Χρησιμοποιώ στο νήμα (διορθωμένο πλέον) τον τίτλο του κειμένου του Ανδρέα Παππά στη σημερινή (14/11/08) Βιβλιοθήκη της Ελευθεροτυπίας και αντιγράφω και ολόκληρο το κείμενο επειδή είναι ένα θέμα που κι εγώ ήθελα να θέσω κάποια στιγμή και με απάλλαξε από πολύ γράψιμο. Πρώτα το άρθρο:
Τα δικά μου ερωτήματα, πρόχειρα αραδιασμένα:
Έχουμε συνηθίσει, εδώ στα φόρουμ, να μεταφέρουμε καμιά φορά τα γραφτά του Αισχύλου ή και ... της Καλλίστης χωρίς να διατηρούμε τον πολυτονισμό, κυρίως επειδή, αν δεν μπορούμε να κάνουμε απλή αντιγραφή του πολυτονισμένου κειμένου, θέλει δουλειά να προσθέσεις τα μπιχλιμπίδια (και σωστή γραμματοσειρά). Συχνά προσφεύγω στον Πολυτονιστή ή στη σελίδα αυτή για βοήθεια. Για τον Αισχύλο δεν αισχύνομαι αν του φάω τα μπιχλιμπίδια γιατί ούτε ο ίδιος έβαζε. Για την Καλλίστη νιώθω τύψεις επειδή προδίδω την άποψή της. Το ερώτημα: Σε βιβλίο με παραθέματα από τους αρχαίους είναι έγκλημα καθοσιώσεως να χρησιμοποιήσουμε μονοτονισμό;
Η Καλλίστη, σε όλα της τα παραθέματα, προσθέτει ψιλές και περισπωμένες. Κριαρά να αντιγράψει, ο πολυτονιστής θα περιλάβει ολόκληρο το κείμενό της και δεν θα σταματήσει στον Κριαρά. Δεν είναι άθλια αυτή η πρακτική; Γιατί άλλο να προδώσω εγώ την Καλλίστη ή τον Καλλίμαχο σε δέκα αράδες ενός φόρουμ, και άλλο να γίνεται αυτή η προδοσία σε μια στήλη εφημερίδας ή ένα περιοδικό ή ένα βιβλίο. Είναι φονταμενταλισμός ή τεμπελιά; (Το μηχανάκι τα πολυτόνισε όλα, πού να κάθομαι τώρα να γυρίζω κάποια σε μονοτονικό;)
Ιντερμέδιο
Μονοτονικός φονταμενταλισμός
Πρόσφατα έστειλα προς δημοσίευση σε έγκριτο περιοδικό κείμενο-απάντηση σε κάτι που είχε γραφτεί και με αφορούσε. Σε ερώτησή μου αν είναι δυνατόν το κείμενο να δημοσιευτεί όπως το έγραψα και όπως το έστειλα, δηλαδή μονοτονικό, ο διευθυντής του περιοδικού μού είπε ότι αυτό αποκλείεται, και επομένως θα «το πολυτονίσουν».
Το συγκεκριμένο περιοδικό ακολουθεί, προφανέστατα, το πολυτονικό σύστημα. Ως προς αυτό, ουδέν πρόβλημα. Απολύτως σεβαστή η επιλογή του. Επί το λαϊκότερον, περί ορέξεως... κολοκυθόπιτα.
Πριν από περίπου τρία χρόνια, ένα άλλο, λιγότερο αιωνόβιο αλλά επίσης έγκριτο, περιοδικό -και ειδικότερα ο μακαρίτης διευθυντής του, μια και οι δύο έννοιες περίπου συνέπιπταν- είχε την ευγενή πρωτοβουλία να αναδημοσιεύσει εκτενή αποσπάσματα της Παναγίας των Παρισίων του Ουγκό, μεταφρασμένης από την καλή συνάδελφο Βάνα Χατζάκη και την αφεντιά μου για λογαριασμό των εκδόσεων «Σμίλη». Οποία έκπληξη, όμως! Το κείμενο της μετάφρασης είχε δημοσιευτεί πολυτονισμένο, δηλαδή σε αλλοιωμένη, αν θέλουμε να ακριβολογούμε, μορφή.
Και εκείνο το περιοδικό είχε, προφανώς, επιλέξει να εκδίδεται με πολυτονικό, κι εκείνου με γεια του, με χαρά του (περί ορέξεως, κ.λπ.).
Γεννάται, ωστόσο, ένα μικρό ερώτημα. Με τους έρμους τους συγγραφείς/ συντάκτες/ μεταφραστές των κειμένων τι γίνεται; Με βάση τα περί ορέξεως, αυτοί γιατί δεν μπορούν να επιλέγουν, για παράδειγμα, σπανακοτυρόπιτα και όχι κολοκυθόπιτα; Με άλλα λόγια, γιατί το κείμενο που είναι σε μονοτονικό δεν δικαιούται να δημοσιεύεται έτσι όπως βγήκε από το χέρι εκείνο που το έγραψε;
Ένα επιπλέον στοιχείο, που νομίζω ότι αξίζει να κατατεθεί εδώ, είναι τι συμβαίνει όταν ανακύψει αντίστοιχο θέμα, αλλά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Εν ολίγοις, από τη μικρή μου πείρα ως υπεύθυνου περιοδικών που εκδίδονταν σε μονοτονικό, μπορώ να καταθέσω ότι και μόνον η σκέψη να «μονοτονιστεί» κείμενο πολυτονιστή ήταν αφορμή, κατά κανόνα, να ξεσπάσει θύελλα: «μην τολμήσετε», «μη διανοηθείτε», «θα το αποσύρω», «θα σας καταγγείλω» κ.λπ., κ.λπ.
Μάλλον, λοιπόν, εμείς οι μονοτονιστές θα πρέπει να το πάρουμε απόφαση: είμαστε, προφανώς, παιδιά ενός κατώτερου (τονικού) θεού.
Προσοχή: δεν επικαλούμαι καν το γεγονός ότι τα επίσημα κείμενα του ελληνικού κράτους γράφονται στο μονοτονικό, ούτε καν ότι οι απόγονοι όλων μας, πολυτονιστών και μονοτονιστών, διδάσκονται την ελληνική γλώσσα στη μονοτονική εκδοχή γραφής της.
Επανέρχομαι, λοιπόν, στο θέμα του σεβασμού ή μη προς τη διαφορετική άποψη, και επομένως και στο δικαίωμα να επιλέγει κανείς τον τρόπο με τον οποίο θα τονίζει τα κείμενα που εκείνος (υπο)γράφει. Ποιος θα μας προστατεύσει, εμάς τους ταπεινούς μονοτονιστές, από αυτόν τον ιδιότυπο ρατσισμό, από την περιφρόνηση προς την άποψή μας και την επιλογή μας;
Δεν αμφισβητώ σε καμία περίπτωση -επιμένω, ώστε να προλάβω τυχόν παρερμηνείες και παρεξηγήσεις- το δικαίωμα οποιουδήποτε, εντύπου ή ατόμου να λατρεύει τον μεγάλο θεό των τόνων και των πνευμάτων. Στο κάτω κάτω της γραφής, ούτε εγώ είμαι mainstream (που λέγανε και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι) σε όλα τα σχετικά. Μήπως δεν συνιστά ιδιομορφία ή εμμονή να γράφει κανείς στις μέρες μας με μολύβι και να σβήνει με γομίτσα; Ασφαλώς. Απλώς, να, εγώ δεν σκέφτηκα ποτέ να πω σε κάποιον ότι το κείμενο που θα μου στείλει πρέπει να είναι γραμμένο... με μολύβι.
Εν κατακλείδι, το πρόβλημα που θίγω δεν είναι η ύπαρξη εντύπων, εκδόσεων, κ.λπ., που ακολουθούν το πολυτονικό. Το πρόβλημα είναι ο πολυτονικός δογματισμός και φονταμενταλισμός· οι φονταμενταλιστές του πολυτονικού, όπως και οι κάθε είδους φονταμενταλιστές άλλωστε. Μάλιστα, θα αποτολμούσα και την ψυχολογίζουσα εξήγηση ότι ορισμένοι τουλάχιστον από αυτούς, θεωρώντας εαυτούς κατόχους μιας ανώτερης αλήθειας, η οποία όμως διώκεται (!) ή απαξιώνεται από την Πολιτεία, ολισθαίνουν στον ιδιότυπο φανατισμό του κατά φαντασίαν «θύματος», υιοθετώντας ακραίες (σ)τάσεις.
Μονοτονικός φονταμενταλισμός
Πρόσφατα έστειλα προς δημοσίευση σε έγκριτο περιοδικό κείμενο-απάντηση σε κάτι που είχε γραφτεί και με αφορούσε. Σε ερώτησή μου αν είναι δυνατόν το κείμενο να δημοσιευτεί όπως το έγραψα και όπως το έστειλα, δηλαδή μονοτονικό, ο διευθυντής του περιοδικού μού είπε ότι αυτό αποκλείεται, και επομένως θα «το πολυτονίσουν».
Το συγκεκριμένο περιοδικό ακολουθεί, προφανέστατα, το πολυτονικό σύστημα. Ως προς αυτό, ουδέν πρόβλημα. Απολύτως σεβαστή η επιλογή του. Επί το λαϊκότερον, περί ορέξεως... κολοκυθόπιτα.
Πριν από περίπου τρία χρόνια, ένα άλλο, λιγότερο αιωνόβιο αλλά επίσης έγκριτο, περιοδικό -και ειδικότερα ο μακαρίτης διευθυντής του, μια και οι δύο έννοιες περίπου συνέπιπταν- είχε την ευγενή πρωτοβουλία να αναδημοσιεύσει εκτενή αποσπάσματα της Παναγίας των Παρισίων του Ουγκό, μεταφρασμένης από την καλή συνάδελφο Βάνα Χατζάκη και την αφεντιά μου για λογαριασμό των εκδόσεων «Σμίλη». Οποία έκπληξη, όμως! Το κείμενο της μετάφρασης είχε δημοσιευτεί πολυτονισμένο, δηλαδή σε αλλοιωμένη, αν θέλουμε να ακριβολογούμε, μορφή.
Και εκείνο το περιοδικό είχε, προφανώς, επιλέξει να εκδίδεται με πολυτονικό, κι εκείνου με γεια του, με χαρά του (περί ορέξεως, κ.λπ.).
Γεννάται, ωστόσο, ένα μικρό ερώτημα. Με τους έρμους τους συγγραφείς/ συντάκτες/ μεταφραστές των κειμένων τι γίνεται; Με βάση τα περί ορέξεως, αυτοί γιατί δεν μπορούν να επιλέγουν, για παράδειγμα, σπανακοτυρόπιτα και όχι κολοκυθόπιτα; Με άλλα λόγια, γιατί το κείμενο που είναι σε μονοτονικό δεν δικαιούται να δημοσιεύεται έτσι όπως βγήκε από το χέρι εκείνο που το έγραψε;
Ένα επιπλέον στοιχείο, που νομίζω ότι αξίζει να κατατεθεί εδώ, είναι τι συμβαίνει όταν ανακύψει αντίστοιχο θέμα, αλλά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Εν ολίγοις, από τη μικρή μου πείρα ως υπεύθυνου περιοδικών που εκδίδονταν σε μονοτονικό, μπορώ να καταθέσω ότι και μόνον η σκέψη να «μονοτονιστεί» κείμενο πολυτονιστή ήταν αφορμή, κατά κανόνα, να ξεσπάσει θύελλα: «μην τολμήσετε», «μη διανοηθείτε», «θα το αποσύρω», «θα σας καταγγείλω» κ.λπ., κ.λπ.
Μάλλον, λοιπόν, εμείς οι μονοτονιστές θα πρέπει να το πάρουμε απόφαση: είμαστε, προφανώς, παιδιά ενός κατώτερου (τονικού) θεού.
Προσοχή: δεν επικαλούμαι καν το γεγονός ότι τα επίσημα κείμενα του ελληνικού κράτους γράφονται στο μονοτονικό, ούτε καν ότι οι απόγονοι όλων μας, πολυτονιστών και μονοτονιστών, διδάσκονται την ελληνική γλώσσα στη μονοτονική εκδοχή γραφής της.
Επανέρχομαι, λοιπόν, στο θέμα του σεβασμού ή μη προς τη διαφορετική άποψη, και επομένως και στο δικαίωμα να επιλέγει κανείς τον τρόπο με τον οποίο θα τονίζει τα κείμενα που εκείνος (υπο)γράφει. Ποιος θα μας προστατεύσει, εμάς τους ταπεινούς μονοτονιστές, από αυτόν τον ιδιότυπο ρατσισμό, από την περιφρόνηση προς την άποψή μας και την επιλογή μας;
Δεν αμφισβητώ σε καμία περίπτωση -επιμένω, ώστε να προλάβω τυχόν παρερμηνείες και παρεξηγήσεις- το δικαίωμα οποιουδήποτε, εντύπου ή ατόμου να λατρεύει τον μεγάλο θεό των τόνων και των πνευμάτων. Στο κάτω κάτω της γραφής, ούτε εγώ είμαι mainstream (που λέγανε και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι) σε όλα τα σχετικά. Μήπως δεν συνιστά ιδιομορφία ή εμμονή να γράφει κανείς στις μέρες μας με μολύβι και να σβήνει με γομίτσα; Ασφαλώς. Απλώς, να, εγώ δεν σκέφτηκα ποτέ να πω σε κάποιον ότι το κείμενο που θα μου στείλει πρέπει να είναι γραμμένο... με μολύβι.
Εν κατακλείδι, το πρόβλημα που θίγω δεν είναι η ύπαρξη εντύπων, εκδόσεων, κ.λπ., που ακολουθούν το πολυτονικό. Το πρόβλημα είναι ο πολυτονικός δογματισμός και φονταμενταλισμός· οι φονταμενταλιστές του πολυτονικού, όπως και οι κάθε είδους φονταμενταλιστές άλλωστε. Μάλιστα, θα αποτολμούσα και την ψυχολογίζουσα εξήγηση ότι ορισμένοι τουλάχιστον από αυτούς, θεωρώντας εαυτούς κατόχους μιας ανώτερης αλήθειας, η οποία όμως διώκεται (!) ή απαξιώνεται από την Πολιτεία, ολισθαίνουν στον ιδιότυπο φανατισμό του κατά φαντασίαν «θύματος», υιοθετώντας ακραίες (σ)τάσεις.
Τα δικά μου ερωτήματα, πρόχειρα αραδιασμένα:
Έχουμε συνηθίσει, εδώ στα φόρουμ, να μεταφέρουμε καμιά φορά τα γραφτά του Αισχύλου ή και ... της Καλλίστης χωρίς να διατηρούμε τον πολυτονισμό, κυρίως επειδή, αν δεν μπορούμε να κάνουμε απλή αντιγραφή του πολυτονισμένου κειμένου, θέλει δουλειά να προσθέσεις τα μπιχλιμπίδια (και σωστή γραμματοσειρά). Συχνά προσφεύγω στον Πολυτονιστή ή στη σελίδα αυτή για βοήθεια. Για τον Αισχύλο δεν αισχύνομαι αν του φάω τα μπιχλιμπίδια γιατί ούτε ο ίδιος έβαζε. Για την Καλλίστη νιώθω τύψεις επειδή προδίδω την άποψή της. Το ερώτημα: Σε βιβλίο με παραθέματα από τους αρχαίους είναι έγκλημα καθοσιώσεως να χρησιμοποιήσουμε μονοτονισμό;
Η Καλλίστη, σε όλα της τα παραθέματα, προσθέτει ψιλές και περισπωμένες. Κριαρά να αντιγράψει, ο πολυτονιστής θα περιλάβει ολόκληρο το κείμενό της και δεν θα σταματήσει στον Κριαρά. Δεν είναι άθλια αυτή η πρακτική; Γιατί άλλο να προδώσω εγώ την Καλλίστη ή τον Καλλίμαχο σε δέκα αράδες ενός φόρουμ, και άλλο να γίνεται αυτή η προδοσία σε μια στήλη εφημερίδας ή ένα περιοδικό ή ένα βιβλίο. Είναι φονταμενταλισμός ή τεμπελιά; (Το μηχανάκι τα πολυτόνισε όλα, πού να κάθομαι τώρα να γυρίζω κάποια σε μονοτονικό;)