metafrasi banner

dotted line = στικτή γραμμή

nickel

Administrator
Staff member
Ο όρος στικτή γραμμή είναι παλαιός και βρίσκεται στα λεξικά εδώ και δεκαετίες. Θεωρώ λανθασμένο τον όρο *διάστικτη γραμμή που βρίσκω σε περισσότερα ευρήματα, ίσως επειδή τον προτείνουν τα γλωσσάρια της Microsoft και το λεξικό της Magenta. Στο δικό μου το μυαλό, το διάστικτος απαιτεί επιφάνεια. Μήπως όμως κάνω λάθος; Τέλος πάντων, η «στικτή γραμμή» υπήρχε πριν ακόμα γεννηθεί ο Γκέιτς.
 

Bear

¥
Στο δικό μου το μυαλό, το διάστικτος απαιτεί επιφάνεια. Μήπως όμως κάνω λάθος; Τέλος πάντων, η «στικτή γραμμή» υπήρχε πριν ακόμα γεννηθεί ο Γκέιτς.

Και στο δικό μου επίσης, nickel. Πρόσφατα χρειάστηκε να βεβαιωθώ για τη σωστή μετάφραση του όρου «διάλιθος» για κάποιο κόσμημα, το οποίο σημαίνει [δια!]κοσμημένο με πολύτιμους λίθους, αλλά πουθενά δεν αναφέρεται στην απάντηση ότι πρόκειται για μία γραμμή λίθων.
 

Elsa

¥
Αν εννοείς την γραμμή που αποτελείται από τελείες (που αυτό καταλαβαίνω όταν διαβάζω dotted line), στο γραμμικό σχέδιο λέγεται εστιγμένη και η γραμμή που αποτελείται από παύλες (dashed) λέγεται διακεκομμένη.
Η στικτή είναι η εστιγμένη στην δημοτική;
 

nickel

Administrator
Staff member
Ναι, ξέχασα να γράψω ότι στην καθαρεύουσα ήταν εστιγμένη (το δίνει το ΙΑΤΕ μαζί με τη στικτή). Αλλά το στικτός δεν είναι δημοτική, απλώς είναι το καλύτερο και στη δημοτική.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Εγώ εστιγμένη την έχω στο γλωσσάρι μου, όχι στικτή (και υποθέτω ότι δεν έχει νόημα να λεπτολογήσω ότι, γεωμετρικά και τοπολογικά τουλάχιστον, δεν γίνεται μία γραμμή, που είναι μονοδιάστατη, να περιέχει ή να αποτελείται από στίγματα, που είναι αδιάστατα). Αλλά άλλο γεωμετρία, άλλο γλώσσα...
 

nickel

Administrator
Staff member
Καταθέτω και τα ευρήματα σε δύο λεξικά:

ΠαπΛεξ:
3. αυτός που γίνεται με στίξη, με κέντημα (α. «στικτή γραμμή»· γραμμή που σχηματίζεται με στιγμές, με κουκκίδες)
ΛΚΝ:
β. που σχηματίζεται από στίγματα (στιγμές, τελείες): Στικτή γραμμή.
 
Top