον διάλογο.
 
Top