Όσα ξεφεύγουν απ' το καλάθι των αχρήστων

Earion

Moderator
Staff member
ΑΠΟ ΤΗΝ ΞΕΝΗΝ ΤΕΧΝΗΝ


Το μάθημα της τζατζ

Είς από τους νεωτερισμούς της μεταπολεμικής εποχής, η τζατζ, εξακολουθεί ακόμη να ακμάζη· ποία μαθήματα πρέπει να αρυσθώμεν από την ακμήν της; Αυτό είναι το θέμα του κατωτέρω άρθρου του Ιταλού καλλιτέχνου κ. Alfredo Casella

Η μεταπολεμική εποχή εκληροδότησε εις την ανθρωπότητα τρεις νεωτερισμούς, οι οποίοι εγνώρισαν μεγίστην επιτυχίαν: ούτοι είναι οι κοντές φούστες, τα κομμένα μαλλιά, και η τζατζ. Παραδέχομαι ότι οι φούστες και τα μαλλιά εκδηλώνουν σήμερον μίαν τάσιν να μακρύνουν, αλλά θα εζητούμεν ματαίως σημεία παρακμής των εξωφρενικών αυτών ήχων οίτινες ενέσκηψαν επί του κόσμου, της μουσικής αυτής, η οποία δεν ομοιάζει με καμμίαν από εκείνας που προηγήθησαν. Από καιρού εις καιρόν μία εφημερίς αγγέλλει το τέλος της τζατζ και ήκουσα να λέγεται ότι εις την τάδε ή την δείνα χώραν ιδρύθησαν εταιρείαι, προικοδοτημέναι με μεγάλα κεφάλαια δια να καταπολεμήσουν την τζατζ. Άλλα αι εταιρείαι αύται επέτυχαν αποτέλεσμα τόσον ασήμαντον όσον και αι στρατιαί του Βράγγελ και του Κολτσάκ, όταν αύται επεχείρουν να πολεμήσουν τον Μπολσεβικισμόν. Ο Μπολσεβικισμός και η τζατζ εξακολουθούν να ακμάζουν. Εν ενί λόγω, η δημοτικότης της τζατζ και του τσάρλεστον δεν δεικνύει σημεία χαλαρώσεως παρά τους φιλιππικούς των διαφόρων συνθετών. Εκάστη ημέρα βλέπει να αυξάνη η έννοια της οποίας απολαμβάνουν και η οποία ευρίσκει υποστήριξιν και από πολλούς ορθοδόξους μουσικούς.

Η επιτυχία αύτη έχει τους λόγους της. Εν πρώτοις είμεθα υποχρεωμένοι να παραδεχθώμεν ότι η τζατζ δύναται να καυχάται διά μίαν επιτυχίαν άνευ προηγουμένου, τούτο δε οφείλεται εις το ότι ικανοποιεί μίαν σπουδαίαν ανάγκην της ανθρωπότητος. Ακούει κανείς πολλούς να λέγουν ότι η τζατζ υπό την καλλιτέραν έννοιαν της λέξεως είναι μία ελαφρά μουσική ή ακόμη «μουσική χορού»· ή μάλιστα μια καθαρώς τεχνική μουσική, εστερημένη ψυχής, ως εάν μία τεχνική αξία του ονόματος τούτου ήτο δυνατόν να μη στηρίζεται επί πνευματικής βάσεως. Εν τούτοις πάσαι αι γινόμεναι προσπάθειαι διά την δυσφήμησιν της Αμερικανοαφρικανικής τέχνης απέτυχον πλήρως και εκάστη ημέρα μας υποχρεώνει να αντιλαμβανώμεθα περισσότερον την αλήθειαν, ήτις εξηγεί τον θρίαμβον της μουσικής αυτής.
Η αλήθεια αύτη είναι η εξής: εκείνο το οποίον αποκαλούν σοβαράν μουσικήν εκούρασε τον κόσμον κατά τα πενήντα τελευταία έτη. Μικρόν κατά μικρόν, η παρακμή του ρωμαντισμού εδημιούργησε μίαν ατμόσφαιραν μονοτονίας και πλήξεως, η οποία διαρκώς επετείνετο. Πρέπει να εκπλησσώμεθα, εάν εις μίαν εποχήν γενικής ελευθεριότητος εφθάσαμεν εις την μουσικήν της τζατζ;

Ο Όσκαρ Ουάιλδ είπε κάποτε ότι η φύσις αντιγράφει την τέχνην. Θα ήτο δυνατόν να κάνη κανείς απείρους παραλλαγάς της παραδοξότητος ταύτης, να είπη επί παραδείγματι ότι η λεγομένη «μεγάλη τέχνη» αντιγράφει συχνά τας κατωτέρας μορφάς της τέχνης, ενίοτε ασυνειδήτως, αλλά πάντοτε αρνούμενη να ομολογήση την οφειλήν της. Χωρίς να παρασυρθώμεν εις κοπιώδεις ιστορικάς συγκρίσεις, θα σημειώσωμεν εν παρόδω την τεραστίαν επιρροήν την οποίαν η λαϊκή τέχνη εις πάσας τας εποχάς ήσκησε επί των μεγάλων συνθετών. Διά να αναπτύξω περισσότερον την ιδέαν μου, θα φέρω ως παράδειγμα την εξέλιξιν της συμφωνικής μουσικής και της μουσικής δωματίου. Αμφότεραι κατά την διάρκειαν των τελευταίων αιώνων επωφελήθησαν εις μέγαν βαθμόν των μοτίβων του χορού, τα οποία εχρησιμοποίησαν διά την «σοβαράν μουσικήν» οι Φρεσκομπάλντι, Μπαχ, Χένδελ, Χάυδν, Μόζαρτ, Μπετόβεν, Σούμπερτ, Σοπέν και Μπραμς. Διατί να εκπλησσώμεθα τότε, εάν τόσοι μεγάλοι σημερινοί συνθέται επιδεικνύουν τόσον ζωηρόν ενδιαφέρον όσον οι μεγάλοι συνθέται της χθες διά την μουσικήν του χορού;

Η τζατζ είναι η μόνη χαρακτηριστική μουσική του εικοστού αιώνος. Μολονότι πολυάριθμοι μουσικοσυνθέται αξιούν να επιβάλλουν την ιδικήν των μουσικήν ως την καλλιτέραν έκφρασιν της συγχρόνου εποχής, και οσονδήποτε αντιφατικαί και αν είναι αι τάσεις της νεωτέρας μουσικής, είναι εκτός αμφιβολίας ότι το μουσικόν στυλ της τζατζ είναι εκείνο το οποίον εκφράζει καλλίτερον την νέαν ανθρωπίνην διανοητικότητα. Δεν είναι ολιγώτερον βέβαιον ότι η τζατζ δίδει ένα πραγματικόν και σπουδαίον μάθημα εις όλους τους μεγάλους μουσικούς. Τους διδάσκει να κάμουν περισσότερον ανθρωπίνην μίαν μουσικήν η οποία έχει ρυθμόν, παλμόν και μελωδίαν. Μίαν μουσικήν η οποία δεν πλήσσει, μίαν μουσικήν η οποία, μετά τόσα έτη πνευματικής μονοτονίας και καταθλιπτικών συμφωνικών έργων, δύναται να δώση εις τον άνθρωπον την ηχητικήν χαράν της οποίας έχει ανάγκην. Η χαρά αύτη δέν είναι κατ’ ανάγκην κατωτέρας ποιότητος, οιαδήποτε και αν είναι η αφέλειά της και ο πρωτογονισμός της. Παρά πάσαν επιφάνειαν, αύτη δεν διαφέρει κατά βάθος από εκείνην την οποίαν προκαλεί η τελευταία συμφωνία του Μπετόβεν. Δώσατε εις τους ανθρώπους την τέχνην η οποία τους λείπει, και σας επιφυλάσσεται μία σπουδαία θέσις εις την ιστορίαν. Εν τω μεταξύ μελετήσατε την μουσικήν ήτις έγεννήθη εις την ζούγκλαν και ανήχθη εις τόσον βαθμόν τελειότητος από δύο καταπιεζομένας φυλάς: τους Μαύρους και τους Εβραίους. Ζητήσατε από αυτήν να σας διδάξη την τέχνην να φθάσετε εις έναν πλήρη λυρισμόν, τον οποίον ούτε η λυρική μουσική, ούτε η συμφωνική, ούτε η μουσική δωματίου κατώρθωσαν να προσεγγίσουν.

Μάθετε με μίαν λέξιν να δημιουργήτε στυλ ανθρώπινον. Έτσι θα έχετε εν τέλει την αποκάλυψιν αυτής της αληθείας, δηλαδή ότι δεν υπάρχουν ιεραρχίαι εις την τέχνην και ότι η τέχνη είναι μία: εκείνη την οποίαν ο άνθρωπος φθάνει, όταν παραιτείται παντός ατομικού διά να αφοσιωθή εις μίαν απεικόνισιν του γενικού.

Τοιούτον είναι το αληθές μάθημα της τζατζ, και μολονότι η μελωδία είναι ξένη προς αυτήν, αποκαλύπτει εις τους σοβαρούς συνθέτας μερικάς μεγάλας αληθείας τας όποιας πρέπει να προσέξουν καλά, εάν δεν θέλουν να πέση η τέχνη των εις την λήθην και την παρακμή.


Περιοδικό Εργασία, τόμ. 3, τεύχ. 139 (28 Αυγούστου 1932), σ. 1097
 
Last edited:

nickel

Administrator
Staff member
Τζατζ, ε; Να επισημάνω ότι τόσο στην εγκυκλοπαίδεια του Δρανδάκη όσο και στο λεξικό της Πρωίας (1933) ο όρος είναι τζαζ.

Με την ευκαιρία: η τέταρτη σεζόν τού Downton Abbey μπαίνει στο έτος 1923 και την εποχή της τζαζ. Το σχόλιο της Μάγκι Σμιθ καθώς παρακολουθεί πρόγραμμα τζαζ στον πύργο:

 

Earion

Moderator
Staff member
Ο αϊλαφικός κόσμος της νήσου Σύρας

Ωρισμένως το εν Νησακίω θερινόν θέατρον κατέστη εντευκτήριον όλου του αϊλαφικού κόσμου της νήσου μας, όστις από της παρελθούσης εβδομάδος εν πυκνή συρροή κάθε βράδυ συρρέει εκεί. Κατά τας εσπέρας δε του Σαββάτου και της Κυριακής ο εν τω θεάτρω συρρέων κόσμος είναι τοσούτος ώστε αληθές πανδαιμόνιον και κοσμοχαλασιά γίνεται. Αι δε διδόμεναι παραστάσεις στέφονται υπό πλήρους επιτυχίας.
Α. Π. Φ.

Εφημερίδα της Σύρου Απόλλων, 20.6.1901.

Από το βιβλίο του Μάνου Ελευθερίου Το θέατρο στην Ερμούπολη τον εικοστό αιώνα: θέατρο, μουσική, παιδεία, κοινωνική ζωή. 2 τόμ. Ερμούπολη: Δήμος Ερμούπολης, 1993-1995.

Το κειμενάκι ακολουθείται από την εξής ενδιαφέρουσα υποσημείωση:
Την ίδια έκφραση χρησιμοποιεί συμπτωματικά ένα μήνα αργότερα η αθηναϊκή εβδομαδιαία θεατρική εφημερίδα Νυκτερίς (8 Ιουλίου 1901):
Και χάρις εις την κομψότητά του αυτήν και την όλως ευρωπαϊκήν διοργάνωσιν, το θέατρον του Φαλήρου έχει καταστή το γενικόν εντευκτήριον του αϊλαφικού κόσμου των Αθηνών.
 

daeman

Administrator
Staff member


1901, Victorian and Edwardian Fashions from "La Mode Illustrée"

Illustrious. http://hprints.com/High_Life_Tailor_1901_Kowalsky_Easter_Egg-20119.html
 

Earion

Moderator
Staff member
Τα κουρκουμπίνια

Παρενέργεις του πολέμου: τα κουρκουμπίνια

Ω! τηγανίτες καλοφτιασμένες,
Ω! τηγανίτες με τον σωρό,
Ζαχαρωμένες και μελωμένες,
Και με σουσάμι τ’ ασπρουδερό
.

Οι πρόσφυγες από τα παράλια της Μικράς Ασίας, την Πόλη και τον Πόντο έφεραν μαζί τους και τη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική τους, τη δική τους κουζίνα. Μια παχιά, πλούσια σε γεύση και ποικιλία κουζίνα, που δεν είχε καμιά σχέση με τη «στεγνή», «κρεοφαγική» κυρίως, κουζίνα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Θυμάμαι πάμπολλες περιγραφές προσφύγων οι οποίοι ένιωσαν σοκ μπροστά στη γαστρονομική φτώχεια για τα δικά τους στάνταρ που συνάντησαν­.

Φυσικά η ενσωμάτωση που ακολούθησε τροφοδότησε την ελληνική κουζίνα με άπειρες συνταγές και παραλλαγές. Μια κληρονομιά που σφράγισε τη νεότερη ελληνική γαστρονομία. Ας αφεθούμε όμως στη γλύκα των κουρκουμπινιών και των πιρπιρινιών ...

« — Έφαγες κουρκουμπίνια; ... Αλήθεια όχι; ... Δεν ξέρεις πόσο χάνεις! ... Μα πού ζεις λοιπόν;

Η φράσις αυτή είνε στερεότυπος εις τα χείλη του ενός από τους δύο κατοίκους των Αθηνών που συναντώνται στον δρόμο.
Κουρκουμπίνια, πιρπιρίνια και χίλια διακόσια είκοσι άλλα είδη, εις απόστασιν των οποίων επρόκειτο να περάση ολόκληρος η ζωή μας ανύποπτος, αποτελούν σήμερον ανακαλύψεις αι οποίαι συγκινούν τους Αθηναίους εξερευνητάς.

— Εδώ, τζάνουμ, τα ωραία γλυκά!
— Τι είνε αυτό;
— Καντίκιοϊ εκμέκ.
— Το άλλο;
— Καρά μπουρέκ με σορόπι Αχμετζή.
— Εκείνο;
— Τατλί χανούμ μπουρέκ.
— Αυτό;
— Σααπούν χαλβάς.

Άντε τώρα να διαλέξεις!

Ο Στάνλεϋ, ο Λίβινγκστον και όλη η χορεία των μεγάλων εξερευνητών διέσχισε θαλάσας και ηπείρους, εκουράσθη, εκινδύνευσε διά να ιδή και να γνωρίση πράγματα απείρως ολιγώτερα απ’ όσα ο γηγενής Αθηναίος βλέπει και γεύεται ακινητών επί των ιερών χωμάτων των προγόνων του.

Η Μικρασιατική και η Θρακική μετανάστευσις, μαζύ με τας άλλας ευχαρίστους και δυσαρέστους εκπλήξεις των, μας έφεραν και έναν κατακλυσμόν συγκινήσεων της γεύσεως.

Δεν υπάρχει υπόγειον εις τας Αθήνας που να μη μετεβλήθη εις γλυκατζίδικον. Και δεν υπάρχει γλυκατζίδικον που να μην έχη μίαν δωδεκάδα ιδικών του γλυκισμάτων, προνομιακής συνταγής, εξωτικής γεύσεως και αλαμπουρνέζικης ονομασίας. Διά να ταξινομηθή το λεξιλόγιον χρειάζονται έτη. Αλλά και διά να καθορισθή η γεύσις εκάστου γλυκίσματος, χρειάζονται αιώνες.

Επί του παρόντος έκαστος Αθηναίος έχει την ιδικήν του ανακάλυψιν με την οποίαν καταπλήττει τον πλησίον. Ίσως ένας λόγος που οι κάτοικοι των Αθηνών επληθύνθησαν ως η μυίγες είνε το ότι μετεβλήθησαν εις απέραντον γλυκατζίδικον».

Εφημερίδα Αθήναι, Δεκέμβριος 1924


Από το βιβλίο του Θωμά Σιταρά, Η παλιά Αθήνα ζει, γλεντά, γεύεται, 1834-1938 (Αθήνα: Εκδόσεις Ωκεανίδα, 2011), σ. 177.
 

Earion

Moderator
Staff member
Θα πάρετε κάτι ακόμα, Δόκτορα; ;) Από το ίδιο βιβλίο, αλλά ο συγγραφέας ξέχασε να σημειώσει την πηγή του:

Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΣ ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ

Είναι δύσκολον η περιγραφή του Τονέρ Κ℩̯απάπ Κωνσταντινουπόλεως, του ονομαστού και τωόντι θαυμασίου εδέσματος. Γνωρίζουσι δε μόνον οι επισκεφθέντες την Πόλιν και γευσάμενοι του γαργαλιστικού και εξαισίου εκείνου Κ℩̯απαπ℩̯ού. Επί τούτω το Γαλακτοπωλείον η «Πριγκήπισσα Αλίκη» επί της οδού Πανεπιστημίου αριθ. 56, παρά τα Χαυτεία, προσεκάλεσεν ειδικόν τεχνίτην Τούρκον. Όλοι λοιπόν τρέξατε εις το ρηθέν Γαλακτοπωλείον, όπου ευρίσκονται επίσης Μπουγάτσα Κωνσταντινουπόλεως, Ταβούκ Κ℩̯οκσού, Εκμέκ καταΐφ, Μουχαλεμπί και λοιπά, όλα επιστημονικώτατα παρεσκευασμένα. Το κατάστημα διανυκτερεύει.


Θωμάς Σιταράς. Η παλιά Αθήνα ζει, γλεντά, γεύεται, 1834-1938. Αθήνα: Εκδόσεις Ωκεανίδα, 2011, σ. 331-32.

Μέσα στις αγκύλες βάζω το αντεστραμμένο ιώτα, για το οποίο είχαμε κάνει λόγο πριν από καιρό, αλλά δεν θυμάμαι πού, για να το βρω και να το βάλω. Ζάζουλα; :whistle: Δαεμάνε ;:whistle:
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Μόνο δύο από τα τέσσερα άγνωστα βρήκα (μια υπογλυκαιμία την έπαθα, ωστόσο):

— Εκείνο;
— Τατλί χανούμ μπουρέκ.
Αυτό μάλλον είναι το tatlı hanım göbeğı («η κοιλιά της γλυκιάς γυναίκας»), λουκουμαδοειδές:


— Αυτό;
— Σααπούν χαλβάς.

Αυτό φαίνεται οθωμανικής προέλευσης:





Άντε τώρα να διαλέξεις!
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Δηλαδή ο σααπούν χαλβάς δεν είναι σαπουνέ χαλβάς;

Χώρια που το καντίκιοϊ εκμέκ μού μοιάζει παρεξήγηση...
 

Zazula

Administrator
Staff member

daeman

Administrator
Staff member
Δηλαδή ο σααπούν χαλβάς δεν είναι σαπουνέ χαλβάς;
...
Βεβαίως, σαπουνέ χαλβάς ή χαλβάς Φαρσάλων ή φαρσαλινός ή παζαριώτικος (επειδή είναι απαραίτητο επιδόρπιο στις εμποροπανηγύρεις, στα παζάρια), με νισεστέ και βούτυρο (παραγωγής μας στον συγκεκριμένο, αλήθεια) ή με λάδι για τους νηστεύοντες ή χοληστερινοπάσχοντες και μπόλικα αμύγδαλα (το καλύτερό του, μαζί με τις ξεροψημένες μέχρι και καψαλισμένες, κρατσανιστές άκρες):

Φωτο: http://www.trikalavoice.gr/news/2011/11/04/pire-toys…-xalbades-toy-ki-efyge

Ο φαρσαλινός χαλβάς και η ιστορία του


Ουάκ! Φεύγω άρον άρον απ' αυτό το νήμα, γιατί είμαι γλυκατζής και κολάζομαι.
Άρον άρον φά' τον αυτόν. Άρον τον χαλβά σου και περιπάτει. Πάω να κάνω την πάπια. Κουάκ; Απαπά. :whistle:
 

bernardina

Moderator
Αυτό μάλλον είναι το tatlı hanım göbeğı («η κοιλιά της γλυκιάς γυναίκας»), λουκουμαδοειδές:

Πάντως η Μαίρη Ιωάννα Χρυσοπούλου (και όχι Χρονοπούλου, όπως γράφει και η σελίδα της βιβλιονέτ και του Πατάκη, και καλό θα ήταν να το διορθώσουν) το έχει ως Hanım Göbeği Tatlı και, φυσικά, το μεταφράζει ως κοιλιά της χανούμισσας. Λουκουμαδάκι σπέσιαλ, με άλλα λόγια.

Απροπό, ωραίο βιβλιαράκι. ;)

Εδιτ: Εδώ το λέει αφαλό, και μάλλον είναι το σωστότερο.
 

daeman

Administrator
Staff member
... και, φυσικά, το μεταφράζει ως κοιλιά της χανούμισσας...
Εδιτ: Εδώ το λέει αφαλό, και μάλλον είναι το σωστότερο.

Μάνα μου, το μπελιμπάτον σου! Και το μπελιντάνσινγκ σου βέβαια! :p

Να 'χαμε και λίγο μπέικον...
:inno: Πορκμπέλι το κοπέλι, κάνει την κυρά και θέλει.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Πάντως, στο νέτι βρίσκω πολλά «αφαλός της χανούμισσας» = σεκέρ παρέ, που μοιάζει με αφαλό εν τη ευρεία εννοία, π.χ. βλ. την εικόνα στον ιστότοπο του Χατζή.

(Το κάναμε το νήμα του Εαρίονα και στάζει σιρόπια. Να δω ποια θα το αυτονομήσει και τι τίτλο θα εμπνευστεί. Μιαμ, μιαμ.)
 
Top