Μια και το 'χει η μέρα, φαίνεται, ώρα είναι να δοκιμάσουμε τη φαντασία και τις λεξιπλαστικές ικανότητές μας με έναν αμερικάνικο νεολογισμό.
Πρώτα, ορισμός από τη γουίκη:
Greenmail or greenmailing is the practice of purchasing enough shares in a firm to threaten a takeover, thereby forcing the target firm to buy those shares back at a premium in order to suspend the takeover.
The term is a neologism derived from blackmail and greenback as commentators and journalists saw the practice of said corporate raiders as attempts by well-financed individuals to blackmail a company into handing over money by using the threat of a takeover.
Μετά, εικόνα πρασινόραχων (επίσης από τη γουίκη):
Έχω την εντύπωση ότι δεν έχουμε καμία τύχη να πετύχουμε κάτι προσπαθώντας να μείνουμε κοντά στην πρωτότυπη αμερικανιά ή στα συστατικά της (αλλά μπορεί και να κάνω λάθος) και θα χρειαζόταν κάτι πρωτότυπο εξαρχής. Ιδέες; (Εδώ δεν έχω καν αρχική μαγιά για να προτείνω ).
Πρώτα, ορισμός από τη γουίκη:
Greenmail or greenmailing is the practice of purchasing enough shares in a firm to threaten a takeover, thereby forcing the target firm to buy those shares back at a premium in order to suspend the takeover.
The term is a neologism derived from blackmail and greenback as commentators and journalists saw the practice of said corporate raiders as attempts by well-financed individuals to blackmail a company into handing over money by using the threat of a takeover.
Μετά, εικόνα πρασινόραχων (επίσης από τη γουίκη):
Έχω την εντύπωση ότι δεν έχουμε καμία τύχη να πετύχουμε κάτι προσπαθώντας να μείνουμε κοντά στην πρωτότυπη αμερικανιά ή στα συστατικά της (αλλά μπορεί και να κάνω λάθος) και θα χρειαζόταν κάτι πρωτότυπο εξαρχής. Ιδέες; (Εδώ δεν έχω καν αρχική μαγιά για να προτείνω ).