Γερμανική βικιπαίδεια: http://de.wikipedia.org/wiki/Schuldenbremse
Αγγλική βικιπαίδεια (http://en.wikipedia.org/wiki/Balanced_budget_amendment#Germany):
Στο Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών (ΔΕΟΝ), τ. 11 (Ακαδημία Aθηνών, Αθήνα 2012) προτείνεται για τον όρο Schuldenbremse η απόδοση χρεόφρενο. Τα σώματα των εφημερίδων συνήθως μέχρι τώρα το αποδίδουν είτε «φρένο χρέους» είτε «φρένο στο χρέος» και μάλιστα εντός εισαγωγικών (δηλ. θεωρούν την εν λόγω απόδοση ακόμη αδόκιμη). Οπότε, σας προσκαλώ να συζητήσουμε την πρόταση της Ακαδημίας για τον όρο χρεόφρενο, καθώς και τυχόν εναλλακτικές προτάσεις σας. :)
Προς το παρόν μόνο να προσθέσω ότι οι λέξεις που παράγονται με β' συνθετικό το φρένο δεν έχουν μέχρι τώρα κάποια όπου ο παραγόμενος όρος να σημαίνει "φρένο στο α' συνθετικό, φρένο τού α' συνθετικού"· δηλ. το χειρόφρενο δεν είναι μια διάταξη που φρενάρει το χέρι (το α' συνθετικό της) αλλά που λειτουργεί με το χέρι, ομοίως το ποδόφρενο λειτουργεί με το πόδι, το αερόφρενο λειτουργεί με πεπιεσμένο αέρα (ή με το ρεύμα του αέρα, όταν αναφερόμαστε στα —αλεξικογράφητα— αερόφρενα των μαχητικών αεροσκαφών), το δισκόφρενο με δισκόπλακες, το σερβόφρενο με σερβομηχανισμό κ.ο.κ. Αντιθέτως, οι λέξεις που παράγονται με β' συνθετικό την πέδη δίνουν και όρους που μπορεί να σημαίνουν "φρένο στο α' συνθετικό, φρένο τού α' συνθετικού"· δηλ. η τροχοπέδη είναι μια διάταξη που φρενάρει τον τροχό (το α' συνθετικό της), η ναυσιπέδη χρησιμοποιείται για να φρενάρει (ή να συγκρατηθεί και να μην δύναται να κινηθεί) η ναυς (παναπεί το πλοίο, δηλ. κι εδώ το α' συνθετικό της), η μηχανοπέδη φρενάρει τη μηχανή του τρένου κ.ο.κ. (σύγκρ. επίσης το ζεύγος χειροπέδη / χειρόφρενο κ. πρβλ. την ιπποπέδη).
Αγγλική βικιπαίδεια (http://en.wikipedia.org/wiki/Balanced_budget_amendment#Germany):
«In 2009 Germany's constitution was amended to introduce the Schuldenbremse ("debt brake"), a balanced budget provision.[SUP][2][/SUP] This will apply to both the federal government and the Länder (states). From 2016 onwards the federal government will be forbidden to run a structural deficit of more than 0.35% of GDP. From 2020, the states will not be permitted to run any structural deficit at all.[SUP][3][/SUP] The Basic Law permits an exception to be made for emergencies such as a natural disaster or severe economic crisis.»
.Στο Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών (ΔΕΟΝ), τ. 11 (Ακαδημία Aθηνών, Αθήνα 2012) προτείνεται για τον όρο Schuldenbremse η απόδοση χρεόφρενο. Τα σώματα των εφημερίδων συνήθως μέχρι τώρα το αποδίδουν είτε «φρένο χρέους» είτε «φρένο στο χρέος» και μάλιστα εντός εισαγωγικών (δηλ. θεωρούν την εν λόγω απόδοση ακόμη αδόκιμη). Οπότε, σας προσκαλώ να συζητήσουμε την πρόταση της Ακαδημίας για τον όρο χρεόφρενο, καθώς και τυχόν εναλλακτικές προτάσεις σας. :)
Προς το παρόν μόνο να προσθέσω ότι οι λέξεις που παράγονται με β' συνθετικό το φρένο δεν έχουν μέχρι τώρα κάποια όπου ο παραγόμενος όρος να σημαίνει "φρένο στο α' συνθετικό, φρένο τού α' συνθετικού"· δηλ. το χειρόφρενο δεν είναι μια διάταξη που φρενάρει το χέρι (το α' συνθετικό της) αλλά που λειτουργεί με το χέρι, ομοίως το ποδόφρενο λειτουργεί με το πόδι, το αερόφρενο λειτουργεί με πεπιεσμένο αέρα (ή με το ρεύμα του αέρα, όταν αναφερόμαστε στα —αλεξικογράφητα— αερόφρενα των μαχητικών αεροσκαφών), το δισκόφρενο με δισκόπλακες, το σερβόφρενο με σερβομηχανισμό κ.ο.κ. Αντιθέτως, οι λέξεις που παράγονται με β' συνθετικό την πέδη δίνουν και όρους που μπορεί να σημαίνουν "φρένο στο α' συνθετικό, φρένο τού α' συνθετικού"· δηλ. η τροχοπέδη είναι μια διάταξη που φρενάρει τον τροχό (το α' συνθετικό της), η ναυσιπέδη χρησιμοποιείται για να φρενάρει (ή να συγκρατηθεί και να μην δύναται να κινηθεί) η ναυς (παναπεί το πλοίο, δηλ. κι εδώ το α' συνθετικό της), η μηχανοπέδη φρενάρει τη μηχανή του τρένου κ.ο.κ. (σύγκρ. επίσης το ζεύγος χειροπέδη / χειρόφρενο κ. πρβλ. την ιπποπέδη).