Με το βιβλίο του «Λέξεις που Χάνονται», ο Νίκος Σαραντάκος μάς πάει ένα ταξίδι σε λέξεις που δεν λημματογραφούν τα λεξικά, λέξεις που πνέουν τα λοίσθια είτε γιατί είναι πια (μόνο) διαλεκτικές είτε γιατί αντικαταστάθηκαν από άλλες, πιο σύγχρονες, είτε γιατί περιγράφουν πράγματα που πια δεν υπάρχουν. Όμως υπάρχουν και μερικές άλλες λέξεις· κάποιες λέξεις που αρνούνται, κατηγορηματικά, να χαθούν, σε πείσμα της εξαφάνισης της αρχικής τους έννοιας. Είναι ίσως οι λέξεις και εκφράσεις που θα δημιουργήσουν πονοκέφαλο στους μελλοντικούς γλωσσολόγους που θα ψάχνουν την αρχική τους σημασία, όπως αναρωτιόμαστε εμείς σήμερα για την αρχική έννοια απολιθωματικών και δημωδών εκφράσεων και λέξεων. Ασφαλώς μια τέτοια καταγραφή μπορεί να είναι μόνο αποσπασματική -και ίσως εφήμερη- καθώς η γλώσσα -αλλά και η ζωή μας- εξελίσσεται και παραγκωνίζει παλιότερες έννοιες και πράγματα.
Είναι γεγονός ότι η εξέλιξη της τεχνολογίας είναι τόσο ραγδαία που η γλώσσα αδυνατεί να την παρακολουθήσει και αρκείται στην δημιουργία παράλληλων σχημάτων με γνώριμα πράγματα και έννοιες, για να αποτυπώσει νέα. Έτσι έχουμε ιστοσελίδα, που μόνο με σελίδα δεν μοιάζει, έχουμε σαρωτή, που δεν μοιάζει να σαρώνει τίποτα (είτε με την έννοια του σκουπίσματος είτε με την έννοια του παραμαζώματος), έχουμε ποντίκι, κάρτα ήχου που πια δεν είναι κάρτα αλλά κύκλωμα πάνω σε κύκλωμα, έχουμε παράθυρα που δεν μοιάζουν με παράθυρα, σερφάρισμα, πλοήγηση, οδηγούς, κτλ. Αυτή η τακτική υπαναχώρησης της γλώσσας σε λέξεις που είναι γνώριμες, για την δημιουργία νέων αντιστοιχιών, αντί της δημιουργίας νέων λέξεων, είναι στην ουσία αντανακλαστικό μιας πολύ γρήγορης και -μερικές φορές- εφήμερης εξέλιξης. Πρόκειται για βολικές συσχετίσεις με πράγματα που ο μέσος ομιλητής γνωρίζει και μπορεί να αντιστοιχίσει στο μυαλό του. Όπως στα κλισέ του Χόλιγουντ ο “αφελής ιθαγενής” ονομάζει μεταλλικό έντομο το ελικόπτερο, και σιδερένιο πουλί το αεροπλάνο, έτσι κι εμείς ονομάσαμε ποντίκι την γνωστή συσκευή κατάδειξης. Όμως αυτό, όπως και πολλά από τα παραπάνω, δεν ήταν δική μας έμπνευση. Ακολουθούμε -πολλές φορές πιστά- την τάση της αγγλικής γλώσσας να κάνει τέτοιες συσχετίσεις.
Στα αγγλικά το ρήμα dial και η έκφραση dial tone παραμένουν αναλλοίωτες παρότι δεν έχουν υπάρχει πια dials μήτε dial tone στα τηλέφωνα. Συνεχίζουμε να λέμε μόντεμ την συσκευή που χρησιμοποιούμε για την σύνδεση στο Διαδίκτυο, παρότι σχεδόν όλες οι σύγχρονες τέτοιες συσκευές είναι ρούτερ. Και μιας και είμαστε στις επικοινωνίες, ακόμη οι αγγλόφωνοι λένε hang up the phone, παρότι πλέον δεν έχουμε τηλέφωνα τοίχου ώστε να τα κρεμάμε. Αντίστοιχη αντίσταση στην εξέλιξη επέδειξε και η λέξη rewind. Η λέξη αυτή, όταν δημιουργήθηκε ήταν κυριολεκτική, αφού αφορούσε το τύλιγμα της μαγνητικής ταινίας κασέτας ή βιντεοκασέτας στην αρχική της θέση. Παραταύτα, η λέξη συνεχίζει να βρίσκεται σε ισχύ, όταν αφορά το γύρισμα π.χ. ενός mp3 κομματιού στην αρχή του, παρότι δεν μεσολαβεί πραγματικό rewind.
Μερικές λέξεις ίσως είναι και καταδικασμένες να μην αλλάξουν. Σήμερα ο πολύς κόσμος, παγκοσμίως, ακούει ραδιόφωνο μέσω ιστού (net streaming). Σε μερικά χρόνια θα εκλείψει τελείως το παραδοσιακό ραδιόφωνο. Όμως η λέξη ραδιόφωνο, μάλλον θα παραμείνει, παρά το γεγονός ότι η φωνή μεταδίδεται πλέον μέσω streaming και όχι μέσω ραδιοκυμάτων. Αυτό το γεγονός οφείλεται εν μέρει στην διαφορά ταχύτητας της εξέλιξης της γλώσσας έναντι της τεχνολογίας. Άλλες πάλι φορές, η γλώσσα επινοεί τεχνάσματα για να καλύψει αυτήν της την έλλειψη προσαρμοστικότητας. Όταν άρχισαν να κυκλοφορούν τηλέφωνα χωρίς καλώδιο, ονομάστηκαν ασύρματα. Όταν όμως κάποια χρόνια αργότερα βγήκαν τα τηλέφωνα μικροκυψελών, η γλώσσα βρέθηκε σε αδιέξοδο, γιατί είχε ήδη “ξοδέψει” την λέξη ασύρματο (τηλέφωνο). Κι έτσι κατέφυγε στο τέχνασμα να επαναπροσδιορίσει τα τηλέφωνα επίγειας γραμμής ως “σταθερά” ώστε να έχει την δυνατότητα να ονομάσει “κινητά” τα άλλα. Αυτό ήταν κλεψιά, υπό την έννοια ότι και τα κινητά είναι ασύρματα, ενώ τα ασύρματα φυσικά είναι και κινητά. Ωστόσο και μ’ αυτό το τέχνασμα η λέξη επίκειται να χάσει την κυριολεκτική της σημασία, όταν όλες οι γραμμές αντικατασταθούν από οπτικές ίνες, οι οποίες φυσικά δεν περιέχουν σύρμα, οπότε η κυριολεξία του “ασύρματου” πάει περίπατο (η αγγλική γλώσσα έχει, συμπτωματικά, προβλέψει για το γεγονός, με την λέξη cordless). Και μιας και μιλάμε για κινητά, τα περισσότερα νεότερα μοντέλα δεν έχουν πια κεραία που προεξέχει, καταργώντας έτσι την κυριολεξία της κεραίας (που εδώ που τα λέμε δεν ήταν και η επιτομή της εννοιολογικής διαφάνειας, για τον πολύ κόσμο).
Δεν είναι όμως μόνο η τεχνολογία υπαίτια για την μετατροπή των λέξεων από κυριολεκτικές σε σχηματικές/συμβατικές. Υπάρχουν λέξεις που μας συνοδεύουν από παλαιοτάτων χρόνων και, παρά την μετατόπιση του κυριολεκτικού της σημασίας τους, δεν έχουν μεταβληθεί. Για παράδειγμα, τα σώματα που περιφέρονται γύρω από το άστρο τους τα λέμε ακόμη πλανήτες (με ορισμένες νέες προϋποθέσεις, που έθεσε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση, το 2006). Από πού όμως έρχεται η λέξη; Είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ότι πλανήτης είναι αυτός που πλανάται. Η αρχική έννοια ήταν “πλάνης αστήρ”, που δήλωνε το σώμα που κινείται στον ουράνιο θόλο, σε αντίθεση με το “απλανής αστήρ”, που περιέγραφε σώματα, φαινομενικά ακίνητα. Όμως σήμερα ξέρουμε ότι όλα τα σώματα κινούνται γύρω από κάποια τροχιά κι άρα είναι όλα πλανήτες με την κυριολεκτική έννοια. Από την άλλη, οι αρχαίοι Έλληνες συγκατάλεγαν το φεγγάρι και τον Ήλιο στους πλανήτες, δεδομένης της αντίληψης περί γεωκεντρικού συστήματος. Παρότι οι σύγχρονες διαπιστώσεις της επιστήμης ήταν εξαιρετικά αργές και πήραν αιώνες για να γίνουν, η γλώσσα δεν τις ακολούθησε. Με την βαρυτική θεωρία του Νεύτωνα, καταρρίφθηκε και το περί απλανών αστέρων. Ξέρουμε σήμερα ότι τα άστρα όχι μόνο περιστρέφονται γύρω από τον Γαλαξία, αλλά και γύρω από το κέντρο βάρους του ίδιου τους του συστήματος (στην περίπτωση του Ήλιου, τουλάχιστον το 99% της μάζας του συστήματος είναι το ίδιο το άστρο και το κέντρο βάρους του συστήματος βρίσκεται σχεδόν πάντα στο εσωτερικό του -είναι μεταβλητό- αν και είναι δυνατόν να βρεθεί ως και 700.000 χιλιόμετρα εκτός του).
Ακόμη πιο πείσμονες είναι οι λέξεις που αφορούν γλωσσικό ρατσισμό. Έχουμε ακόμα στην γλώσσα μας γύφτους, που ξέρουμε ότι δεν είναι από την Αίγυπτο, κιτρινιάρηδες από την Ασία, που δεν είναι καθόλου κίτρινοι, ερυθρόδερμους που δεν είναι στην πραγματικότητα ερυθρόδερμοι, κτλ. Αυτές οι λέξεις ξεκίνησαν όλες από παρεξηγήσεις. Αρχικά όντως πιστευόταν ότι οι Ρομά είναι από την Αίγυπτο, οι Ινδιάνοι είναι ερυθρόδερμοι, κτλ. Αυτές οι γλωσσικές διακρίσεις είναι τόσο δυνατές, που ακόμη υπάρχει κόσμος που πιστεύει στην εννοιολογική τους κυριολεξία. Το μόνο που μένει είναι να δούμε όχι ποιες απ’ αυτές τις λέξεις θα αποκτήσουν στην πορεία συνώνυμες -οι ρατσιστικές λέξεις έχουν ήδη-, αλλά πότε οι κυριολεκτικές έννοιες θα παραγκωνίσουν εντελώς τις παρωχημένες ώστε να περάσουν κι αυτές κάποτε στην λήθη, να κοιμηθούν τον αιώνιο γλωσσολογικό τους ύπνο και να αναπαυτούν επιτέλους, μετά από το τόσο επίμονο, προκρούστειο, εννοιολογικό τέντωμά τους.
Είναι γεγονός ότι η εξέλιξη της τεχνολογίας είναι τόσο ραγδαία που η γλώσσα αδυνατεί να την παρακολουθήσει και αρκείται στην δημιουργία παράλληλων σχημάτων με γνώριμα πράγματα και έννοιες, για να αποτυπώσει νέα. Έτσι έχουμε ιστοσελίδα, που μόνο με σελίδα δεν μοιάζει, έχουμε σαρωτή, που δεν μοιάζει να σαρώνει τίποτα (είτε με την έννοια του σκουπίσματος είτε με την έννοια του παραμαζώματος), έχουμε ποντίκι, κάρτα ήχου που πια δεν είναι κάρτα αλλά κύκλωμα πάνω σε κύκλωμα, έχουμε παράθυρα που δεν μοιάζουν με παράθυρα, σερφάρισμα, πλοήγηση, οδηγούς, κτλ. Αυτή η τακτική υπαναχώρησης της γλώσσας σε λέξεις που είναι γνώριμες, για την δημιουργία νέων αντιστοιχιών, αντί της δημιουργίας νέων λέξεων, είναι στην ουσία αντανακλαστικό μιας πολύ γρήγορης και -μερικές φορές- εφήμερης εξέλιξης. Πρόκειται για βολικές συσχετίσεις με πράγματα που ο μέσος ομιλητής γνωρίζει και μπορεί να αντιστοιχίσει στο μυαλό του. Όπως στα κλισέ του Χόλιγουντ ο “αφελής ιθαγενής” ονομάζει μεταλλικό έντομο το ελικόπτερο, και σιδερένιο πουλί το αεροπλάνο, έτσι κι εμείς ονομάσαμε ποντίκι την γνωστή συσκευή κατάδειξης. Όμως αυτό, όπως και πολλά από τα παραπάνω, δεν ήταν δική μας έμπνευση. Ακολουθούμε -πολλές φορές πιστά- την τάση της αγγλικής γλώσσας να κάνει τέτοιες συσχετίσεις.
Στα αγγλικά το ρήμα dial και η έκφραση dial tone παραμένουν αναλλοίωτες παρότι δεν έχουν υπάρχει πια dials μήτε dial tone στα τηλέφωνα. Συνεχίζουμε να λέμε μόντεμ την συσκευή που χρησιμοποιούμε για την σύνδεση στο Διαδίκτυο, παρότι σχεδόν όλες οι σύγχρονες τέτοιες συσκευές είναι ρούτερ. Και μιας και είμαστε στις επικοινωνίες, ακόμη οι αγγλόφωνοι λένε hang up the phone, παρότι πλέον δεν έχουμε τηλέφωνα τοίχου ώστε να τα κρεμάμε. Αντίστοιχη αντίσταση στην εξέλιξη επέδειξε και η λέξη rewind. Η λέξη αυτή, όταν δημιουργήθηκε ήταν κυριολεκτική, αφού αφορούσε το τύλιγμα της μαγνητικής ταινίας κασέτας ή βιντεοκασέτας στην αρχική της θέση. Παραταύτα, η λέξη συνεχίζει να βρίσκεται σε ισχύ, όταν αφορά το γύρισμα π.χ. ενός mp3 κομματιού στην αρχή του, παρότι δεν μεσολαβεί πραγματικό rewind.
Μερικές λέξεις ίσως είναι και καταδικασμένες να μην αλλάξουν. Σήμερα ο πολύς κόσμος, παγκοσμίως, ακούει ραδιόφωνο μέσω ιστού (net streaming). Σε μερικά χρόνια θα εκλείψει τελείως το παραδοσιακό ραδιόφωνο. Όμως η λέξη ραδιόφωνο, μάλλον θα παραμείνει, παρά το γεγονός ότι η φωνή μεταδίδεται πλέον μέσω streaming και όχι μέσω ραδιοκυμάτων. Αυτό το γεγονός οφείλεται εν μέρει στην διαφορά ταχύτητας της εξέλιξης της γλώσσας έναντι της τεχνολογίας. Άλλες πάλι φορές, η γλώσσα επινοεί τεχνάσματα για να καλύψει αυτήν της την έλλειψη προσαρμοστικότητας. Όταν άρχισαν να κυκλοφορούν τηλέφωνα χωρίς καλώδιο, ονομάστηκαν ασύρματα. Όταν όμως κάποια χρόνια αργότερα βγήκαν τα τηλέφωνα μικροκυψελών, η γλώσσα βρέθηκε σε αδιέξοδο, γιατί είχε ήδη “ξοδέψει” την λέξη ασύρματο (τηλέφωνο). Κι έτσι κατέφυγε στο τέχνασμα να επαναπροσδιορίσει τα τηλέφωνα επίγειας γραμμής ως “σταθερά” ώστε να έχει την δυνατότητα να ονομάσει “κινητά” τα άλλα. Αυτό ήταν κλεψιά, υπό την έννοια ότι και τα κινητά είναι ασύρματα, ενώ τα ασύρματα φυσικά είναι και κινητά. Ωστόσο και μ’ αυτό το τέχνασμα η λέξη επίκειται να χάσει την κυριολεκτική της σημασία, όταν όλες οι γραμμές αντικατασταθούν από οπτικές ίνες, οι οποίες φυσικά δεν περιέχουν σύρμα, οπότε η κυριολεξία του “ασύρματου” πάει περίπατο (η αγγλική γλώσσα έχει, συμπτωματικά, προβλέψει για το γεγονός, με την λέξη cordless). Και μιας και μιλάμε για κινητά, τα περισσότερα νεότερα μοντέλα δεν έχουν πια κεραία που προεξέχει, καταργώντας έτσι την κυριολεξία της κεραίας (που εδώ που τα λέμε δεν ήταν και η επιτομή της εννοιολογικής διαφάνειας, για τον πολύ κόσμο).
Δεν είναι όμως μόνο η τεχνολογία υπαίτια για την μετατροπή των λέξεων από κυριολεκτικές σε σχηματικές/συμβατικές. Υπάρχουν λέξεις που μας συνοδεύουν από παλαιοτάτων χρόνων και, παρά την μετατόπιση του κυριολεκτικού της σημασίας τους, δεν έχουν μεταβληθεί. Για παράδειγμα, τα σώματα που περιφέρονται γύρω από το άστρο τους τα λέμε ακόμη πλανήτες (με ορισμένες νέες προϋποθέσεις, που έθεσε η Διεθνής Αστρονομική Ένωση, το 2006). Από πού όμως έρχεται η λέξη; Είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ότι πλανήτης είναι αυτός που πλανάται. Η αρχική έννοια ήταν “πλάνης αστήρ”, που δήλωνε το σώμα που κινείται στον ουράνιο θόλο, σε αντίθεση με το “απλανής αστήρ”, που περιέγραφε σώματα, φαινομενικά ακίνητα. Όμως σήμερα ξέρουμε ότι όλα τα σώματα κινούνται γύρω από κάποια τροχιά κι άρα είναι όλα πλανήτες με την κυριολεκτική έννοια. Από την άλλη, οι αρχαίοι Έλληνες συγκατάλεγαν το φεγγάρι και τον Ήλιο στους πλανήτες, δεδομένης της αντίληψης περί γεωκεντρικού συστήματος. Παρότι οι σύγχρονες διαπιστώσεις της επιστήμης ήταν εξαιρετικά αργές και πήραν αιώνες για να γίνουν, η γλώσσα δεν τις ακολούθησε. Με την βαρυτική θεωρία του Νεύτωνα, καταρρίφθηκε και το περί απλανών αστέρων. Ξέρουμε σήμερα ότι τα άστρα όχι μόνο περιστρέφονται γύρω από τον Γαλαξία, αλλά και γύρω από το κέντρο βάρους του ίδιου τους του συστήματος (στην περίπτωση του Ήλιου, τουλάχιστον το 99% της μάζας του συστήματος είναι το ίδιο το άστρο και το κέντρο βάρους του συστήματος βρίσκεται σχεδόν πάντα στο εσωτερικό του -είναι μεταβλητό- αν και είναι δυνατόν να βρεθεί ως και 700.000 χιλιόμετρα εκτός του).
Ακόμη πιο πείσμονες είναι οι λέξεις που αφορούν γλωσσικό ρατσισμό. Έχουμε ακόμα στην γλώσσα μας γύφτους, που ξέρουμε ότι δεν είναι από την Αίγυπτο, κιτρινιάρηδες από την Ασία, που δεν είναι καθόλου κίτρινοι, ερυθρόδερμους που δεν είναι στην πραγματικότητα ερυθρόδερμοι, κτλ. Αυτές οι λέξεις ξεκίνησαν όλες από παρεξηγήσεις. Αρχικά όντως πιστευόταν ότι οι Ρομά είναι από την Αίγυπτο, οι Ινδιάνοι είναι ερυθρόδερμοι, κτλ. Αυτές οι γλωσσικές διακρίσεις είναι τόσο δυνατές, που ακόμη υπάρχει κόσμος που πιστεύει στην εννοιολογική τους κυριολεξία. Το μόνο που μένει είναι να δούμε όχι ποιες απ’ αυτές τις λέξεις θα αποκτήσουν στην πορεία συνώνυμες -οι ρατσιστικές λέξεις έχουν ήδη-, αλλά πότε οι κυριολεκτικές έννοιες θα παραγκωνίσουν εντελώς τις παρωχημένες ώστε να περάσουν κι αυτές κάποτε στην λήθη, να κοιμηθούν τον αιώνιο γλωσσολογικό τους ύπνο και να αναπαυτούν επιτέλους, μετά από το τόσο επίμονο, προκρούστειο, εννοιολογικό τέντωμά τους.