Εκτός από το εμπάργκο (την «κωλυσιπλοΐα» που λέει το G-Word), ο όρος χρησιμοποιείται και με την έννοια της απαγόρευσης της δημοσίευσης/κοινοποίησης ενός κειμένου για ορισμένο χρονικό διάστημα. Ο ορισμός στη Wikipedia:
In academic publishing, an embargo is a period during which access is not allowed to certain types of users.
Πώς το λέμε αυτό στα Ελληνικά;
In academic publishing, an embargo is a period during which access is not allowed to certain types of users.
Πώς το λέμε αυτό στα Ελληνικά;