metafrasi banner

thought-concrete (γαλλ. concret de pensée, γερμ. Gedankenkonkretum)

Στην εισαγωγή του στα Grundrisse, ο Μαρξ αναφέρεται στη διαδικασία οικειοποίησης της πραγματικότητας από τη σκέψη. Ο όρος προέκυψε από εκεί και χρησιμοποιείται αρκετά σε φιλοσοφικά και θεωρητικά κείμενα. Η αναζήτηση στα αγγλικά είναι χαοτική, αφού μεταξύ άλλων ανακατεύεται το concrete με την έννοια του μπετόν (!), αλλά στα γαλλικά υπάρχουν πολλές ανευρέσεις. Παραθέτω τα πιο κρίσιμα αποσπάσματα σε 4 γλώσσες, αν και για τα γερμανικά δεν αναλαμβάνω ουδεμία ευθύνη (EL: από την πολύ προσεκτική μετάφραση του Διονύση Διβάρη, εκδ. Στοχαστής, τόμ. Α’, σελ. 66-67 – EN: Pelican Marx Library, pp. 100-101 – FR: από την έκδοση που επιμελήθηκε ο Λεφέμπβρ – DE: όπως το βρήκα στο Ιντερνέτ).
[ΕΝ] (...) the abstract determinations lead towards a reproduction of the concrete by way of thought.
(...) the method of rising from the abstract to the concrete is only the way in which thought appropriates the concrete, reproduces it as the concrete in the mind.
(...) the movement of the categories appears as the real act of production (....) but (...) this is correct in so far as the concrete totality is a totality of thoughts, concrete in thought, in fact a product of thinking and comprehending.

[FR] (…) ce sont les déterminations abstraites qui mènent à la reproduction du concret au cours du cheminement de la pensée.
(…) la méthode qui consiste à s'élever de l'abstrait au concret n'est que la manière pour la pensée de s'approprier le concret, de le reproduire en tant que concret de l'esprit.
(...) le mouvement des catégories apparaît de ce fait comme l'acte de production réel (...) et ceci (…) est exact dans la mesure où la totalité concrète en tant que totalité de pensée, en tant que concret de pensée, est en fait un produit de l'acte de penser, de concevoir.

[DE] (…) im zweiten führen die abstrakten Bestimmungen zur Reproduktion des Konkreten im Weg des Denkens.
(…) die Methode, vom Abstrakten zum Konkreten aufzusteigen, nur die Art für das Denken ist, sich das Konkrete anzueignen, es als ein geistig Konkretes zu reproduzieren.
(…) Für das Bewußtsein daher – und das philosophische Bewußtsein ist so bestimmt –, dem das begreifende Denken, der wirkliche Mensch und die begriffne Welt als solche erst die wirkliche ist – erscheint daher die Bewegung der Kategorien als der wirkliche Produktionsakt – der leider nur einen Anstoß von außen erhält –, dessen Resultat die Welt ist; und dies ist- dies ist aber wieder eine Tautologie – soweit richtig, als die konkrete Totalität als Gedankentotalität, als ein Gedankenkonkretum, in fact ein Produkt des Denkens, des Begreifens ist.

[EL] (…) οι αφηρημένοι προσδιορισμοί οδηγούν στην αναπαραγωγή του συγκεκριμένου με τη σκέψη.
(...) η μέθοδος της ανόδου από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο δεν είναι παρά ο τρόπος που η σκέψη οικειοποιείται το συγκεκριμένο, το αναπαράγει σαν πνευματικό συγκεκριμένο.
(...) η κίνηση των κατηγοριών εμφανίζεται σαν η πραγματική παραγωγική πράξη (...) κι αυτό είναι σωστό (...) στο μέτρο που η συγκεκριμένη ολότητα σαν ολότητα σκέψεων, σαν ένα συγκεκριμένο από σκέψεις, είναι πραγματικά προϊόν της σκέψης, της νόησης.
Ο Μαρξ λοιπόν το λέει με δύο τρόπους, κι εμένα προφανώς με ενδιαφέρει ο δεύτερος. Το ζήτημά μου άλλωστε δεν είναι πώς ακριβώς το λέει ο Μαρξ, αλλά ο όρος όπως χρησιμοποιείται σε σύγχρονα κείμενα. Ειδικότερα, με ενδιαφέρει κάτι πέρα από το “συγκεκριμένο (της) σκέψης”, δηλαδή κάτι με επίθετο, και μέχρι στιγμής ταλαντεύομαι μεταξύ “νοητικού” και “στοχαστικού” συγκεκριμένου. Θυμάμαι ότι σε ένα άρθρο του Μπιτσάκη είχα πέσει πάνω σε μια απόδοση που μου είχε φανεί ενδιαφέρουσα, αλλά δεν θυμάμαι αν ήταν μία από αυτές τις δύο και η αναζήτηση ουδέν απέδωσε.

Θυμόσαστε αν και πώς το έχετε συναντήσει; Άσχετα απ’ αυτό, τι θα θεωρούσατε προτιμότερο; Και, αν τυχόν υπάρχει κανείς γερμανομαθής ανάμεσά μας (λέμε τώρα...), εκείνο το “συγκεκριμένο από σκέψεις” (με δαιμονίζει ο πληθυντικός!) της ελληνικής μετάφρασης είναι απλώς ένας τρόπος να παρακαμφθεί η έλλειψη επιθέτου ή μήπως κρύβει βαθύτερα και απρόσιτα σε μένα νοήματα;
 

nickel

Administrator
Staff member
Θα τα είχα κάνει και τα δύο νοητικό συγκεκριμένο που θα πήγαινε σύννεφο. Το ίδιο πράμα λένε, με τις ίδιες λέξεις παίζει.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Πρώτα, να καθησυχάσω τον Θέμη: Από τη γερμανική οπτική, δεν βλέπω κάτι ιδιαίτερο κρυμμένο στο Gedankenkonkretum. Απλώς η απόδοση συγκεκριμένο από σκέψεις δείχνει την εκφραστική δυσκολία, κάτι σαν τη λεμονάδα από λεμόνια.

Άλλωστε, ο όρος Konkretum εκείνη την εποχή έχει μάλλον/κυρίως λογική έννοια. Το OEtD δίνει για το αγγλικό ξαδελφάκι:

concrete (adj.) late 14c., "actual, solid," from L. concretus "condensed, hardened, thick, hard, stiff, curdled, congealed, clotted," figuratively "thick; dim," lit. "grown together;" pp. of concrescere "to grow together," from com- "together" (see com-) + crescere "to grow" (see crescent). A logicians' term until meaning began to expand 1600s. Noun sense of "building material made from cement, etc." is first recorded 1834.

Σκέφτομαι αν θα μπορούσαμε να αλλάξουμε το συγκεκριμένο από σκέψεις σε συγκεκριμένο σύμπηγμα/πλαίσιο/κάτι τέτοιο σκέψεων.

Σε επίθετο, θα έκλινα υπέρ του νοητικού για να αποφύγω σύγχρονες συμπαραδηλώσεις του στοχαστικού.
 
Όπως τα λένε ο Nickel και ο drsiebenmal. Δεν κρύβεται κάτι παραπάνω στο πρωτότυπο γερμανικό (ούτε και στις μεταφράσεις, προφανώς).

Το "από σκέψεις" δείχνει τη δυσκολία που έχουμε τόσα χρόνια να μεταφράσουμε σε απλά Ελληνικά (με μορφή επιθέτου, εννοώ) το geistig, το intellectual, το mental, το spiritual κτλ.

"Νοητικό συγκεκριμένο", απλά, μιας και αυτό ακριβώς είναι.
 
Last edited by a moderator:
Σας ευχαριστώ πολύ όλους.
Δόκτορα, για τις συμπαραδηλώσεις του στοχαστικού αναρωτήθηκα κι εγώ, αλλά δεν είμαι κατασταλαγμένος. Τι μας βαραίνει περισσότερο, ο βαθυστόχαστος ή το stochastic;
 
Το φαντάστηκα, αλλά μάλλον δεν θα έπρεπε. Δεν είναι δα και ψωμοτύρι. Αχ αυτοί οι θετικοί επιστήμονες. Όλα αρνητικά τα βλέπουν.
 
Top