metafrasi banner

a bad penny

(idiomatic) A person or thing which is unpleasant, disreputable, or otherwise unwanted, especially one which repeatedly appears at inopportune times.
--Like a bad penny it return'd, to me again.
[1766 A. Adams in L. H. Butterfield et al. Adams Family Correspondence (1963) I. 55]
See books.google.co.uk/books?isbn=0199539537.

Also 'turn up like a bad penny' meaning 'to arrive at a place or event where you are not wanted'
--She'll turn up again, like a bad penny, just you see.
The in-laws have just arrived!!:devil:
 

daeman

Administrator
Staff member
...
ο φάντης μπαστούνι

φάντης ο [fántis & fándis] Ο11: τραπουλόχαρτο με τη φιγούρα νεαρού άντρα· βαλές: ~ κούπα / σπαθί.
ΦΡ ~ μπαστούνι, για απροσδόκητη, ξαφνική και συχνά ανεπιθύμητη εμφάνιση κάποιου: Παρουσιάστηκε / εμφανίστηκε μπροστά μου (σαν) ~ μπαστούνι.
τι σχέση έχει ο ~ με το ρετσινόλαδο;, για πράγματα τελείως άσχετα μεταξύ τους. [ιταλ. fant(e) -ης]

- Σαν τον φάντη μπαστούνι μού ξανάρθε πάλι.
- Θα εμφανιστεί πάλι, φάντης μπαστούνι, θα το δεις.
- Να τα πάλι τα πεθερικά, κατέφτασαν σαν τον φάντη μπαστούνι.

There's another one with the same phrasing: «κάλπικη δεκάρα», but that is common mainly in the phrase
«τον ξέρω σαν κάλπικη δεκάρα» ("I know him inside out, I know he's bad" or in jest "I know his peculiarities"):

κάλπικος -η -ο [kálpikos] Ε5 : (οικ.) κίβδηλος. 1. (για νόμισμα) παραχαραγμένος, πλαστός: H λίρα ήταν κάλπικη. (έκφρ.) τον / την ξέρω σαν κάλπικη δεκάρα, τον ξέρω ως απατεώνα, ως παλιάνθρωπο και πειραχτικά, ξέρω πολύ καλά όλες τις ιδιαιτερότητες του χαρακτήρα του. [...]

By the way, in a great old Greek movie, a "bad" guinea (a forged one) kept showing up:

Η κάλπικη λίρα (1955) - Γιώργος Τζαβέλλας

 
Top