Στο αποψινό επεισόδιο του NCIS, ο Ντινόζο λέει στον Γκιμπς: «Wait a minute. You never do anything...» (ο Γκιμπς τού αστράφτει μία), «...because you are such a good delegator». Ο υπότιτλος δυστυχώς ήταν λάθος, αναφέροντας: «...επειδή είσαι τόσο καλός αντιπρόσωπος». Το delegator δεν ταυτίζεται με το ουσιαστικό delegate (=αντιπρόσωπος, απεσταλμένος)· σημαίνει «a person who delegates». Το ρήμα delegate, πέρα από «ορίζω / αποστέλλω αντιπρόσωπο», σημαίνει και «μεταβιβάζω (π.χ. εξουσίες) / αναθέτω (π.χ. εργασία) / επιφορτίζω (π.χ. με καθήκοντα) / εντέλλομαι (π.χ. αποστολή) / εξουσιοδοτώ (για κάτι)». Επομένως ο υπότιτλος θα μπορούσε ίσως να είναι: ««...επειδή είσαι τόσο καλός στο να αναθέτεις αρμοδιότητες».
Ωστόσο, εμένα μου γεννήθηκε η απορία για το αν (και πώς) θα μπορούσαμε να πούμε το delegator μονολεκτικά (σ' ένα λεξικό, λογουχάρη). Το ερώτημα λοιπόν είναι, τώρα που πλέον γνωρίζουμε ότι delegator δεν είναι ο αντιπρόσωπος, να βρούμε την πιο κατάλληλη απόδοσή του. Τα λεξικά δίνουν το εντολοδότης, αλλά αυτό (όπως και το συνώνυμό του εντολέας) αντιστοιχεί στο assigner / assignor, κι έχει και νομική χρήση (mandator, principal). Εγώ πάντως δεν θα το έβαζα και για έναν ακόμη λόγο: Το delegator δηλώνει αυτόν που (είναι καλός στο να ή τη βρίσκει να) μοιράζει τις δουλειές, ή σπάει το συνολικό φόρτο ενός έργου και το αναθέτει σε άλλους, ή μεταβιβάζει μέρος των αρμοδιοτήτων ή/και της εξουσίας του στους υφισταμένους του.
Να σημειώσω ότι το delegator είναι κατά κανόνα εύσημο (διότι είναι αρχή του μάνατζμεντ —και βέλτιστη πρακτική για να μην τρελαθείς— το να μεταφέρεις εξουσίες και αρμοδιότητες στους υφισταμένους σου) — γι' αυτό και ο Ντινόζο το λέει αφού τρώει τη φάπα, για να εξευμενίσει τον Γκιμπς. Βέβαια αυτό δεν αποκλείει, ιδίως όταν παραγίνεται το κακό, να το λέμε και μειωτικά για έναν προϊστάμενο που το 'χει παρακάνει (και καταλήγει ανευθυνοϋπεύθυνος) ή που ξεφορτώνει στην πλάτη των κατωτέρων του όλες τις αγγαρείες.
Τα ελληνικά ρήματα που αποδίδουν το delegate μου φαίνεται πως δεν βοηθούν καθόλου. Οι μετοχές τους (π.χ. αναθέτων, εξουσιοδοτών) δηλώνουν αυτόν που ενεργεί έτσι άπαξ — δεν περιγράφουν αυτόν που λόγω πεποιθήσεων ή καθ' έξιν ή εκ συστήματος επιφορτίζει τους υφισταμένους του με έργο, τους αναθέτει καθήκοντα και τους μεταβιβάζει εξουσίες. Το αναθέτης (σε νέα χρήση, διότι παρ' αρχαίοις σήμαινε τον αφιερωτή) μάλλον θα γινόταν αντιληπτό πως σχετίζεται με το αναθέτω, αλλά αμφιβάλλω αν θα 'χε κάποια τύχη. Το επιφορτιστής εμένα μου άρεσε ως ιδέα, διότι διατηρεί λίγο κι απ' την αρχική σημασία τού επιφορτίζω (=παραφορτώνω), αλλά δεν ξέρω τι υποδοχής θα τύχαινε. Το πασαδόρος (με την έννοια ότι μοιράζει τη δουλειά) έχει συγκεκριμένο επίπεδο ύφους και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην εύσημη εκδοχή τού delegator (που είναι και η κυρίαρχη). Ακόμη πιο περιοριστικός (σε επίπεδο ύφους και εννοιολογικό περιεχόμενο) είναι ο αγγαρευτής.
Για πείτε λοιπόν κι εσείς, βρε παιδιά, τι προτείνετε;
Ωστόσο, εμένα μου γεννήθηκε η απορία για το αν (και πώς) θα μπορούσαμε να πούμε το delegator μονολεκτικά (σ' ένα λεξικό, λογουχάρη). Το ερώτημα λοιπόν είναι, τώρα που πλέον γνωρίζουμε ότι delegator δεν είναι ο αντιπρόσωπος, να βρούμε την πιο κατάλληλη απόδοσή του. Τα λεξικά δίνουν το εντολοδότης, αλλά αυτό (όπως και το συνώνυμό του εντολέας) αντιστοιχεί στο assigner / assignor, κι έχει και νομική χρήση (mandator, principal). Εγώ πάντως δεν θα το έβαζα και για έναν ακόμη λόγο: Το delegator δηλώνει αυτόν που (είναι καλός στο να ή τη βρίσκει να) μοιράζει τις δουλειές, ή σπάει το συνολικό φόρτο ενός έργου και το αναθέτει σε άλλους, ή μεταβιβάζει μέρος των αρμοδιοτήτων ή/και της εξουσίας του στους υφισταμένους του.
Να σημειώσω ότι το delegator είναι κατά κανόνα εύσημο (διότι είναι αρχή του μάνατζμεντ —και βέλτιστη πρακτική για να μην τρελαθείς— το να μεταφέρεις εξουσίες και αρμοδιότητες στους υφισταμένους σου) — γι' αυτό και ο Ντινόζο το λέει αφού τρώει τη φάπα, για να εξευμενίσει τον Γκιμπς. Βέβαια αυτό δεν αποκλείει, ιδίως όταν παραγίνεται το κακό, να το λέμε και μειωτικά για έναν προϊστάμενο που το 'χει παρακάνει (και καταλήγει ανευθυνοϋπεύθυνος) ή που ξεφορτώνει στην πλάτη των κατωτέρων του όλες τις αγγαρείες.
Τα ελληνικά ρήματα που αποδίδουν το delegate μου φαίνεται πως δεν βοηθούν καθόλου. Οι μετοχές τους (π.χ. αναθέτων, εξουσιοδοτών) δηλώνουν αυτόν που ενεργεί έτσι άπαξ — δεν περιγράφουν αυτόν που λόγω πεποιθήσεων ή καθ' έξιν ή εκ συστήματος επιφορτίζει τους υφισταμένους του με έργο, τους αναθέτει καθήκοντα και τους μεταβιβάζει εξουσίες. Το αναθέτης (σε νέα χρήση, διότι παρ' αρχαίοις σήμαινε τον αφιερωτή) μάλλον θα γινόταν αντιληπτό πως σχετίζεται με το αναθέτω, αλλά αμφιβάλλω αν θα 'χε κάποια τύχη. Το επιφορτιστής εμένα μου άρεσε ως ιδέα, διότι διατηρεί λίγο κι απ' την αρχική σημασία τού επιφορτίζω (=παραφορτώνω), αλλά δεν ξέρω τι υποδοχής θα τύχαινε. Το πασαδόρος (με την έννοια ότι μοιράζει τη δουλειά) έχει συγκεκριμένο επίπεδο ύφους και δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην εύσημη εκδοχή τού delegator (που είναι και η κυρίαρχη). Ακόμη πιο περιοριστικός (σε επίπεδο ύφους και εννοιολογικό περιεχόμενο) είναι ο αγγαρευτής.
Για πείτε λοιπόν κι εσείς, βρε παιδιά, τι προτείνετε;