Λεξιπλασίες: το ταιριτικό σύνδρομο

Zazula

Administrator
Staff member
ταιρτίπια
κόνξες, κόλπα, σκέρτσα, καπρίτσια, τσιριμόνιες, πείσματα και λοιπά ναζιάρικα τεχνάσματα που κάνει το ταίρι κάποιου [λεξ. διασταύρωση ταίρι + τερτίπι]

ταιρατάκι
ο ερωτικός σύντροφος που κάνει υπερβολικά πολλά ταιρτίπια (βλ.λ.) και τρελαίνει τον ή τη συντροφό του [λεξ. διασταύρωση ταίρι + τερατάκι (στην οικ. σημασία)]

ταιρηδόνα
πάθηση που προσβάλλει κάποιον όταν ηδονίζεται υπερβολικά με το ταίρι του· να σημειωθεί ότι κάνει κουφάλες [λεξ. διασταύρωση ταίρι + ηδονή με κατάλ. -όνα κατά το τερηδόνα]

ταιρμίτης
αυτός που κατατρώγει το ταίρι του εσωτερικά, όπως οι τερμίτες το ξύλο [λεξ. διασταύρωση ταίρι + τερμίτης]

ταιρματοφύλακας
αυτός που φυλά το ταίρι του σαν τα μάτια του (καλό είναι ωστόσο να αποφεύγει τις αποτυχημένες εξόδους, για να μη φάει γκολ και βγάλει τα δικά του τα ματάκια)
 
Καλημέρα.

Αναζητούν δημιουργικούς ορισμούς οι όροι:
ενταιρίτιδα, καραταιρίστας, μπαλανταίρι, νεοταιρίζω, νυχταίρι, υσταιρική και χολησταιρίνη.

Αν και νομίζω ότι είναι προφανής η σημασία τους.
 
Νυχταίρι: ταίρι που συναντά κανείς μόνο τη νύχτα, αγγλικά one night stand. (το ταίρι αυτό συχνά βρίσκεται και στην καβάντζα, ως "μπαλανταίρι").
Υσταιρική και Υσταιρικός: άτομα που κάνουν σαν παλαβά για να βρουν ταίρι ή που κολλούν πάνω του σαν βδέλλα αν έχουν ήδη (αλλιώς: βδέλλα, κολλιτσίδα).
 
αταίρμονος
αυτός που έχει μείνει μόνος, χωρίς ταίρι ΦΡΑΣ αταίρμων κοχλίας η βίδα που σου στρίβει όταν έχεις μείνει αταίρμονος για υπερβολικά πολύ καιρό

επαμφοταιρίζω
αμφιταλαντεύομαι ποιο από δύο άτομα να διαλέξω για ταίρι, κν. το παίζω δίπορτο
 
Υσταιρική και Υσταιρικός: άτομα που κάνουν σαν παλαβά για να βρουν ταίρι ή που κολλούν πάνω του σαν βδέλλα αν έχουν ήδη (αλλιώς: βδέλλα, κολλιτσίδα).
Δεν την ξέρω αυτή την ειδικότερη σημασία. Στην αρχική της σημασία η υσταιρική, από την πολλή υπερένταση της σχέσης, κάνει γουρουνιές.
[από υς = γουρούνι + ταίρι + ική]
Σπανίως απαντά στο αρσενικός γένος (για τους άντρες χρησιμοποιείται το κάπρος).
 
Αναζητούν δημιουργικούς ορισμούς οι όροι:
ενταιρίτιδα, καραταιρίστας, μπαλανταίρι, νεοταιρίζω, νυχταίρι, υσταιρική και χολησταιρίνη.
νεοταιρίζω
έχω βγει στη γύρα και ψάχνω για καινούργιο ταίρι, I'm back in circulation babe

χολησταιρίνη
πάθηση που προκαλείται όταν το ταίρι σου ξερνά χολή εναντίον σου
 
παρταίρι: το ταίρι που γίνεται «χώμα» για τον άλλον.
 
νυσταίρι: το ταίρι που έχασε το ενδιαφέρον του και μονίμως νυστάζει.

Ο Ζαζ να μας δώσει την ερμηνεία για το ξεφταίρι και το καρταίρι...
 
Αν υς = γουρούνι, δηλαδή αν είναι ουδέτερο, τότε ταιριάζει μόνο σε άντρα, γιατί σύμφωνα με το γνωστό αξίωμα, οι άντρες είναι γουρούνια.
 
ταιργιάζω
ζω μοναχά για το ταίρι μου [συναρπαγή ταίρ(ι) + για + ζω, αντιστροφή τής φράσης 'ζω για (το) ταίρι (μου)', ώστε να λήγει σε -ζω κατά τα μονάζω, χειμάζω]

ταιρματικός
αυτός που έχει μάτια μόνο για το ταίρι του, που αρέσκεται να κοιτά το ταίρι του με τις ώρες και δεν μπορεί να ξεκολλήσει το βλέμμα του από πάνω της ΦΡΑΣ ταιρματικός σταθμός χώρος όπου πάνε κι έρχονται τα ταίρια

Ο Ζαζ να μας δώσει την ερμηνεία για το ξεφταίρι και το καρταίρι...
ξεφταίρι
ερωτικός σύντροφος η σχέση με τον οποίο έχει πλέον ξεφτίσει

καρταίρι
1. το ταίρι με το οποίο κάποιος ανταλλάσσει μόνο κάρτες 2. το ταίρι (συν. γυναίκα) που διατηρεί μία σχέση για να μπορεί να κάνει χρήση των πιστωτικών καρτών του συντρόφου της· (επίσης) το θύμα της εν λόγω σχέσης
 
πεφτασταίρι: το ουρανοκατέβατο, υπέροχο, αστεράτο ταίρι που σου προκύπτει από το πουθενά! (κατηγορία urban legends :) )
 
φταιρωτός: τόσο καψούρης με το ταίρι του που έχει βγάλει φτερά, πετάει.
 
φταίρη: η γκόμενα-γλάστρα (απαραιτήτως κόμματος αλλά IQ μαρουλιού) την οποία κυκλοφορούν ως ταίρι αποκλειστικά αυτοί που ζηλεύει ο Θανάσης. Ως φταίρη συνήθως χαρακτηρίζεται από τις σιτεμένες συζύγους όσων ζηλεύει ο Θανάσης.
(Παράδειγμα: Τι φταίρη είναι αυτή που μας κουβάλησε ο Μοσχάρογλου σήμερα; )
 
τεστοσταιρόνη
ανδρογόνος ορμόνη που εκκρίνεται όταν το ταίρι ενός άντρα τεστάρει τις αντοχές του

υσταιρόγραφο: σα να μου φαίνεται ότι έγινα η αιτία για ένα ταιρατούργημα!
 
(Χμμ, κάποιος το ανεξαρτητοποίησε το νήμα...)

Νιώθω σταίρηση, μου λείπει το ταίρι μου... :(
 
(Χμμ, κάποιος το ανεξαρτητοποίησε το νήμα...)

Νιώθω σταίρηση, μου λείπει το ταίρι μου... :(

Να σου δώσω από το υσταίρημά μου;
Με τέτοιο νήμα έχεις εξασφαλισμένη την υσταιροφημία σου, πάντως!
 
Με τέτοιο νήμα έχεις εξασφαλισμένη την υσταιροφημία σου, πάντως!
Προσοχή στη χρήση της λέξης διότι υπάρχει και η, ήδη αρχαία, υσταιροφημία [από υς 'γουρούνι' + ταίρι + φήμη] με άλλη σημασία: "η φήμη που αποκτά κάποιος/α ότι η/ο σύντροφός του/της είναι γουρούνι"

Ναι, και ιδίως το τελευταίο κομμάτι του δίσκου (Τάκα Τάκα) είναι εντελώς συμβολικό όταν σου πέσει βαριά η σταίρηση... :p
 
Back
Top