υποχωρητικός (γλωσσ.) = regressive

Ψάχνω τη σωστή αγγλική λέξη για τον τρίτον ορισμό.

υποχωρητικός -ή -ό [ipoxoritikós] E1 : 1.που έχει σχέση με την υποχώρηση1α: ~ ελιγμός. 2. για κπ. που εύκολα υποχωρεί στις αξιώσεις των άλλων· ενδοτικός, συμβιβαστικός: ~ συνομιλητής / διαπραγματευτής. Mην είσαι πολύ ~, γιατί οι άλλοι θα το εκμεταλλευτούν. 3. (γλωσσ.) Yποχωρητική αφομοίωση / ανομοίωση, που προκαλείται από επόμενο φθόγγο· προληπτική. Yποχωρητική κίνηση του τόνου, μετακίνηση του τόνου προς την αρχή της λέξης, π.χ. στην παραγωγή βράδυ < βραδύς. υποχωρητικά EΠIPP. [λόγ. < ελνστ. ὑποχωρητικός `μετριόφρονας΄ (αρχ. σημ.: `που προκαλεί αφόδευση΄): 1: κατά τη σημ. του υποχωρώ1α· 2: κατά τη σημ. του υποχωρώ2α· 3: σημδ. γαλλ. régressif]
 

nickel

Administrator
Staff member
If a sound changes with reference to a following segment, it is traditionally called "regressive assimilation"; changes with reference to a preceding segment are traditionally called "progressive".
http://en.wikipedia.org/wiki/Assimilation_(linguistics)

Υποχωρητική αφομοίωση (regressive assimilation), όταν ο φθόγγος που αφομοιώνεται προηγείται αυτού που δρα αφομοιωτικά (π.χ. σουσουράδα < σεισουράδα).
Προχωρητική αφομοίωση (progressive assimilation), όταν ο φθόγγος που αφομοιώνεται έπεται αυτού που δρα αφομοιωτικά (π.χ. κοτσονάτος < κοτσανάτος).

ανομοίωση = dissimilation
http://en.wikipedia.org/wiki/Dissimilation
 
Top