metafrasi banner

managing general agent's contract

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Ή agreement ή managing general agency contract. Υπόδειγμα, στον παρακάτω σύνδεσμο.
http://insurance.mo.gov/industry/forms/375-0038.pdf
Από ό,τι καταλαβαίνω, πρόκειται για ένα είδος σύμβασης μεταξύ ασφαλιστή και πράκτορα ασφαλίσεων. Αυτό που με μπερδεύει είναι το Managing. Να έλεγα σύμβαση διαχείρισης γενικού αντιπροσώπου; Γενική σύμβαση πρακτόρευσης; Μια μαργαρίτα στο τέσσερα;
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Ή μήπως Σύμβαση Γενικού Διαχειριστικού Πράκτορα; Δώστε μου λίγη σημασία επιτέλους!
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Ή μήπως Σύμβαση Γενικού Διαχειριστικού Πράκτορα;
Αυτό καλό φαίνεται (αλλά πώς λέγονται μεταξύ τους, πράκτορες ή αντιπρόσωποι;

Θα απέκλεια πάντως τη Σύμβαση Διευθύνοντος Αρχιπράκτορα και τη Σύμβαση Επικεφαλής Στρατηγού Πράκτορα --και τα δύο επηρεασμένα από τα κατασκοπικά της ημέρας.
 
Όπως διαπιστώνεται, έχουμε να κάνουμε με μια ιδιαιτερότητα του αμερικανικού ασφαλιστικού δικαίου, και μάλιστα του ασφαλιστικού δικαίου ορισμένων πολιτειών (http://en.wikipedia.org/wiki/Managing_general_agent). Προς το παρόν, το μυαλό μου δεν είναι σε καλή φόρμα για να κατεβάσει κάποια ιδέα της προκοπής ("σύμβαση γενικής αντιπροσώπευσης προς ασφαλιστικό πράκτορα"; ΟΚ το ξέρω, είναι τόσο σχοινοτενές που δεν τραβάει...)
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Και τον ίδιο τον Managing General Agent πώς θα τον λέγαμε;
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Στα σοβαρά τώρα, να προσθέσω αυτό εδώ:

managing general agent (MGA)

A wholesale insurance intermediary with the authority to accept placements from (and often to appoint) retail agents on behalf of an insurer. Managing general agents generally provide underwriting and administrative services, such as policy issuance, on behalf of the insurers they represent. These arrangements are most common in the surplus lines marketplace. Typically, MGAs market more unusual coverage, such as professional liability, for which specialized expertise is required to underwrite policies. MGAs benefit insurers because such expertise is not always available within the company and would be more costly to develop on an in-house basis.

Δεν φαντάζομαι να έχει σχέση με αυτό, Παλ Αύρα; :rolleyes:
συντονιστής ασφαλιστικών συμβούλων: http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?t=1242
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Είχα βάλει εγώ τέτοια ερώτηση; Ποια είμαι; Εσείς ποιος είστε;
Πάλι καλά που το θυμήθηκες, ντοκτόρ, γιατί ήμουν έτοιμη να ξανανεβάσω αυτά.:eek:
Δεν έχει σχέση, από ό,τι βλέπω, γιατί το κείμενό μου απλώς περιγράφει μια κατάσταση που επικρατεί στις ΗΠΑ.
 

nickel

Administrator
Staff member

ως «συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ασκεί δραστηριότητα ασφαλιστικής διαμεσολάβησης εξ ονόματος και για λογαριασμό ασφαλιστικής επιχείρησης ή περισσότερων της μιας ασφαλιστικών επιχειρήσεων, εφόσον τα σχετικά ασφαλιστικά προϊόντα δεν είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους, αλλά το οποίο δεν εισπράττει τα ασφάλιστρα ή τα ποσά που προορίζονται για τον πελάτη και ενεργεί υπό την πλήρη ευθύνη των εν λόγω ασφαλιστικών επιχειρήσεων για τα προϊόντα που αφορά κάθε μία από αυτές.

Προεδρικό Διάταγμα 190/2006 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2002/92/Ε.Κ. του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση (L 9/15.1.2003)» (ΦΕΚ Α' 196 14.9.2006)

Είναι κοντά στην περιγραφή της Wikipedia;
In insurance, a managing general agent is defined legally as "an individual or business entity appointed by an insurer to solicit applications from agents for insurance contracts or to negotiate insurance contracts on behalf of an insurer and, if authorized to do so by an insurer, to effectuate and countersign insurance contracts".

Γιά δες σε ποιον αγγλικό όρο αντιστοιχεί (όχι πως θα είναι το ίδιο με το αμερικάνικο).
 
Εξαιρετική η σκέψη του Νίκελ να σκεφτεί την οδηγία 2002/92:
ο όρος που στα ελληνικά αποδίδεται ως "συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής" είναι στο αγγλικό κείμενο της οδηγίας "tied insurance intermediary". Βάσει των ορισμών του άρθρου 2 της οδηγίας, "insurance mediation" means the activities of introducing, proposing or carrying out other work preparatory to the conclusion of contracts of insurance, or of concluding such contracts, or of assisting in the administration and performance of such contracts, in particular in the event of a claim (παρ. 3), ενώ "insurance intermediary" means any natural or legal person who, for remuneration, takes up or pursues insurance mediation (παρ. 5). Δεδομένης της σε μεγάλο βαθμό σημασιολογικής ταύτισης με τον αμερικανικό όρο, θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο για "ασφαλιστικό διαμεσολαβητή" ή "διαμεσολαβητή ασφαλίσεων" (και αφήνω στην άκρη ενδεχόμενες αντιρρήσεις για το εύστοχο της επιλογής του όρου "διαμεσολαβητής").

Για το κείμενο της οδηγίας σε δίγλωσση απεικόνιση (ελλ-αγγλ): http://eur-lex.europa.eu/Notice.do?...,pt,ro,sk,sl,sv,&val=283599:cs&page=1&hwords=
 
Top