ξίδια και οξείδια

nickel

Administrator
Staff member
Εν αρχή ην το οξύς, ένα επίθετο της περίφημης παρέας των επιθέτων σε –υς που θέλει μόνη της ένα σκασμό σημειώσεις για να βρεις λογαριασμό. Αλλά άλλη ώρα αυτά. Απλώς διασκεδάζω όταν διαβάζω να γράφουν, αναφερόμενοι στον εκδοτικό οίκο, «του Οξύ», ενώ δεν θα έγραφαν «του Κάκτος»· αλλά δεν είναι εύκολο να γράψεις «του Οξέος».

Από το οξύς προήλθε το όξος. Για τους αρχαίους το όξος ήταν «οίνος ελαφρύς, κατώτερης ποιότητας, με υπόξινη γεύση, ξινόκρασο». Ξίδι δηλαδή, αλλά το ξίδι βγήκε από το υποκοριστικό του όξους, το οξίδιον. Και από το επίθετο όξινος (όπως λέει ο Ησύχιος: όμφακες· πάντα τα αυστηρά και οξέα, ήγουν όξινα) ο ξινός. Επηρεασμένοι από το «υ» του οξύς, πολλοί γράφουν εδώ και χρόνια *ξύδι και *ξυνός. Και ενώ το δεύτερο το έχουν κόψει (υπερτερούν τα «ξινός» στο διαδίκτυο), το *ξύδι εξακολουθεί να έχει πολλούς οπαδούς (τριπλάσιους τουλάχιστον από εκείνους που γράφουν πια ξίδι).

Στα νεότερα χρόνια αρχίσαμε να παίρνουμε από τους αγγλογάλλους διάφορους όρους της χημείας με βάση το oxide. Το oxide είναι λέξη που έφτιαξε ο Λαβουαζιέ από το oxi του oxigène και το ide του acide. Πέρασε διάφορες ταλαιπωρίες η λέξη (που σήμερα οι Γάλλοι τη γράφουν oxyde). Οι Άγγλοι την έγραψαν και oxid (κατά το acid) και oxyde ή oxyd (για να θυμίζει το oxy του oxygen). Αλλά ταλαιπωρίες περνάει και στα ελληνικά. Εμείς πήραμε μια σφαλερή ελληνιστική γραφή, οξείδιο (από το οξύ, όχι από το όξος), και αποκεί φτιάξαμε τα διάφορα παράγωγα και σύνθετα που παραμένουν μέχρι σήμερα η «επίσημη» ορθογραφία:
οξειδώνομαι, οξείδωση, μονοξείδιο, διοξείδιο, τριοξείδιο, υδροξείδιο, υπεροξείδιο, ανοξείδωτος κ.λπ.

Το ΛΝΕΓ, που επιθυμεί να διορθωθεί η ορθογραφία των λέξεων και να γράφουμε οξίδιο, οξιδώνομαι, οξίδωση, μονοξίδιο, διοξίδιο, τριοξίδιο, υδροξίδιο, υπεροξίδιο, ανοξίδωτος κ.ο.κ. περιέχει σχετικό σημείωμα στο ξίδι, που πρέπει να το έγραψε κάποιος πολύ θυμωμένος, ο οποίος λέει: δεν έχουμε οξύ, οξέ-ος, οξε-ίδιον, όπως δεν έχουμε (πια) ταξείδιο αλλά ταξίδι και φίδι και γονίδιο και αρχίδι. Εντάξει, το είπα με δικά μου λόγια, οπότε ιδού το εικονίδιο για να μην τους αδικώ.



Κάποιοι υιοθέτησαν τη διόρθωση και θα περίμενα να είναι περισσότεροι. Ωστόσο, στο διαδίκτυο δεν βρίσκω ούτε 1000 διοξίδιο, σε σύγκριση με τα πάνω από 100.000 διοξείδιο.

Τι ξέχασα; Τα οξυ-. Οξυδερκής, οξύνους – εύκολα και γνωστά αυτά.
Δύο προβλήματα: Το ένα ορθογραφικό. Το οξυζενέ. Σαν ξενόφερτη λέξη που είναι, θα περίμενε κανείς να την έχουμε απλογραφήσει επισήμως σε οξιζενέ. Το ΛΝΕΓ το περιλαμβάνει. Ο διορθωτής μου αυτό θεωρεί σωστό και υπογραμμίζει σαν λάθος το οξυζενέ. Ωστόσο, το ΛΚΝ έχει μόνο οξυζενέ, και τα οξιζενέ του διαδικτύου μετριούνται στα δάχτυλα τριών χεριών. Να λοιπόν μια λέξη που επισήμως αρνείται να απλογραφηθεί.

Και ένα μικρό πρόβλημα ετυμολόγησης και ορολογίας:
Η οξυμετρία είναι ο προσδιορισμός των οξέων σε ένα διάλυμα. Προέρχεται από το acidimetry / acidimétrie και όχι από το oxymétrie που λέει το ΛΚΝ. Διότι υπάρχει η oxymétrie colorimétrique / pulse oximetry, που τη λέμε στα ελληνικά παλμική (ή σφυγμική) οξυμετρία, η οποία όμως παρακολουθεί [αντιγράφω ορισμό] την οξυγόνωση του αρτηριακού αίματος, υπολογίζοντας το ποσοστό της αιμοσφαιρίνης (Hb) που είναι κορεσμένη με οξυγόνο. Αυτή θα ήταν καλύτερο να λέγεται οξυγονομετρία (και τα οξύμετρα, οξυγονόμετρα).

....................................................
Έχουμε λοιπόν και λέμε (ανακεφαλαίωση):
ΟΧΙ ξύδι και ξυνός, αλλά
ξίδι, λαδόξιδο, μηλόξιδο, ξιδάτος, ξιδιάζω.
όξινος, υπόξινος, ξινός, ξινίζω, ξινίλα, οξίνιση, ξινόγαλο και ξινόμηλο.
οξειδώνομαι, οξείδωση, μονοξείδιο, διοξείδιο, τριοξείδιο, υδροξείδιο, υπεροξείδιο, ανοξείδωτος (που κάποτε μπορεί να γίνουν: οξίδιο, οξιδώνομαι, οξίδωση, μονοξίδιο, διοξίδιο, τριοξίδιο, υδροξίδιο, υπεροξίδιο, ανοξίδωτος – για να συμφωνούν με το γονίδιο και το αρχίδι).
Και οξυζενέ. Που κάποτε μπορεί να γίνει οξιζενέ.


....................................................
Απορία: Πώς λέμε «Ξίδι!»; (Δηλαδή: Να πιει ξίδι να του περάσει.)
;
 

Attachments

  • xidi.jpg
    xidi.jpg
    79.8 KB · Views: 788
Αν δεις παλιότερα κείμενα, το φείδι και το ταξείδι δίνουν και παίρνουν. Στη λογοτεχνία, μάλιστα, υπάρχουν πολύ περισσότερα φείδια παρ' ό,τι οξείδια. Κι όμως, τα φείδια και τα ταξείδια έχουν υποχωρήσει και ελάχιστα σώζονται σε απόμακρες σπηλιές, ενώ τα οξείδια ζουν και βασιλεύουν, ίσως επειδή έχουν θεσμική κατοχύρωση από το μάθημα το γυμνασιακό της χημείας.

Σημείωση: ο "εσφαλμένος" ελληνιστικός τύπος "οξείδιον" είναι συχνότερος στο TLG από τον σωστό "οξίδιον", έχει 8 ανευρέσεις (απο τις οποίες μία στο λεξικό Σούδας) έναντι 2 του άλλου.
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλημέρα. Κανένας δεν μου έχει λύσει την απορία για το «Ξίδι!» (πώς το λέμε στα αγγλικά, με τη σημασία «να πιει ξίδι να ξεθυμάνει»).

Αλλά (α) μάθετε να ψωνίζετε ξίδι με τη σωστή ταμπέλα και (β) διαβάστε το λίαν διασκεδαστικό και κατατοπιστικό κείμενο του Σαραντάκου για το ξίδι και τις ορθογραφίες στο ιστολόγιό του.

 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Πάντως, σε πρόσφατη διαφωνία που είχα όπου το λεξικό δεν ήταν αρκετό, αλλά ανατρέξαμε στο ξίδι απ' το ντουλάπι, βρήκαμε ένα μπαλσάμικο που έγραφε στον τίτλο *Ξύδι και στο σώμα του κειμένου, όπου υπήρχε περιγραφή του προϊόντος, έγραφε ξίδι. Μην αφήσουμε κανέναν παραπονεμένο :D
 
Καλημέρα. Κανένας δεν μου έχει λύσει την απορία για το «Ξίδι!» (πώς το λέμε στα αγγλικά, με τη σημασία «να πιει ξίδι να ξεθυμάνει»).
Μα, όταν η ερώτηση έχει αυτή τη μορφή:
Απορία: Πώς λέμε «Ξίδι!»; (Δηλαδή: Να πιει ξίδι να του περάσει.)
τι να καταλάβουμε (οι φτωχοί) για να απαντήσουμε;
(η δική μου απάντηση: δεν ξέρω)
 

nickel

Administrator
Staff member
Και μάλλον χρειάζεται να το θυμίσουμε: οξέως υπάρχει μόνο σαν επίρρημα της καθαρεύουσας, που δεν μπορώ να σκεφτώ και σε ποια πρόταση θα το χρησιμοποιούσα. Το επίθετο, είτε αρσενικό είτε ουδέτερο, δίνει γενική πτώση του οξέος. (Την πατάτα με το -ω- την είχα κάνει κι εγώ με ένα παρεμφερές επίθετο, αλλά σίγουρα την έχω απωθήσει...) Άρα:

του ουρικού οξέος
του γαλακτικού οξέος
του κιτρικού οξέος
του φολικού οξέος
κ.ο.κ.

Δεν πιστεύω σ' αυτές τις δεκάδες χιλιάδες γκουγκλιές με οξέως να είναι πολλά τα επιρρήματα.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Άσε, κι εγώ την έχω πατήσει με αυτό το λάθος (όχι συγκεκριμένα με το οξύ) μια φορά. :(
Τέλος πάντων, ας σου φτιάξω τη μέρα μ' ένα νέο, πρωτόφαντο επίρρημα: καλούντως — κατά το αρκούντως, βεβαίως βεβαίως!
 
Και μιας και μιλάμε για ξίδια (και μια ευγενική ψυχή με έστειλε προς τα 'δω) να πω πως, αν μεταφράζουμε αμερικάνικη συνταγή και μιλάει για ξίδι χωρίς προσδιοριστικά (balsamic, red, cider etc), εννοεί το λευκό ξίδι αντίθετα με μας που, άνευ προσδιοριστικού, εννοούμε το κόκκινο (ή τέλος πάντων ό,τι είναι το ξίδι ΤΟΠ).

Έδιτ: Μόλις επισκέφτηκα την ιστοσελίδα τους, και το συνηθισμένο ΤΟΠ είναι λέει ανάμικτο (λευκό και κόκκινο).
 
Face it!

Υπάρχει και αυτό που θα μπορούσε να ταιριάζει: face up
To confront an unpleasant situation with resolution and assurance: had to face up or get out; finally faced up to the problem.
 
Top