One that sells goods or services in or to a market, especially one that markets a specified commodity: a major wine marketer.
Βρίσκω:
Εσείς τι προτιμάτε; Άλλες ιδέες;
Βρίσκω:
- αγοραπωλητής στο Answers.com,
- αγοραλογητής στο Teleterm, και
- μάρκετερ και μαρκετίστας στην πιάτσα και σε βιβλιογραφία (αν και έχω την εντύπωση ότι αυτοί οι δύο όροι έχουν σχηματιστεί για τους αρμόδιους/υπεύθυνους/ασκούντες «μάρκετινγκ», για τους οποίους συχνά ξεχνάμε ότι έχει να κάνει ακριβώς με αγορές και πωλήσεις συγκεκριμένων αγαθών).
Εσείς τι προτιμάτε; Άλλες ιδέες;