metafrasi banner

make sure = κάνω σίγουρο; βεβαιώνομαι;

GeorgeA

Member
Make sure --> κάνω σίγουρο ή βεβαιώνομαι

Γεια σας

Έχω μια ερώτηση που ίσως σας φανεί αστεία. Αλλά όντας στο εξωτερικό για 23 χρόνια (τη μισή μου ζωή) έχω αρχίσει να υιοθετώ κάποιους αγγλισμούς που στα Ελληνικά δεν ευσταθούν. Στη συνέχεια, ακούς αυτόν τον αγγλισμό κι από έναν άλλο Έλληνα που βρίσκεται έξω απ' την Ελλάδα για χρόνια και τέλος, το κερασάκι, βλέπεις αυτόν τον αγγλισμό και σε μερικές ιστοσελίδες και έρχεται και δένει. Το αποτέλεσμα είναι πως έχεις υιοθετήσει έναν αγγλισμό και τον χρησιμοποιείς μες στην καλή χαρά αγνοώντας τελείως το γεγονός ότι είναι λανθασμένος.

Μια τέτοια έκφραση είναι το "κάνω σίγουρο" για να εκφράσουμε το αγγλικό "making sure". Στο Γούγλη έψαξα το "Κάνω σίγουρο" σε όλα τα πρόσωπα και βρήκα άφθονα παραδείγματα. (Χιλιάδες χρήσεις)

Για παράδειγμα:
1. «Προπονούμαι σκληρά από το 2011, ώστε να κάνω σίγουρο πως θα είμαι έτοιμος για το πρωτάθλημα της Φόρμουλα..."
2. "μελετά πυρετωδώς για να κάνει σίγουρο πως θα περάσει στις εξετάσεις"
3 "τα ΜΜΕ έκαναν απολύτως σίγουρο πως δεν ακούστηκε λέξη γι' αυτή την πλευρά της ιστορίας"

Η ερώτηση είναι: είναι σωστή η έκφραση "κάνω σίγουρο" ή όχι;

Πιστεύω πως πιο δόκιμο είναι το "βεβαιώνομαι πως... " (που το δίνει και στο Magenta) αν και δεν ταιριάζει πάντα. Για παράδειγμα στο τρίτο παράδειγμα που δίνω παραπάνω, "τα ΜΜΕ βεβαιώθηκαν πλήρως πως δεν ακούστηκε λέξη γι' αυτή την πλευρά της ιστορίας" [?]

Μπορείτε να με συμβουλεύσετε σχετικά μ' αυτό;
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Να σου πω, «κάνω σίγουρο» ποτέ («έχω σίγουρο» ναι, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία, το I'm certain of / confident that), συνήθως βεβαιώνομαι ή σιγουρεύομαι, ανάλογα με το ύφος. Για το τρίτο παράδειγμα που λες: φροντίζω, δηλαδή: «Τα ΜΜΕ φρόντισαν να μην ακουστεί καθόλου...»

Κόντρα έντιτ: Δόκτορα, λακωνικός εγώ (ή *λακωνίκος, στην περίπτωσή μου), ενώ εσύ αναλυτικός, πιο πλήρης και με ανέκδοτο. Άφεριμ!
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Όταν πρωτοπήγα στον εκδοτικό οίκο όπου συνεργαζόμουν μέχρι σχετικά πρόσφατα, ο επιβλέπων μού είπε, ανάμεσα σε άλλα: «...και να χρησιμοποιείς το βέβαιος αντί για το σίγουρος, που είναι από ξένο έτυμο...» Λίγο αργότερα όμως, έπρεπε να συνεργαστούμε με μεταφραστή που ονομαζόταν έτσι και, κάποια στιγμή, όταν έμαθε αυτόν τον "περιορισμό", έπεσε το γέλιο της αρκούδας και η άτυπη οδηγία καταργήθηκε...

Γενικά, όλες οι εκφράσεις με το κάνω+κάτι είναι, συνήθως, «τεμπέλικα» ελληνικά και, εξίσου συχνά, αγγλισμοί. Το θέμα είναι ότι έχουν διαδοθεί τόσο πολύ που δεν ξενίζουν σε προφορικό ή, γενικότερα, μη φροντισμένο λόγο. Εγώ θα προτιμούσα π.χ. να βεβαιωθώ, να σιγουρευτώ, να (φροντίσω να) εξασφαλίσω, να διασφαλίσω. Αλλά, π.χ. πάλι, αν λέγαμε στο (2) λίγο πιο διαφορετικά "για να το έχει σίγουρο" μάλλον δεν θα το πείραζα ούτε εκεί.

Μερικές ακόμη, λίγο διαφορετικές επιλογές:

Στο (1) ...ώστε να είμαι οπωσδήποτε έτοιμος...
Στο (2) ...μελετά πυρετωδώς για περάσει σίγουρα τις εξετάσεις...
Στο (3) τα ΜΜΕ φρόντισαν να μην ακουστεί...

Δαεμάνε, 1 λεπτό διαφορά, αλλά κρίσιμο! :) :)
 

GeorgeA

Member
Ευχαριστώ πολύ.
Τόσο το thread όσο και οι απαντήσεις σας εδώ βοήθησαν πολύ.
 
Top