...
Νιώθω μια αδιαθεσία σήμερα, είμαι αδιάθετος.
Για ιδιωματικό:
είμαι κομμάτια (που καλύπτει και την περίπτωση του μεθυσιού).
Για τις γυναίκες, διπλό νόημα και στα αγγλικά, όπως λέει και
εδώ:
Of course, a woman may say she is under the weather, if she is suffering from premenstrual discomforts or menstrual cramps. In this sense, being under the weather is a bit like having a visit from Aunt Flo, enduring hammock season, flying the red flag, making monthlies, riding the cotton pony or taking Carrie to the prom. However, we pity the man who uses these female-only tags to describe such a condition.
Ωστόσο δεν είμαι βέβαιος ότι χρησιμοποιείται αποκλειστικά για τη σωματική κατάσταση, το έχω συναντήσει επίσης για το μεθύσι ή τα επακόλουθά του (το hangover) και για την ψυχολογική διάθεση, όπως γράφει και στο
Wiktionary:
under the weather (not comparable)
(idiomatic) Somewhat ill or gloomy.
(idiomatic) Somewhat intoxicated or suffering from a hangover.
(idiomatic, obsolete) Experiencing adversity.
Synonyms: out of sorts
και υπονοούν οι Kinks στο "Have another drink",
απ' όπου είχα μάθει τον ιδιωματισμό τα παλιά τα χρόνια:
If you're feeling down and you're under the weather,
Have another drink and you'll feel alright.