ΑΠΟ ΤΗΝ ΞΕΝΗΝ ΤΕΧΝΗΝ
Η μεταπολεμική εποχή εκληροδότησε εις την ανθρωπότητα τρεις νεωτερισμούς, οι οποίοι εγνώρισαν μεγίστην επιτυχίαν: ούτοι είναι οι κοντές φούστες, τα κομμένα μαλλιά, και η τζατζ. Παραδέχομαι ότι οι φούστες και τα μαλλιά εκδηλώνουν σήμερον μίαν τάσιν να μακρύνουν, αλλά θα εζητούμεν ματαίως σημεία παρακμής των εξωφρενικών αυτών ήχων οίτινες ενέσκηψαν επί του κόσμου, της μουσικής αυτής, η οποία δεν ομοιάζει με καμμίαν από εκείνας που προηγήθησαν. Από καιρού εις καιρόν μία εφημερίς αγγέλλει το τέλος της τζατζ και ήκουσα να λέγεται ότι εις την τάδε ή την δείνα χώραν ιδρύθησαν εταιρείαι, προικοδοτημέναι με μεγάλα κεφάλαια δια να καταπολεμήσουν την τζατζ. Άλλα αι εταιρείαι αύται επέτυχαν αποτέλεσμα τόσον ασήμαντον όσον και αι στρατιαί του Βράγγελ και του Κολτσάκ, όταν αύται επεχείρουν να πολεμήσουν τον Μπολσεβικισμόν. Ο Μπολσεβικισμός και η τζατζ εξακολουθούν να ακμάζουν. Εν ενί λόγω, η δημοτικότης της τζατζ και του τσάρλεστον δεν δεικνύει σημεία χαλαρώσεως παρά τους φιλιππικούς των διαφόρων συνθετών. Εκάστη ημέρα βλέπει να αυξάνη η έννοια της οποίας απολαμβάνουν και η οποία ευρίσκει υποστήριξιν και από πολλούς ορθοδόξους μουσικούς.
Η επιτυχία αύτη έχει τους λόγους της. Εν πρώτοις είμεθα υποχρεωμένοι να παραδεχθώμεν ότι η τζατζ δύναται να καυχάται διά μίαν επιτυχίαν άνευ προηγουμένου, τούτο δε οφείλεται εις το ότι ικανοποιεί μίαν σπουδαίαν ανάγκην της ανθρωπότητος. Ακούει κανείς πολλούς να λέγουν ότι η τζατζ υπό την καλλιτέραν έννοιαν της λέξεως είναι μία ελαφρά μουσική ή ακόμη «μουσική χορού»· ή μάλιστα μια καθαρώς τεχνική μουσική, εστερημένη ψυχής, ως εάν μία τεχνική αξία του ονόματος τούτου ήτο δυνατόν να μη στηρίζεται επί πνευματικής βάσεως. Εν τούτοις πάσαι αι γινόμεναι προσπάθειαι διά την δυσφήμησιν της Αμερικανοαφρικανικής τέχνης απέτυχον πλήρως και εκάστη ημέρα μας υποχρεώνει να αντιλαμβανώμεθα περισσότερον την αλήθειαν, ήτις εξηγεί τον θρίαμβον της μουσικής αυτής.
Η αλήθεια αύτη είναι η εξής: εκείνο το οποίον αποκαλούν σοβαράν μουσικήν εκούρασε τον κόσμον κατά τα πενήντα τελευταία έτη. Μικρόν κατά μικρόν, η παρακμή του ρωμαντισμού εδημιούργησε μίαν ατμόσφαιραν μονοτονίας και πλήξεως, η οποία διαρκώς επετείνετο. Πρέπει να εκπλησσώμεθα, εάν εις μίαν εποχήν γενικής ελευθεριότητος εφθάσαμεν εις την μουσικήν της τζατζ;
Ο Όσκαρ Ουάιλδ είπε κάποτε ότι η φύσις αντιγράφει την τέχνην. Θα ήτο δυνατόν να κάνη κανείς απείρους παραλλαγάς της παραδοξότητος ταύτης, να είπη επί παραδείγματι ότι η λεγομένη «μεγάλη τέχνη» αντιγράφει συχνά τας κατωτέρας μορφάς της τέχνης, ενίοτε ασυνειδήτως, αλλά πάντοτε αρνούμενη να ομολογήση την οφειλήν της. Χωρίς να παρασυρθώμεν εις κοπιώδεις ιστορικάς συγκρίσεις, θα σημειώσωμεν εν παρόδω την τεραστίαν επιρροήν την οποίαν η λαϊκή τέχνη εις πάσας τας εποχάς ήσκησε επί των μεγάλων συνθετών. Διά να αναπτύξω περισσότερον την ιδέαν μου, θα φέρω ως παράδειγμα την εξέλιξιν της συμφωνικής μουσικής και της μουσικής δωματίου. Αμφότεραι κατά την διάρκειαν των τελευταίων αιώνων επωφελήθησαν εις μέγαν βαθμόν των μοτίβων του χορού, τα οποία εχρησιμοποίησαν διά την «σοβαράν μουσικήν» οι Φρεσκομπάλντι, Μπαχ, Χένδελ, Χάυδν, Μόζαρτ, Μπετόβεν, Σούμπερτ, Σοπέν και Μπραμς. Διατί να εκπλησσώμεθα τότε, εάν τόσοι μεγάλοι σημερινοί συνθέται επιδεικνύουν τόσον ζωηρόν ενδιαφέρον όσον οι μεγάλοι συνθέται της χθες διά την μουσικήν του χορού;
Η τζατζ είναι η μόνη χαρακτηριστική μουσική του εικοστού αιώνος. Μολονότι πολυάριθμοι μουσικοσυνθέται αξιούν να επιβάλλουν την ιδικήν των μουσικήν ως την καλλιτέραν έκφρασιν της συγχρόνου εποχής, και οσονδήποτε αντιφατικαί και αν είναι αι τάσεις της νεωτέρας μουσικής, είναι εκτός αμφιβολίας ότι το μουσικόν στυλ της τζατζ είναι εκείνο το οποίον εκφράζει καλλίτερον την νέαν ανθρωπίνην διανοητικότητα. Δεν είναι ολιγώτερον βέβαιον ότι η τζατζ δίδει ένα πραγματικόν και σπουδαίον μάθημα εις όλους τους μεγάλους μουσικούς. Τους διδάσκει να κάμουν περισσότερον ανθρωπίνην μίαν μουσικήν η οποία έχει ρυθμόν, παλμόν και μελωδίαν. Μίαν μουσικήν η οποία δεν πλήσσει, μίαν μουσικήν η οποία, μετά τόσα έτη πνευματικής μονοτονίας και καταθλιπτικών συμφωνικών έργων, δύναται να δώση εις τον άνθρωπον την ηχητικήν χαράν της οποίας έχει ανάγκην. Η χαρά αύτη δέν είναι κατ’ ανάγκην κατωτέρας ποιότητος, οιαδήποτε και αν είναι η αφέλειά της και ο πρωτογονισμός της. Παρά πάσαν επιφάνειαν, αύτη δεν διαφέρει κατά βάθος από εκείνην την οποίαν προκαλεί η τελευταία συμφωνία του Μπετόβεν. Δώσατε εις τους ανθρώπους την τέχνην η οποία τους λείπει, και σας επιφυλάσσεται μία σπουδαία θέσις εις την ιστορίαν. Εν τω μεταξύ μελετήσατε την μουσικήν ήτις έγεννήθη εις την ζούγκλαν και ανήχθη εις τόσον βαθμόν τελειότητος από δύο καταπιεζομένας φυλάς: τους Μαύρους και τους Εβραίους. Ζητήσατε από αυτήν να σας διδάξη την τέχνην να φθάσετε εις έναν πλήρη λυρισμόν, τον οποίον ούτε η λυρική μουσική, ούτε η συμφωνική, ούτε η μουσική δωματίου κατώρθωσαν να προσεγγίσουν.
Μάθετε με μίαν λέξιν να δημιουργήτε στυλ ανθρώπινον. Έτσι θα έχετε εν τέλει την αποκάλυψιν αυτής της αληθείας, δηλαδή ότι δεν υπάρχουν ιεραρχίαι εις την τέχνην και ότι η τέχνη είναι μία: εκείνη την οποίαν ο άνθρωπος φθάνει, όταν παραιτείται παντός ατομικού διά να αφοσιωθή εις μίαν απεικόνισιν του γενικού.
Τοιούτον είναι το αληθές μάθημα της τζατζ, και μολονότι η μελωδία είναι ξένη προς αυτήν, αποκαλύπτει εις τους σοβαρούς συνθέτας μερικάς μεγάλας αληθείας τας όποιας πρέπει να προσέξουν καλά, εάν δεν θέλουν να πέση η τέχνη των εις την λήθην και την παρακμή.
Περιοδικό Εργασία, τόμ. 3, τεύχ. 139 (28 Αυγούστου 1932), σ. 1097
Το μάθημα της τζατζ
Είς από τους νεωτερισμούς της μεταπολεμικής εποχής, η τζατζ, εξακολουθεί ακόμη να ακμάζη· ποία μαθήματα πρέπει να αρυσθώμεν από την ακμήν της; Αυτό είναι το θέμα του κατωτέρω άρθρου του Ιταλού καλλιτέχνου κ. Alfredo Casella
Η μεταπολεμική εποχή εκληροδότησε εις την ανθρωπότητα τρεις νεωτερισμούς, οι οποίοι εγνώρισαν μεγίστην επιτυχίαν: ούτοι είναι οι κοντές φούστες, τα κομμένα μαλλιά, και η τζατζ. Παραδέχομαι ότι οι φούστες και τα μαλλιά εκδηλώνουν σήμερον μίαν τάσιν να μακρύνουν, αλλά θα εζητούμεν ματαίως σημεία παρακμής των εξωφρενικών αυτών ήχων οίτινες ενέσκηψαν επί του κόσμου, της μουσικής αυτής, η οποία δεν ομοιάζει με καμμίαν από εκείνας που προηγήθησαν. Από καιρού εις καιρόν μία εφημερίς αγγέλλει το τέλος της τζατζ και ήκουσα να λέγεται ότι εις την τάδε ή την δείνα χώραν ιδρύθησαν εταιρείαι, προικοδοτημέναι με μεγάλα κεφάλαια δια να καταπολεμήσουν την τζατζ. Άλλα αι εταιρείαι αύται επέτυχαν αποτέλεσμα τόσον ασήμαντον όσον και αι στρατιαί του Βράγγελ και του Κολτσάκ, όταν αύται επεχείρουν να πολεμήσουν τον Μπολσεβικισμόν. Ο Μπολσεβικισμός και η τζατζ εξακολουθούν να ακμάζουν. Εν ενί λόγω, η δημοτικότης της τζατζ και του τσάρλεστον δεν δεικνύει σημεία χαλαρώσεως παρά τους φιλιππικούς των διαφόρων συνθετών. Εκάστη ημέρα βλέπει να αυξάνη η έννοια της οποίας απολαμβάνουν και η οποία ευρίσκει υποστήριξιν και από πολλούς ορθοδόξους μουσικούς.
Η επιτυχία αύτη έχει τους λόγους της. Εν πρώτοις είμεθα υποχρεωμένοι να παραδεχθώμεν ότι η τζατζ δύναται να καυχάται διά μίαν επιτυχίαν άνευ προηγουμένου, τούτο δε οφείλεται εις το ότι ικανοποιεί μίαν σπουδαίαν ανάγκην της ανθρωπότητος. Ακούει κανείς πολλούς να λέγουν ότι η τζατζ υπό την καλλιτέραν έννοιαν της λέξεως είναι μία ελαφρά μουσική ή ακόμη «μουσική χορού»· ή μάλιστα μια καθαρώς τεχνική μουσική, εστερημένη ψυχής, ως εάν μία τεχνική αξία του ονόματος τούτου ήτο δυνατόν να μη στηρίζεται επί πνευματικής βάσεως. Εν τούτοις πάσαι αι γινόμεναι προσπάθειαι διά την δυσφήμησιν της Αμερικανοαφρικανικής τέχνης απέτυχον πλήρως και εκάστη ημέρα μας υποχρεώνει να αντιλαμβανώμεθα περισσότερον την αλήθειαν, ήτις εξηγεί τον θρίαμβον της μουσικής αυτής.
Η αλήθεια αύτη είναι η εξής: εκείνο το οποίον αποκαλούν σοβαράν μουσικήν εκούρασε τον κόσμον κατά τα πενήντα τελευταία έτη. Μικρόν κατά μικρόν, η παρακμή του ρωμαντισμού εδημιούργησε μίαν ατμόσφαιραν μονοτονίας και πλήξεως, η οποία διαρκώς επετείνετο. Πρέπει να εκπλησσώμεθα, εάν εις μίαν εποχήν γενικής ελευθεριότητος εφθάσαμεν εις την μουσικήν της τζατζ;
Ο Όσκαρ Ουάιλδ είπε κάποτε ότι η φύσις αντιγράφει την τέχνην. Θα ήτο δυνατόν να κάνη κανείς απείρους παραλλαγάς της παραδοξότητος ταύτης, να είπη επί παραδείγματι ότι η λεγομένη «μεγάλη τέχνη» αντιγράφει συχνά τας κατωτέρας μορφάς της τέχνης, ενίοτε ασυνειδήτως, αλλά πάντοτε αρνούμενη να ομολογήση την οφειλήν της. Χωρίς να παρασυρθώμεν εις κοπιώδεις ιστορικάς συγκρίσεις, θα σημειώσωμεν εν παρόδω την τεραστίαν επιρροήν την οποίαν η λαϊκή τέχνη εις πάσας τας εποχάς ήσκησε επί των μεγάλων συνθετών. Διά να αναπτύξω περισσότερον την ιδέαν μου, θα φέρω ως παράδειγμα την εξέλιξιν της συμφωνικής μουσικής και της μουσικής δωματίου. Αμφότεραι κατά την διάρκειαν των τελευταίων αιώνων επωφελήθησαν εις μέγαν βαθμόν των μοτίβων του χορού, τα οποία εχρησιμοποίησαν διά την «σοβαράν μουσικήν» οι Φρεσκομπάλντι, Μπαχ, Χένδελ, Χάυδν, Μόζαρτ, Μπετόβεν, Σούμπερτ, Σοπέν και Μπραμς. Διατί να εκπλησσώμεθα τότε, εάν τόσοι μεγάλοι σημερινοί συνθέται επιδεικνύουν τόσον ζωηρόν ενδιαφέρον όσον οι μεγάλοι συνθέται της χθες διά την μουσικήν του χορού;
Η τζατζ είναι η μόνη χαρακτηριστική μουσική του εικοστού αιώνος. Μολονότι πολυάριθμοι μουσικοσυνθέται αξιούν να επιβάλλουν την ιδικήν των μουσικήν ως την καλλιτέραν έκφρασιν της συγχρόνου εποχής, και οσονδήποτε αντιφατικαί και αν είναι αι τάσεις της νεωτέρας μουσικής, είναι εκτός αμφιβολίας ότι το μουσικόν στυλ της τζατζ είναι εκείνο το οποίον εκφράζει καλλίτερον την νέαν ανθρωπίνην διανοητικότητα. Δεν είναι ολιγώτερον βέβαιον ότι η τζατζ δίδει ένα πραγματικόν και σπουδαίον μάθημα εις όλους τους μεγάλους μουσικούς. Τους διδάσκει να κάμουν περισσότερον ανθρωπίνην μίαν μουσικήν η οποία έχει ρυθμόν, παλμόν και μελωδίαν. Μίαν μουσικήν η οποία δεν πλήσσει, μίαν μουσικήν η οποία, μετά τόσα έτη πνευματικής μονοτονίας και καταθλιπτικών συμφωνικών έργων, δύναται να δώση εις τον άνθρωπον την ηχητικήν χαράν της οποίας έχει ανάγκην. Η χαρά αύτη δέν είναι κατ’ ανάγκην κατωτέρας ποιότητος, οιαδήποτε και αν είναι η αφέλειά της και ο πρωτογονισμός της. Παρά πάσαν επιφάνειαν, αύτη δεν διαφέρει κατά βάθος από εκείνην την οποίαν προκαλεί η τελευταία συμφωνία του Μπετόβεν. Δώσατε εις τους ανθρώπους την τέχνην η οποία τους λείπει, και σας επιφυλάσσεται μία σπουδαία θέσις εις την ιστορίαν. Εν τω μεταξύ μελετήσατε την μουσικήν ήτις έγεννήθη εις την ζούγκλαν και ανήχθη εις τόσον βαθμόν τελειότητος από δύο καταπιεζομένας φυλάς: τους Μαύρους και τους Εβραίους. Ζητήσατε από αυτήν να σας διδάξη την τέχνην να φθάσετε εις έναν πλήρη λυρισμόν, τον οποίον ούτε η λυρική μουσική, ούτε η συμφωνική, ούτε η μουσική δωματίου κατώρθωσαν να προσεγγίσουν.
Μάθετε με μίαν λέξιν να δημιουργήτε στυλ ανθρώπινον. Έτσι θα έχετε εν τέλει την αποκάλυψιν αυτής της αληθείας, δηλαδή ότι δεν υπάρχουν ιεραρχίαι εις την τέχνην και ότι η τέχνη είναι μία: εκείνη την οποίαν ο άνθρωπος φθάνει, όταν παραιτείται παντός ατομικού διά να αφοσιωθή εις μίαν απεικόνισιν του γενικού.
Τοιούτον είναι το αληθές μάθημα της τζατζ, και μολονότι η μελωδία είναι ξένη προς αυτήν, αποκαλύπτει εις τους σοβαρούς συνθέτας μερικάς μεγάλας αληθείας τας όποιας πρέπει να προσέξουν καλά, εάν δεν θέλουν να πέση η τέχνη των εις την λήθην και την παρακμή.
Περιοδικό Εργασία, τόμ. 3, τεύχ. 139 (28 Αυγούστου 1932), σ. 1097
Last edited: