Έχουν τεθεί πολλά ζητήματα στο παρόν νήμα, οπότε ας τα πιάσουμε ένα-ένα:
.
1. Τα αγγλικά συνώνυμα του περί ου ο λόγος αντικειμένου στην αγγλική γλώσσαsun visor = sun shade
.
2. Οι αποδόσεις που λημματογραφούνται στα ΕΙΔΙΚΑ αγγλοελληνικά λεξικά του πεδίου3 Χ αλεξήλιο, 1 Χ σκίαστρο, κανένα σκιάδιο, κανένα ηλιοκόφτης
[*=1]Εδώ τα λεξικά ΔΕΝ δείχνουν να ακολουθούν την πιάτσα, παρόλο που ειδικά το ένα από αυτά (που το δίνει αλεξήλιο) δεν αστοχεί συχνά στις αποδόσεις του. Εκείνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι για κάποιον λόγο οι συντάκτες των συγκεκριμένων λεξικών δείχνουν να προτίμησαν την ασφαλέστερη επιλογή (που είναι και υπερώνυμο στη συγκεκριμένη περίπτωση), κίνηση που ενδεχομένως μπορεί να δικαιολογηθεί (απ' όσους παροικούν την αυτοκινητική Ιερουσαλήμ) από το γεγονός ότι συχνά οι εταιρικοί κατάλογοι υλικών εμφανίζουν μεταξύ τους πολυτυπία ακόμη και σε απλούς όρους — οπότε ένας όρος-ομπρέλα είναι πάντα ασφαλής.
[*=1]Περιορισμένης χρήσης είναι στην πιάτσα και ο όρος ηλιοκόφτης (που δεν προαναφέρθηκε) για το εν λόγω αντικείμενο.
.
3. Ποια είναι η σημαντικότερη παρενέργεια από τη λημματογράφηση «σκιάδι» (αντί του πολύ συνηθέστερου «σκιάδιο») στο ΛΝΕΓΚαλώς ή κακώς το ΛΝΕΓ δεν περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με την προφορά των λέξεων στα λήμματά του. Ωστόσο οι λέξεις σκιάδιο και σκιάδι εμφανίζουν μια καίρια διαφορά μεταξύ τους: Το μεν πρώτο είναι ασυνίζητο, ενώ το δεύτερο είναι συνιζημένο. Επειδή δε το σκιάδι δεν υπάρχει στο ΛΚΝ (που παραθέτει προφορά), ο χρήστης τού ΛΝΕΓ μόνον διαισθαντικά μπορεί να αποφύγει τη λανθασμένη προφορά. Ευτυχώς η συγκεκριμένη πληροφορία δίνεται στο ΝΕΛ.
.
4. Πώς καταγράφοναι οι σχετικές λέξεις σε άλλα λεξικά;Το ΝΕΛ δεν λημματογραφεί το σκίαστρο — αλλά εδώ που τα λέμε δεν λημματογραφεί ούτε το αλεξήλιο (!). Δυστυχώς δεν έχω εδώ πρόχειρο το ΜΕΛ για να κάνω συγκρίσεις. Ο Θησαυρός του Γιοβάνη έχει το σκιάδι (Α σκιάδιον κ. σκιάδειον) με τις σημασίες: 1. ομπρέλα για τον ήλιο (ΣτΖ: Δηλ. «αλεξήλιο» ή «παρασόλι») 2. καπέλο με πλατύ γύρο ǁ Α 1. άμαξα με σκεπή 2. πέτασος άνθους. Λημματογραφεί επίσης το σκιάδιο με δύο διακριτές σημασίες, μία της βοτανικής και μία εκκκλησιαστική. Τέλος λημματογραφεί το σκίασμα "οτιδήποτε σκιάζει, ρίχνει σκιά", του οποίου μία από τις σημασίες που καταγράφονται είναι και "σκέπη, κάλυμμα". Σημειώνεται ότι αφενός μεν η επίσης λεξικογραφημένη σκιάδα (Α σκιάς) είναι μεγάλης κλίμακας κατασκεύασμα (δηλ. κιόσκι) ή οικοδόμημα ή αναδενδράδα (οπότε σ' όλα εκτός θέματος εδώ), αφετέρου δε το σκίαστρο παραμένει κι εδώ αλημματογράφητο.
.
5. Σκιάδιο
Αυτός είναι ο όρος που χρησιμοποιείται κατά κανόνα για την απόδοση του αγγλ.
sun visor/shade. Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι η κατάληξη
-(ά)διο προτιμάται διότι πρόκειται για ένα σχετικά μικρών διαστάσεων αντικείμενο (βλ. σχετ. σχόλιο κ. παρακάτω στο §6 για το
σκίαστρο)· πρβλ. λ.χ.
φυλλάδιο. Η νομιμοποιητική επικράτηση του συγκεκριμένου όρου στο πεδίο που μας απασχολεί επικυρώνεται από το ότι αυτός χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον όρο (και μάλιστα ως κατηγορία) στο car.gr:
http://www.car.gr/parts/?ca=228.
[*=1]Πού αλλού χρησιμοποιείται στο αυτοκίνητο το «σκιάδιο»; Έτσι ονομάζεται και το συρόμενο αλεξήλιο στις ηλιοροφές.
[*=1]Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο ορισμός για το σκιάδιο είναι: εσωτερικό αντιηλιακό αναδιπλούμενο πέτασμα που είναι εγκατεστημένο κατά ζεύγος εκατέρωθεν του εσωτερικού καθρέφτη στο επάνω μέρος του αλεξηνέμου (παρμπρίζ) αυτοκινήτου· συχνά είναι επίσης και πλευρικά ημιπεριστρεφόμενο· δύναται να είναι επίσης συρόμενο προς τα κάτω (σε λεωφορεία) ή προς τα εμπρός (σε ηλιοροφές οχημάτων). Δεν περιορίζεται μόνο στο να βοηθά να μην τυφλώνονται ο οδηγός κι ο συνοδηγός από το φως του ήλιου, αλλά προστατεύει κι από την αντηλιά (που είναι θάνατος όταν οδηγάς μεσημεριάτικα στον κάμπο). Το συναφές ρήμα για τη χρήση του σκιαδίου, πέρα από το προαναφερθέν «χαμηλώνω», είναι (συνηθέστερα) και το «κατεβάζω» και (λογιότερα) το «αναδιπλώνω».
[*=1]Το χαρακτηριστικό του σκιαδίου είναι πως είναι κατασκευασμένο κατά κανόνα από μαλακό και/ή αφρώδες πλαστικό και συχνότατα είναι στο ίδιο ή σε παραπλήσιο χρώμα με τον ουρανό του αυτοκινήτου. Αυτό ισχύει και για το σκιάδιο της ηλιοροφής. Στα λεωφορεία νέου τύπου το συρόμενο προς τα κάτω σκιάδιο είναι συνήθως φτιαγμένο από γκριζωπό ενισχυμένο πανί που σύρεται πάνω σε δύο μεταλλικές βέργες-οδηγούς.
[*=1]Το σκιάδιο του συνοδηγού συχνά διαθέτει καθρέφτη καλλωπισμού (vanity mirror) με πλαφονιέρα (vanity lights), ενώ του οδηγού έχει συχνά καθρέφτη με κάλυμμα (flip-up cover). Η ύπαρξη πλαφονιέρας οδηγεί και στον (ντανταϊστικό) σύμπλοκο όρο «φωτιζόμενο σκιάδιο».
.
6. Σκίαστρο
Και το σκίαστρο χρησιμοποιείται (αν και πολύ πιο περιορισμένα) για να δηλώσει το αντικείμενο που ορίσαμε προηγουμένως ως «σκιάδιο», αλλά όπως θα δούμε και παρακάτω είναι ένας πολύ ευρύτερος σημασιακά όρος σε σχέση με το σκιάδιο· μια πρώτη ιδέα μάς δίνει αυτός ακόμη ο ορισμός που παρατίθεται στο ΛΝΕΓ, και που μιλά ρητά για «εσωτερικά σκίαστρα». Επομένως, αν και τυπικώς δεν είναι λανθασμένη η σύμφραση «εσωτερικό σκίαστρο», εμείς οφείλουμε να καταγράψουμε το τι ισχύει στην πράξη — και στην πράξη το εν λόγω αντικείμενο καλείται σχεδόν αποκλειστικά «σκιάδιο» (βλ. §5 ανωτέρω).
Το «σκίαστρο», από την άλλη, χρησιμοποιείται κατά κανόνα για να δηλώσει την εξωτερικά προσαρμοζόμενη αντιηλιακή διάταξη η οποία τοποθετείται σε φορτηγά, ημιφορτηγά, βαν (κλούβες) και κλασικά αυτοκίνητα. Στη φωτογραφία που ακολουθεί έχω επισημάνει σε κόκκινο πλαίσιο ένα τέτοιο χαρακτηριστικό σκίαστρο:
Ο αντίστοιχος αγγλικός όρος για αυτό το
σκίαστρο είναι
cab visor ή
exterior visor ή
external/exterior sun-visor. Χάρη στο Άμαζον μπορείτε ν' αγοράσετε
ένα τέτοιο για το φορτηγό Volvo σας. Κάποιες ακόμη φωτογραφίες:
http://goo.gl/n81tQ.
[*=1]Το σκίαστρο είναι κατά κανόνα κατασκευασμένο από σκληρό φιμέ (ή μαύρο) ακρυλικό φύλλο ικανού πάχους, συνήθως κουρμπαρισμένο. Ανάλογα σκίαστρα τοποθετούνται και εξωτερικά στο χείλος προσβολής των ηλιοροφών και των εμπρόσθιων παραθύρων, όπου παίζουν επίσης και ρόλο ανεμοθραύστη — αλλά όταν ο ανεμοθραύστης είναι φιμέ για ηλιοπροστασία τότε θα τον ακούσετε και «σκίαστρο» (με προσδιοριστικό για το πού προσαρμόζεται επί του αυτοκινήτου)· λ.χ. εδώ βλέπουμε ένα τέτοιο σκίαστρο ηλιοροφής:
[*=1]Στην πιάτσα το σκίαστρο των φορτηγών ονομάζεται επίσης γείσο (το) και γείσος (ο)· το δεύτερο sic και μην φρικάρετε.
[*=1]Στα κλασικά αυτοκίνητα το σκίαστρο μπορεί να είναι περιπλοκότερης σχεδίασης και να είναι βαμμένο στο χρώμα του αυτοκινήτου.
[*=1]Πού αλλού χρησιμοποιείται στο αυτοκίνητο το «σκίαστρο»; Ένας άλλος τρόπος προσθήκης ηλιοπροστασίας στο άνω μέρος του ανεμοθώρακα είναι όχι με εξωτερική διάταξη (γείσο), αλλά με μια σκουρόχρωμη αυτοκόλλητη λωρίδα της οποίας το μήκος καταλαμβάνει όλο το πλάτος τού παρμπρίζ και το πλάτος της είναι γύρω στα δέκα εκατοστά το μέγιστο. Τότε έχουμε ένα «αυτοκόλλητο σκίαστρο»· συχνά δε τα αυτοκόλλητα σκίαστρα χρησιμοποιούνται ως μέσα προβολής διαφημιστικών μηνυμάτων. Στην αγορά κυκλοφορεί και η σύναψη «αυτοκόλλητο σκιάδιο» αλλά με υποπενταπλάσια συχνότητα.
[*=1]Υπάρχει στο αυτοκίνητο και κάποιου άλλου είδους «σκίαστρο»; Βεβαίως! Αν παρατηρήσετε τα φανάρια ορισμένων Σκαραβαίων θα δείτε πάνω τους ένα χρωμιωμένο φρυδάκι· αυτό το αξεσουάρ τοποθετείται πολύ συχνότερα σε μοτοσικλέτες (όπου η χρήση του δεν είναι πάντα διακοσμητική) καθότι εκεί ο αναβάτης βρίσκεται πολύ πιο κοντά στην πηγή φωτισμού — και καλείται (όπως ήδη θα μαντέψατε) «σκίαστρο». Αντιστοιχεί στο αγγλικό anti-glare shield (ή σκέτα glare shield)· χρειάζεται δε μεγάλη προσοχή διότι αν μπερδέψετε τα headlight και shield ή guard μπορεί να καταλήξετε με τον όρο headlight guard ο οποίος δηλώνει ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα (είναι το προστατευτικό του φαναριού από κρούσεις και θραύση). Αυτό το «σκίαστρο» έχει συνάφεια με τη 2η σημασία της λέξης στο ΛΝΕΓ (δηλ. με το "αμπαζούρ") και δεν είναι υπώνυμο του όρου «αλεξήλιο». Ακολουθούν επεξηγηματικές φωτογραφίες:
[*=1]Πού αλλού χρησιμοποιείται το «σκίαστρο» σε συναφή πεδία; Σκίαστρο μπορεί να υπάρχει και σε όλων των ειδών τα κράνη (μοτοσικλετών, πιλότων, στρατιωτών κλπ). Επίσης σκίαστρο μπορεί να ονομάζεται ένα μικρό σκέπαστρο ή στέγαστρο σε χώρους στάθμευσης οχημάτων.
.
7. Αλεξήλιος & Αντιηλιακός
Σε σύγκριση με τους δύο προαναφερθέντες όρους, τα αλεξήλιος & αντιηλιακός εμφανίζουν ένα πλεονέκτημα: μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως επιθετικοί προσδιορισμοί σε σύμπλοκους όρους. Ωστόσο στην πράξη το αλεξήλιος είναι ουσιαστικά (no pun intended) ανύπαρκτο με μορφή επιθέτου στον χώρο της αυτοκινητικής ορολογίας, και το βρίσκουμε μόνον ως ουσιαστικό (βλ. §2 ανωτέρω). Αντίθετα το αντιηλιακός είναι σε συχνότατη χρήση, δίνοντάς μας λ.χ. τα:
[*=1]Αντιηλιακή μεμβράνη (window tint film), που επικολλάται στα τζάμια των αυτοκινήτων για μόνιμη ηλιοπροστασία (και διασφάλιση διακριτικότητας).
[*=1]Αντιηλιακό στόρι (window sunblind), που παρέχει μόνιμη σκίαση (κατά κανόνα στα πίσω πλευρικά τζάμια).
[*=1]Αντιηλιακή κουρτίνα (τα γνωστά «κουρτινάκια»), που προσφέρουν δυνατότητα σκίασης στο πίσω τζάμι.
[*=1]Αντιηλιακή ζελατίνα (helmet sun-blocker), που τοποθετείται σε κράνη.
[*=1]Επισημαίνεται πως, παρά το γεγονός ότι στο γενικό λεξιλόγιο και ιδίως στο ουσιαστικό έχει επέλθει η απλοποίηση σε «αντηλιακό», ο χώρος του αυτοκινήτου δεν έχει ακολουθήσει και κατά κανόνα χρησιμοποιεί το επίθετο στη μορφή «αντιηλιακός».
.
8. Ηλιοκόφτης & Ηλιοπροστασία
Όπως προαναφέραμε (§2), ο όρος ηλιοκόφτης είναι σπάνιος σε χρήση, και περιγράφει κι αυτός το σκιάδιο. Από την άλλη, η χρήση του όρου ηλιοπροστασία (ΣτΖ: η «ηλιοπροστασία» είναι κανονικά μετρήσιμο ουσιαστικό) για να δηλωθεί το σκιάδιο είναι λανθασμένη· αντιγράφω τη 2η σημασία από το ΛΝΕΓ: το κάλυμμα που τοποθετείται στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου για να προστατεύει από τον ήλιο το εσωτερικό του (αγγλ. sun protection).
.
9. Παρασολέιγ
Το να λέμε ότι το
παρασολέιγ στη φωτογραφία ονομαζόταν ποτέ στην αγγλική γλώσσα «sun visor» είναι εντελώς άκυρο. Ήδη από την εποχή των μηχανών μεγάλου φορμά μια κανονική κατά τ' άλλα φυσούνα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως παρασολέιγ εντός ή και εκτός στούντιο. Με την έλευση των φακών SLR, το παρασολέιγ έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της φωτογραφίας — και αντιστοιχεί στο αγγλικό
lens hood. Και, φυσικά, το παρασολέιγ (που επίσης καλείται κι αυτό επισήμως «αλεξήλιο») ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ κομμάτι και της ψηφιακής φωτογράφησης με dSLR. Δεδομένου δε ότι τα λεξικά δεν λημματογραφούν ούτε αυτήν τη λέξη, ας δώσουμε κι εδώ τον αντίστοιχο ορισμό:
αδιαφανής κύλινδρος από μέταλλο, πλαστικό ή ελαστικό ο οποίος εμποδίζει την πρόσπτωση ανεπιθύμητου φωτός ή λάμψης στην επιφάνεια του φακού, προσαρμόζεται (συνήθ. βιδωτά ή μπαγιονέτ) στο εμπρόσθιο επίπεδο του φακού και χαρακτηρίζεται από γεωμετρία εναρμονισμένη με το εστιακό μήκος του φακού για τον οποίο προορίζεται.