Φοβούμαι ότι κατά τον Μεσαίωνα ο όρος miles δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ποτέ για άμαχο, ακόμη κι αν αυτός επιτελεί το πλέον θεάρεστο έργο.
Καλέ μου Ρογέριε, σε αυτό το σημείο διαφωνούμε.
Και αυτό, νομίζω, συμβαίνει γιατί από τη μεριά σου βλέπεις τον όρο miles μόνο στην κοσμική και κοινωνική του διάσταση, έτσι όπως διαμορφώθηκε (ας πούμε χοντρικά) μετά το έτος 1000 στη μεσαιωνική Ευρώπη, όταν κατέληξε να σημαίνει το στρώμα της κοινωνίας που εμείς σήμερα στην καθημερινή μας αντίληψη ονομάζουμε «ιππότες»
Υπάρχει όμως και η πνευματική διάσταση. Η χρήση του όρου, είτε με τη λατινική της μορφή (
miles) είτε με την ελληνική (
στρατιώτης), έχει πολύ μεγαλύτερη προϊστορία και ειδικά στη χριστιανική σκέψη. Ο πρώτος που προχώρησε στη συμβολική μεταφορά από την ιδιότητα του ακολούθου και μιμητή του Χριστού στην ιδιότητα του πιστού στρατιώτη ήταν ο απόστολος Παύλος, και μάλιστα τη μεταχειρίστηκε συστηματικά, εκμεταλλευόμενος όλες τις συνεικόνες της.
Απαριθμώ μερικά παραδείγματα:
Ο χριστιανός ως μαχόμενος στρατιώτης
Το λοιπόν ... ενδυναμούσθε εν Κυρίω και εν τω κράτει της ισχύος αυτού· ενδύθητε την πανοπλίαν του θεού διά να δυνηθήτε να σταθήτε εναντίον εις τας μεθοδείας του διαβόλου ... Διά τούτο αναλάβετε την πανοπλίαν του θεού ... και αφού καταπολεμήσετε πάντα ... Σταθήτε, λοιπόν, περιεζωσμένοι την οσφύν σας με αλήθειαν και ενδεδυμένοι τον θώρακα της δικαιοσύνης και έχοντες υποδεδημένους τους πόδας με την ετοιμασίαν του ευαγγελίου της ειρήνης· ... αναλάβετε την ασπίδα (τον θυρεόν, στο κείμενο) της πίστεως διά της οποίας θέλετε δυνηθεί να σβέσητε πάντα τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα· και λάβετε την περικεφαλαίαν της σωτηρίας, και την μάχαιραν του πνεύματος, ήτις είναι ο λόγος του θεού (Προς Εφεσίους 6:10 κ.ε.)
Διότι ... δεν πολεμούμε κατά σάρκα (ου κατά σάρκα στρατευόμεθα)· τα όπλα του πολέμου ημών (της στρατείας ημών) δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά συν θεώ προς καθαίρεσιν οχυρωμάτων· επειδή καθαιρούμεν λογισμούς, και παν ύψωμα επαιρόμενον εναντίον της γνώσεως του Θεού και αιχμαλωτίζομεν παν νόημα εις την υπακοήν του Χριστού ... (Προς Κορινθίους Β 10:3-6)
... ενδυθέντες τον θώρακα της πίστεως και αγάπης, και περικεφαλαίαν την ελπίδα της σωτηρίας (Προς Θεσσαλονικείς Α 5:8)
Ίνα στρατεύη την καλήν στρατείαν (Προς Τιμόθεον Α 1:18)
...τον αδελφόν και συνεργό και συστρατιώτην μου (Προς Φιλιππησίους 2:25)
Αρχίππω τω συστρατιώτη ημών (Προς Φιλήμονα 2)
ασπάσθητε τους συγγενείς μου και συναιχμαλώτους μου (Προς Ρωμαίους 16:7)
Στρατιώτης Χριστού:
Συ λοιπόν κακοπάθησον ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού. Ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται εις τας βιωτικάς υποθέσεις, διά να αρέση εις τον στρατολογήσαντα. Εάν δε και αγωνίζηταί τις, δεν στεφανούται, εάν νομίμως δεν αγωνισθή (Προς Τιμόθεον Β 2:3-5)
Ήταν τόσο προσφιλής η
μεταφορά ώστε οι επόμενοι συγγραφείς να εξερευνήσουν με ζήλο κάθε πτυχή της. Ο Ιγνάτιος Αντιοχείας (
Προς Πολύκαρπον 6) φτάνει στο σημείο να αραδιάζει τεχνικούς όρους της στρατιωτικής ζωής:
αρέσκετε ω στρατεύεσθε, αφ’ ου και τα οψώνια κομίσεσθε (= την αποζημίωσή σας)
· μήτις ημών δεσέρτωρ ευρεθή· το βάπτισμα ημών μενέτω ως όπλα, η πίστις ως περικεφαλαία, η αγάπη ως δόρυ, η υπομονή ως πανοπλία· τα δεπόσιτα ημών (= οι περιοδικές καταθέσεις από αποταμίευση του μισθού)
τα έργα ημών, ίνα τα άκκεπτα ημών (= το εφάπαξ της αποστρατείας)
άξια κομίσησθε. Ο ίδιος σε επιστολή προς την εκκλησία της Σμύρνης:
ίνα άρη σύσσημον (= στρατιωτικό λάβαρο)
εις τους αιώνας.
Οι χριστιανοί των επόμενων αιώνων, και πολύ περισσότερο οι Λατίνοι, ήσαν τόσο εξοικειωμένοι με την εικόνα ώστε η σύζευξη «στρατιώτες Χριστού» (milites Christi) να γίνει σχεδόν συνώνυμη του «χριστιανοί», κατεξοχήν δε ως τιμητικός τίτλος των μαρτύρων, αυτών που «πέφτουν στην πρώτη γραμμή» για το όνομα του Χριστού. Αφθονούν τα χωρία σε Τερτυλλιανό και Κυπριανό όπου οι χριστιανοί αποκαλούνται milites dei, milites Christi, και όπου ο Χριστός ονομάζεται imperator με το τεχνικό, στρατιωτικό περιεχόμενο της λέξης, το δε «στρατόπεδο» των χριστιανών αποκαλείται (τι άλλο;) castra Cristi.
Η πλήρης, θριαμβευτική και απερίφραστη διατύπωση του αξιώματος βρίσκεται σε ένα έργο (από τα αμφισβητούμενα) του Αυγουστίνου:
Milites Christi sumus et stipendium ab ipso donativumque percepimus
Είμαστε οι στρατιώτες του Χριστού και παίρνουμε από αυτόν το μισθό και το ρεγάλο μας
Δεν σου φαίνεται σαν να τους βλέπεις να παρελαύνουν μπροστά σου τραγουδώντας
Onward Christian Soldiers;
Επιπλέον, η αφιέρωση ψυχής και σώματος στο Χριστό σφραγίζεται με το στρατιωτικό όρκο, τον οποίο ορκίζεται κάθε νεοσύλλεκτος στρατιώτης, και ο οποίος λέγεται sacramentum. Διόλου τυχαία sacramenta λέγονται και τα ιερά μυστήρια της χριστιανικής εκκλησίας, και φυσικά η σύμπτωση αυτή έδωσε ευκαιρίες για εννοιολογικά παιχνίδια. Ώστε τελικά η αναπαράσταση της Εκκλησίας ως μαχομένης μέσα στον κόσμο, σε αντιπαραβολή με τη θριαμβεύουσα εν τοις ουρανοίς Εκκλησία (
Church militant και church triumphant) αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της αυτοεικόνας της.
Για το θέμα αυτό υπάρχει ειδική μονογραφία από τον Adolph (von) Harnack,
Militia Christi: The Christian Religion and the Military in the First Three Centuries. Συνοπτικότερη πραγμάτευση, απ’ όπου άντλησα και τις πληροφορίες για το σημείωμα αυτό, στου ίδιου συγγραφέα
The Mission and Expansion of Christianity in the First Three Centuries.