Άλλη μια αθησαύριστη αργκοτική λέξη είναι ο τσεπάκιας. Η κατασκευή της βασίζεται στο παραγωγικότατο επίθημα -άκιας με το οποίο συνθέτονται μειωτικοί χαρακτηρισμοί γύρω από κάποιο ουσιαστικό ή επίθετο που δίνει το θέμα της παραγόμενης λέξης: γριλάκιας, παπάκιας, χαπάκιας, βεσπάκιας, κοντράκιας, μερσεντάκιας, πεναλτάκιας, τσαντάκιας, κομιξάκιας και πολλά άλλα.
Όσον αφορά τη σημασία μιας παράγωγης λέξης σε -άκιας, αυτή μπορεί να βασίζεται σε μια κάπως χαλαρότερη σχέση με το θεματικό ουσιαστικό: λ.χ. ο τσαντάκιας δεν κουβαλάει τσάντες, αλλά τις αρπάζει· ο χαπάκιας δεν παίρνει οποιαδήποτε χάπια, αλλά κυρίως ναρκωτικά· ο γριλάκιας είναι ο κλέφτης που ανοίγει τις γρίλιες (ή, μεταγενέστερα, ο ηδονοβλεψίας που βλέπει μέσα απ' αυτές)· ο παπάκιας μπορεί να είναι εν γένει ο ντελιβεράς — για να φτάσουμε τελικά στον πεναλτάκια που είναι εκμεταλλευτής στημένων φάσεων... κυρίως εξωποδοσφαιρικά.
Στην περίπτωση του τσεπάκια, η εξαγωγή της σημασίας γίνεται με αρκετά ευθύ και σαφή τρόπο: έχουμε έναν μειωτικό χαρακτηρισμό για κάποιον που κοιτά κυρίως την τσέπη του, και που με βάση αυτήν κάνει τις επιλογές του. Επομένως, τσεπάκιας = (μειωτ.) ο συμφεροντολόγος, ο παρτάκιας που επιδιώκει ίδιον οικονομικό όφελος (δηλ. να τα τσεπώσει) ή που αποφεύγει να βάλει το χέρι στην τσέπη. Ως αντίθετο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η λέξη παντελονάτος (στις σημ. 3-4): http://lexilogia.gr/forum/showthread.php?699
Ακολουθούν παραδείγματα χρήσης από το διαδίκτυο (κάποια απ' τα πρωτότυπα ήταν σε γκρίκλις):
Τέλος, έχει υπάρξει και μία διαφορετική σημασιακή προσέγγιση —η προέλευση της οποίας επεξηγείται μέσα στο κείμενο— αλλά, καθότι ήταν αντιδιαισθαντική, δεν έπιασε ώστε να μας δώσει κι άλλα παραδείγματα χρήσης.
Όσον αφορά τη σημασία μιας παράγωγης λέξης σε -άκιας, αυτή μπορεί να βασίζεται σε μια κάπως χαλαρότερη σχέση με το θεματικό ουσιαστικό: λ.χ. ο τσαντάκιας δεν κουβαλάει τσάντες, αλλά τις αρπάζει· ο χαπάκιας δεν παίρνει οποιαδήποτε χάπια, αλλά κυρίως ναρκωτικά· ο γριλάκιας είναι ο κλέφτης που ανοίγει τις γρίλιες (ή, μεταγενέστερα, ο ηδονοβλεψίας που βλέπει μέσα απ' αυτές)· ο παπάκιας μπορεί να είναι εν γένει ο ντελιβεράς — για να φτάσουμε τελικά στον πεναλτάκια που είναι εκμεταλλευτής στημένων φάσεων... κυρίως εξωποδοσφαιρικά.
Στην περίπτωση του τσεπάκια, η εξαγωγή της σημασίας γίνεται με αρκετά ευθύ και σαφή τρόπο: έχουμε έναν μειωτικό χαρακτηρισμό για κάποιον που κοιτά κυρίως την τσέπη του, και που με βάση αυτήν κάνει τις επιλογές του. Επομένως, τσεπάκιας = (μειωτ.) ο συμφεροντολόγος, ο παρτάκιας που επιδιώκει ίδιον οικονομικό όφελος (δηλ. να τα τσεπώσει) ή που αποφεύγει να βάλει το χέρι στην τσέπη. Ως αντίθετο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η λέξη παντελονάτος (στις σημ. 3-4): http://lexilogia.gr/forum/showthread.php?699
Ακολουθούν παραδείγματα χρήσης από το διαδίκτυο (κάποια απ' τα πρωτότυπα ήταν σε γκρίκλις):
- Για τη φετινή χρονιά την κύρια ευθύνη φέρει ο Πρόεδρός της ο τσεπάκιας, με τις επιλογές του καλοκαιριού. [...] Τα πράγματα είναι δύσκολα και για του χρόνου θα θελήσει ο τσεπάκιας να πάρει κανέναν σοβαρό προπονητή, θα θελήσει να πάρει παίχτες;
- Τώρα διαπιστώνουμε πόσο μεγάλο λαμόγιο και συμφεροντολόγος είσαι· τσεπάκιας, κοινώς.
- Δυστυχώς φέτος που είχαμε ευκαιρία να κάνουμε κάτι, ο τσεπάκιας τα τσέπωσε όλα, ρε χελωνάκια· ούτε αυτή την πεθαμένη την Μπορντό δεν μπορούμε να κερδίσουμε.
- Ο καθένας κοιτάει την πάρτη του και μόνο. Και αυτός που κοιτά την πάρτη του και μόνο, είτε πολιτικά για να μην τον κάνουν νταντά οι της ΕΟΕ, είτε αγωνιστικά για να μη χάσει κάνα μετάλλιο που θα τον κάνει καραβανά να τα ξύνει αντί να φυλάει τα σύνορα, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ, ΟΥΤΕ ΑΘΛΗΤΗΣ, ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ ΤΣΕΠΑΚΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΤΑΚΙΑΣ ΓΡΑΙΚΥΛΟΣ.
- Ο τσεπάκιας, ο αρπαχτάκιας, ο μασαχουσετάκιας και οι λοιποί προσκυνητές του κέρδους μας διοικούν και καλά κάνουν, αφού τους ψηφίσαμε.
- «Πιθανόν και να τσέπωσε αρκετά...» Πόσο απλά το λες... Και δεν ζητάς να πάει φυλακή ο τσεπάκιας;
- Για μένα, αν είναι Ολυμπιακός κι όχι τσεπάκιας και παρτάκιας πλέον, πρέπει να σταματήσει την μπάλα όσο είναι νωρίς.
- Καλός, χρυσός ο Πρόεδρος· βοήθησε, δεν λέω — αλλά πολύ τσεπάκιας.
Τέλος, έχει υπάρξει και μία διαφορετική σημασιακή προσέγγιση —η προέλευση της οποίας επεξηγείται μέσα στο κείμενο— αλλά, καθότι ήταν αντιδιαισθαντική, δεν έπιασε ώστε να μας δώσει κι άλλα παραδείγματα χρήσης.