metafrasi banner

compression of morbidity

Καλημέρα!

"By and now, people do seem to remain in good shape for longer. Moreover, the period of ill health that usually precedes the final goodbye has got shorter in the past few decades, which demographers call "compression of morbidity" (as a rule of thumb, the bulk of spending on an individual's health care is concentrated in the last year of life)."

Τι λέτει για το "compression of morbidity"; Συμφωνείτε με την απόδοση "συμπίεση της νοσηρότητας";

Ευχαριστώ.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Τι λέτε για το "compression of morbidity"; Συμφωνείτε με την απόδοση "συμπίεση της νοσηρότητας";

Καλημέρα! Και πώς αλλιώς να πεις αυτό το νιουσπικολόγημα; Σύνθλιψη; Συρρίκνωση; Τουλάχιστον με τη συμπίεση της νοσηρότητας γίνεται εύκολα η αντίστροφη μετάφραση στα αγγλικά...
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Μήπως μπροστά στο "συμπίεση" ή "συρρίκνωση" πρέπει να μπει το επίθετο "χρονική"; Γιατί πριν διαβάσω την επεξήγηση, εγώ κατάλαβα ότι πρόκειται περί ποσοτικής μείωσης.
 
Κι όμως, τώρα που το ξανασκέφτομαι, το συρρίκνωση μπορεί κάλλιστα να παίζει (είμαι λίγο ζαλισμένος σήμερα)

Διαβάζω εδώ:

Definition: Is a term used to describe one of the goals of healthy aging and longevity. Morbidity is the presence or rate or incidence of the disease or medical condition. It refers to the burden that an illness or health conditions causes. Compression refers to the concept of pushing all the morbidity of one’s life into as small a time period as possible. Compression of Morbidity, then, is the goal of living disease- and illness-free for as long as possible.

In other words, we want to minimize the number of years that a person spends suffering while maximizing the total number of years.
 
Μόλις βρήκα μια αναφορά εδώ:

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_1_07/09/2008_283817

Πολλοί υπερήλικες «υπερηφανεύονται» για την ηλικία τους και κολυμπούν έως τα 90 τους. Ηταν προφητική επιστημονική αναφορά στο περιοδικό New England Journal of Medicine το 1980, από τον James F. Fries του Πανεπιστημίου του Stanford: το σφρίγος των ενηλίκων μπορεί να παρατείνεται έως και την ένατη δεκαετία της ζωής, με την εκδήλωση σοβαρών ασθενειών και αναπηριών να «συμπιέζονται» χρονικώς. Πολλές μελέτες έχουν διερευνήσει τους παράγοντες που καθορίζουν τη διάρκεια της ανθρώπινης ζωής, υποστηρίζοντας ότι σε ποσοστό περίπου 35%, αυτή εξαρτάται από τα γονίδιά μας. Ο δρ Near Barzilai και οι συνεργάτες του στο Koλέγιο Ιατρικής Αλμπερτ Αϊνστάιν για παράδειγμα, διαπίστωσαν ότι άτομα με «ιδιαίτερη μακροβιότητα» και μικρή συχνότητα ασθενειών έχουν σημαντικά αυξημένα επίπεδα HDL (καλή χοληστερόλη) στο αίμα τους, ένα χαρακτηριστικό που περιορίζει τον κίνδυνο εκδήλωσης καρδιαγγειακών νόσων.
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Άρα, κι ο συγκεκριμένος συντάκτης θεώρησε απαραίτητο να διευκρινίσει ότι μιλάμε για χρονική συμπίεση.
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλησπέρα. Αφού εξηγείται ο όρος στο κείμενο (και δίνεται σε εισαγωγικά) δεν θεωρώ απαραίτητη καμιά προσθήκη. Ένας πρόσθετος λόγος είναι η συσχέτιση με ενδεχόμενη συμπίεση της δαπάνης. Θα το άφηνα όπως πρότεινε η fofoka, «συμπίεση της νοσηρότητας». Αν το έβρισκα μόνο του, σε κάποιο άλλο κείμενο, και ήθελα να δώσω στον Έλληνα αναγνώστη κάτι που θα ήταν ήδη γνωστό στον Άγγλο, ίσως να του πρόσθετα κάτι (π.χ. συμπίεση του χρόνου της νοσηρότητας — ένα μισερό εύρημα). Όχι όμως μέσα σε εισαγωγικά. Δεν προδίδουμε μέσα σε εισαγωγικά. :)
 
Πρώτα να τη στριμώξουμε, μετά να τη ζουλήξουμε για να έχει κάτι το νοσηρό, και μετά τη σύμπτυξη να αποσυμπιέσουμε πριν τη βράχυνση.
Ας αφήσουμε καλύτερα τη συμπίεση που είπε εξαρχής η fofoka...
 
Ο όρος compression of morbidity έχει την έννοια της βράχυνσης, αλλά όχι απαραιτήτως και της έντασης που έχει ο όρος συμπίεση (άσκηση πίεσης).

Από το ΛΚΝ:
συμπτύσσω [simptíso] -ομαι Ρ3 αόρ. και συνέπτυξα, απαρέμφ. συμπτύξει, μππ. και συνεπτυγμένος* : 1α.τοποθετώ πρόσωπα ή πράγματα πολύ κοντά το ένα στο άλλο, για να εξοικονομήσω χώρο: Nα συμπτυχθούμε για να χωρέσουμε όλοι στον καναπέ. Θα συμπτύξω τα βιβλία στα ράφια, γιατί είναι πολύ αραιά. || (στρατ.) πυκνώνω τις τάξεις των στρατιωτών, ώστε να ελαττωθεί το μέτωπο του σχηματισμού και να μειωθεί το βάθος, συνήθ. σε προγραμματισμένη υποχώρηση. ANT αναπτύσσω: Οι δυνάμεις έλαβαν διαταγή να συμπτυχθούν. (στρατιωτικό ή γυμναστικό παράγγελμα) Συμπτυχθείτε! β. ενοποιώ τμήματα σχολικής τάξης ή υπηρεσίας. 2. περιορίζω τη χρονική ή την τοπική έκταση· συντομεύω: Θα συμπτυχθεί η διάρκεια της Διεθνούς Εκθέσεως. ANT παρατείνω. Θα συμπτύξω τη διάλεξή μου σε λίγες σελίδες.
 
Top