Toughness : ανθεκτικότητα, σκληράδα, σκληρότητα [?]
Γεια σας
Συνάντησα το εξής σε ένα άρθρο και αναρωτιέμαι ποια θα ήταν η σωστή μετάφραση για τη λέξη toughness στις παρακάτω παρόμοιες αλλά και διαφορετικές περιπτώσεις.
1) Now Merkel and Germany, in the wake of new crises and demands from fellow nations, has stepped up the toughness and rhetoric and made it clear that the way forward will be the way they decided it will be and no other.
Τώρα, η Μέρκελ και η Γερμανία, στα πρόθυρα μιας νέας κρίσης και απαιτήσεων από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, σκλήρυνε τη στάση της και τη ρητορική της και ξεκαθάρισε πως ο δρόμος θα είναι αυτός που έχουν αποφασίσει να πάρουν κι όχι άλλος.
2) It takes toughness to keep going when all is going wrong.
Θέλει σκληράδα [?] για να συνεχίζεις όταν όλα πάνε στραβά.
3) This training gave him the toughness necessary to withstand setbacks and cope with all daily challenges of an executive at that level.
Αυτή η εκπαίδευση τον εφοδίασε με την απαιτούμενη σκληράδα [?] για να αντιστέκεται στις αναποδιές και να αντεπεξέρχεται στις καθημερινές προκλήσεις ενός ανώτερου στελέχους αυτού του επιπέδου.
4) Study shows the right mix of mental toughness makes Olympic Champions
Μια μελέτη δείχνει πως αυτό που κάνει τους Ολυμπιονίκες είναι η σωστή αναλογία[?] διανοητικής σκληράδας [?]
Μήπως σκληρότητα; Αλλά πιστεύω πως στα παραδείγματα 2-4, το σκληρότητα παραπέμπει και στο να είσαι άκαρδος ενώ εδώ βλέπω πιο πολύ τον ορισμό capable of great endurance; sturdy; hardy: tough troops. Στο 1 είναι διαφορετικό.
Γεια σας
Συνάντησα το εξής σε ένα άρθρο και αναρωτιέμαι ποια θα ήταν η σωστή μετάφραση για τη λέξη toughness στις παρακάτω παρόμοιες αλλά και διαφορετικές περιπτώσεις.
1) Now Merkel and Germany, in the wake of new crises and demands from fellow nations, has stepped up the toughness and rhetoric and made it clear that the way forward will be the way they decided it will be and no other.
Τώρα, η Μέρκελ και η Γερμανία, στα πρόθυρα μιας νέας κρίσης και απαιτήσεων από άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, σκλήρυνε τη στάση της και τη ρητορική της και ξεκαθάρισε πως ο δρόμος θα είναι αυτός που έχουν αποφασίσει να πάρουν κι όχι άλλος.
2) It takes toughness to keep going when all is going wrong.
Θέλει σκληράδα [?] για να συνεχίζεις όταν όλα πάνε στραβά.
3) This training gave him the toughness necessary to withstand setbacks and cope with all daily challenges of an executive at that level.
Αυτή η εκπαίδευση τον εφοδίασε με την απαιτούμενη σκληράδα [?] για να αντιστέκεται στις αναποδιές και να αντεπεξέρχεται στις καθημερινές προκλήσεις ενός ανώτερου στελέχους αυτού του επιπέδου.
4) Study shows the right mix of mental toughness makes Olympic Champions
Μια μελέτη δείχνει πως αυτό που κάνει τους Ολυμπιονίκες είναι η σωστή αναλογία[?] διανοητικής σκληράδας [?]
Μήπως σκληρότητα; Αλλά πιστεύω πως στα παραδείγματα 2-4, το σκληρότητα παραπέμπει και στο να είσαι άκαρδος ενώ εδώ βλέπω πιο πολύ τον ορισμό capable of great endurance; sturdy; hardy: tough troops. Στο 1 είναι διαφορετικό.