I don' understand the phrase:-
Ε, να μην τ' αφήσω μισερό.
Would you translate it?
In this case: Well, I'd better not leave it half-finished/incomplete/hanging
(the movie title song in the logo video, where only its intro is heard).
ΛΚΝ:
μισερός -ή -ό [miserós] Ε1 : (οικ.) που έχει πολλές ατέλειες: ~ άνθρωπος, με σωματικές ή πνευματικές ατέλειες.
[μισ(ός) -ερός]
ΛΝΕΓ:
μισερός, -ή, -ό (λαϊκ.) 1. αυτός που έχει αναπηρία σωματική ή πνευματική ΣΥΝ. σακάτης, ανάπηρος ΑΝΤ. αρτιμελής 2. (για πράγματα) αυτός που χαρακτηρίζεται από ατέλειες ΣΥΝ. ημιτελής ΑΝΤ. ακέραιος, ολοκληρωμένος. [ΕΤΥΜ. < μισός + παραγ. επίθημα -ερός, πιθ. κατ' αναλογίαν προς το επίθ. γερός. Απίθανη η παραγωγή από αρχ. μυσαρός «αποκρουστικός, βρόμικος»].
For the acronyms ΛΚΝ and ΛΝΕΓ, please
see here.