Στροφές Στροφάλων
Ω υπερωκεάνειον, τραγουδάς και πλέχεις
Άσπρο στο σώμα σου και κίτρινο στις τσιμινιέρες
Διότι βαρέθηκες τα βρωμερά νερά των αγκυροβολίων
Εσύ που αγάπησες τις μακρινές σποράδες
Εσύ που σήκωσες τα πιο ψηλά μπαϊράκια
Εσύ που πλέχεις ξέθαρρα στις πιο επικίνδυνες σπηλιάδες
Χαίρε που αφέθηκες να γοητευθείς απ’ τις σειρήνες
Χαίρε που δεν φοβήθηκες ποτέ τις συμπληγάδες.
...
Ω υπερωκεάνειον, τραγουδάς και πλέχεις
Φυγομαχούν όσοι κρυφά σε μυκτηρίζουν
Όσοι πουλούν τα δίχτυα σου και τρώνε λίπος
Ενώ διασχίζεις τις θαλάσσιες πραιρίες
Και φθάνεις στα λιμάνια με τα πούπουλα
Και τα κοσμήματα της όμορφης γοργόνας
Που ’χει στο στήθος της ακόμη τα φιλιά σου.
...
Ω υπερωκεάνειον, τραγουδάς και πλέχεις
Στις τροχιές των βαθυπτύχων οργωμάτων
Που λάμπουν στο κατόπι σου σαν τροχιές θριάμβου
Αύλακες διακορεύσεως, χνάρια ηδονής που ασπαίρουν
Μες στο λιοπύρι και στο φως ή κάτω από τ’ αστέρια
Όταν οι στρόφαλοι γυρνούν πιο γρήγορα και σπέρνεις
Αφρό δεξιά κι αφρό ζερβά στο ρίγος των υδάτων.
...
Ω υπερωκεάνειον, τραγουδάς και πλέχεις
Θαρρώ πως τα ταξίδια μας συμπίπτουν
Νομίζω πως σου μοιάζω και μου μοιάζεις
Οι κύκλοι μας ανήκουνε στην οικουμένη
Πρόγονοι εμείς των γενεών που εκκολάπτονται ακόμη
Πλέχουμε, προχωρούμε δίχως τύψεις
Κλωστήρια κι εργοστάσια εμείς
Πεδιάδες και πελάγη κι εντευκτήρια
Όπου συνέρχονται με τις νεάνιδες τα παλικάρια
Κι έπειτα γράφουνε στον ουρανό τις λέξεις
Άρμαλα, Πόρανα και Βέλμα.
Ω υπερωκεάνειον, τραγουδάς και πλέχεις
Άσπρο στο σώμα σου και κίτρινο στις τσιμινιέρες
Διότι βαρέθηκες τα βρωμερά νερά των αγκυροβολίων
Εσύ που αγάπησες τις μακρινές σποράδες
Εσύ που σήκωσες τα πιο ψηλά μπαϊράκια
Εσύ που πλέχεις ξέθαρρα στις πιο επικίνδυνες σπηλιάδες
Χαίρε που αφέθηκες να γοητευθείς απ’ τις σειρήνες
Χαίρε που δεν φοβήθηκες ποτέ τις συμπληγάδες.
...
Ω υπερωκεάνειον, τραγουδάς και πλέχεις
Φυγομαχούν όσοι κρυφά σε μυκτηρίζουν
Όσοι πουλούν τα δίχτυα σου και τρώνε λίπος
Ενώ διασχίζεις τις θαλάσσιες πραιρίες
Και φθάνεις στα λιμάνια με τα πούπουλα
Και τα κοσμήματα της όμορφης γοργόνας
Που ’χει στο στήθος της ακόμη τα φιλιά σου.
...
Ω υπερωκεάνειον, τραγουδάς και πλέχεις
Στις τροχιές των βαθυπτύχων οργωμάτων
Που λάμπουν στο κατόπι σου σαν τροχιές θριάμβου
Αύλακες διακορεύσεως, χνάρια ηδονής που ασπαίρουν
Μες στο λιοπύρι και στο φως ή κάτω από τ’ αστέρια
Όταν οι στρόφαλοι γυρνούν πιο γρήγορα και σπέρνεις
Αφρό δεξιά κι αφρό ζερβά στο ρίγος των υδάτων.
...
Ω υπερωκεάνειον, τραγουδάς και πλέχεις
Θαρρώ πως τα ταξίδια μας συμπίπτουν
Νομίζω πως σου μοιάζω και μου μοιάζεις
Οι κύκλοι μας ανήκουνε στην οικουμένη
Πρόγονοι εμείς των γενεών που εκκολάπτονται ακόμη
Πλέχουμε, προχωρούμε δίχως τύψεις
Κλωστήρια κι εργοστάσια εμείς
Πεδιάδες και πελάγη κι εντευκτήρια
Όπου συνέρχονται με τις νεάνιδες τα παλικάρια
Κι έπειτα γράφουνε στον ουρανό τις λέξεις
Άρμαλα, Πόρανα και Βέλμα.
Γόνος οικογένειας εφοπλιστών και περήφανος Ανδριώτης ο Ανδρέας Εμπειρίκος, κι έχοντας στο ταμείο της ψυχής του τις εικόνες των καραβιών από την παιδική του ηλικία, φυσικό ήταν να μαγεύεται από το μέγεθος και τη δύναμή τους, και αναμενόμενο να ξεχωρίσει ανάμεσα σ’ όλα τ’ άλλα το υπερωκεάνιο, το πιο μοντέρνο υπερμηχάνημα της εποχής του, και να το ανυψώσει σε σύμβολο της προσωπικής του ποιητικής μυθολογίας. Το κάνει σε τούτο εδώ το ποίημα, το έχει κάνει και στον πασίγνωστο πλέον Μεγάλο Ανατολικό.
Αν θέλετε να το απολαύσετε, εκτός απ’ τη μαγεία των λέξεων που τυλίγει την ανάγνωση, μπορείτε να το δεχτείτε και με μιαν άλλη αίσθηση: υπάρχει ηχογράφηση στην οποία ο ίδιος ο ποιητής διαβάζει το ποίημα, και η φωνή του —πολλοί το παραδέχονται— έχει κάτι το ιδιαίτερο.
Εντύπωση μου έκαναν οι θαλάσσιες πραιρίες. Όπου πραιρία, βέβαια, ο εξελληνισμός του prairie, λέξη κυρίως συνδεδεμένη με τον πολιτισμό των λευκών της Βόρειας Αμερικής με αρκετό νοηματικό φορτίο, γιατί φέρνει στο νου τις αχανείς εκτάσεις του κεντρικού τμήματος των Ηνωμένων Πολιτειών ανάμεσα (και μακριά από) τις δυο ακτές, που κουβαλούν τη δική τους μυθολογία του ανοιχτού ορίζοντα, της περιπλάνησης, της κατάκτησης από τον Δυτικό άνθρωπο, που χρειάστηκε να καταβάλει μόχθο για να υποτάξει τη φύση και τόλμη για να αντιμετωπίσει τους προηγούμενους κατοίκους, και τα λοιπά.
Η λέξη δεν υπάρχει στα λεξικά, ανακαλύπτω όμως ένα λήμμα στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια που ταιριάζει με το ύφος του Εμπειρίκου.
πραίρι (prairie = λειμών). Το όνομα τούτο έδωκαν οι Γάλλοι εξερευνηταί εις τας απεράντους και αδένδρους εκτάσεις των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και του Καναδά, ιδία από του Μισσισσιπή μέχρι των Βραχωδών Ορέων και εκ του κόλπου του Μεξικού μέχρι του Σασκατσεβάν, ολικού εμβαδού 4 εκατομμυρίων τ. χλμ. περίπου. Το έδαφος είναι κυματώδες, ανέρχεται δε εις ύψος 1.000 έως 1.500 μ. μέχρι των Βραχωδών Ορέων. Το κλίμα είναι θερμότατον κατά το θέρος (44° Κ) και ψυχρότατον κατά τον χειμώνα (53° υπό το μηδέν). Αι εκτάσεις αύται κατείχοντο αρχικώς υπό των Ινδών, οι οποίοι τας εχρησιμοποίουν διά την κτηνοτροφίαν των και την καλλιέργειαν κριθής. Οι Αμερικανοί, εκδιώξαντες τους Ινδούς, τους μετέβαλον εις τεραστίους σιτοβολώνας του κόσμου.
Τη λέξη τη χρησιμοποίησε ο ποιητής και σε πεζό, στην Αργώ:
Ο Ντον Πέντρο Ραμίρεθ έβλεπε τώρα να κυλά μπροστά του ένας τεράστιος ποταμός, ένας ποταμός εδώ μεν απρόσιτος εις την ναυσιπλοΐαν από την κοχλάζουσαν ορμή των νερών, ή από την ύπαρξιν μεγάλων υδατοπτώσεων, αλλού δε γαλήνιος και προσιτός, ένας ποταμός που σε άλλα σημεία ειλίσσετο κατά τρόπον πασιφανώς ηδυπαθή και νωχελή, σε κοίτην βαθειά, διασχίζουσα ατέρμονες πεδιάδες και πραιρίες, ενώ σε άλλα σημεία ωρμούσε μεταξύ απορρώγων και κατακορύφων βράχων, ή δασωδών ορέων, ενίοτε κορυφουμένων εις αλληλουχίας πανύψηλων ηφαιστείων, εν μέσω βλαστήσεως τροπικής εκ πλατύφυλλων ή κωνοφόρων δένδρων παμμεγίστων, κάτω από τα οποία τυλίσσονται και εκτυλίσσονται κόβραι και πύθωνες και βόαι και περπατούν βελούδινα, ή στέκονται ν’ αφουγκρασθούν, μέλαιναι πούμαι, ή γοργόσκιρτοι ιαγουάροι, ενώ υπεράνω πετούν και διασχίζουν τον αέρα μυριόχρωμα βεγγαλικά πουλιών του παραδείσου. Και ενώ εις άλλα μεν σημεία του τεραστίου αυτού Αμαζονίου, ή Μανταλένα, ή Ζαμβέζη, τα νερά κυλούν σε ευδαίμονα και αδιατάρακτον αλληλεγγύην με όλα τα στοιχεία. κυματίζοντα ελαφρά, ως πέπλος νεαράς ταξειδιωτίσσης νεονύμφου επί γεφύρας γαμηλίου ατμοπλοίου ...
και επιπλέον σε μια διάλεξη που έδωσε στο Κολλέγιο Αθηνών, προσκαλεσμένος από τους μαθητές (26 Ιανουαρίου 1971):
... και ο γιγαντιαίος πιονέρος του Νέου Κόσμου Walt Whitman, που στις απέραντες παρθένες πραιρίες των Ηνωμένων Πολιτειών, στις οποίες τότε κατοικούσαν περισσότεροι βίσωνες παρά άνθρωποι, σπέρνοντας με την ποίησί του και τις ζεστές δημιουργίες του τον καλό σπόρο, που ήδη έδωσε, και ασφαλώς θα δώση εις το μέλλον, ακόμη περισσοτέρους και πλουσιοτάτους εις χυμούς καρπούς.
«Διάλεξη στο Κολλέγιο Αθηνών για την μοντέρνα ποίηση», Νέα Εστία τόμ. 151, τεύχ. 1744 (Απρίλιος 2002, «Αφιέρωμα στον Ανδρέα Εμπειρίκο»), σ. 565.
- Στο Merriam Webster, δίπλα στον ορισμό, βρίσκω και την καταγωγή της λέξης:
- Η Βικιπαίδεια παραθέτει τον Θεόδωρο Ρούσβελτ, βαθύ γνώστη της άγριας φύσης:
και εξηγεί σε υποσημείωση:
Prairie is the French word for meadow, but the ultimate root is the Latin pratum (same meaning).
Το λατινικό pratum έχει δώσει και τοπωνύμια:
pratum “meadow”, plur. prata, toponyms Prada/Prade (1328), και ειδικότερα η δοτική Prais (= in pratis) > Brazt (τοποθεσία στο Τιρόλο) (από εδώ). Ώστε αν δεν ξέρατε τι σημαίνει Prada, τώρα το μάθατε.
Νά κι ένα σύντομο σημείωμα για το οικοσύστημα των πραιριών.
Με τις χορδές του λαγούτου του αποχαιρετά τις θαλάσσιες πραιρίες
Κώστας Τραχανάς, παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Δημήτρη Νανούρη Στου πουθενά τη μέθη (από εδώ).
σε απέραντες αμμουδιές, σε ολόισιες πραιρίες
Χάρης Μεγαλυνός, «Ένα τύμπανο μέσα στο άλλο», Το μήλον της έριδος, 1983 (από εδώ).
και κάποιος που γράφει με οίστρο ποιητικό κάνοντας παραπομπή στον Εμπειρίκο, αν κρίνουμε τουλάχιστον από τον τίτλο του σημειώματός του: «Οι αίγαγροι του Ποσειδώνα».
στις αχανείς πραιρίες της ποίησης
Έκτωρ Κακναβάτος, «Σε αποχρώσεις ζαφοράς», παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Γιώργου Βέλτσου Σκιά, Το Βήμα (1 Ιουνίου 2003).