Αυτός που απολαμβάνει να βρίσκεται στο φως των προβολέων, στην δημοσιότητα. Το GWord δίνει:
Υπάρχει κάποια ελληνική απόδοση, π.χ. από τη θεατρική ή τηλεοπτική γλώσσα για το σετάκι πέρα από τα λιγοστά "τζάνκι της δημοσιότητας" (που, βέβαια, αποδίδουν το νεότερο publicity junkie);
limelight ουσ. φώς οξειδίου του ασβεστίου σε οξυυδρική φλόγα <παλαιότερη τεχνική φωτισμού θεάτρων> || προβολέας || φώτα της ράμπας || (μεταφ.) δημοσιότητα || in the limelight (μεταφ.) στο προσκήνιο, στο φως της δημοσιότητας
Υπάρχει κάποια ελληνική απόδοση, π.χ. από τη θεατρική ή τηλεοπτική γλώσσα για το σετάκι πέρα από τα λιγοστά "τζάνκι της δημοσιότητας" (που, βέβαια, αποδίδουν το νεότερο publicity junkie);